Στο χαμηλότερο επίπεδο του τελευταίου εξαμήνου διαμορφώνεται τον Απρίλιο, μέχρι στιγμής, η μέση τιμή χονδρικής της ηλεκτρικής ενέργειας στο Χρηματιστήριο, γεγονός που δημιουργεί τις προϋποθέσεις για περαιτέρω μείωση των τιμολογίων ρεύματος τον Μάιο.
Η τιμή αυτή κινείται κοντά στα 95 ευρώ ανά μεγαβατώρα, μειωμένη κατά 38% σε σχέση με τον Φεβρουάριο, λόγω της μειωμένης ζήτησης και της αυξημένης παραγωγής από ανανεώσιμες πηγές, που ειδικά τις μεσημβρινές ώρες ρίχνουν το κόστος σχεδόν στο μηδέν.
Παράλληλα, το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας προωθεί παρεμβάσεις σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο για τη σταθεροποίηση και συγκράτηση της τιμής ρεύματος μακροπρόθεσμα, ανεξάρτητα από τις διακυμάνσεις της διεθνούς αγοράς και της εσωτερικής ζήτησης. Στο πλαίσιο αυτό, σχεδιάζονται βελτιώσεις στον τρόπο διαμόρφωσης των τιμών και η ολοκλήρωση της μεγάλης ηλεκτρικής διασύνδεσης Κρήτης – Αττικής, που αναμένεται να μειώσει το κόστος των Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας που επιβαρύνουν τους καταναλωτές.
Ταυτόχρονα, οι καταναλωτές με κυμαινόμενα τιμολόγια (πράσινα και κίτρινα) θα δουν τις τιμές τους να επηρεάζονται από τη μείωση στη χονδρική, ενώ όσοι έχουν σταθερά τιμολόγια (μπλε) παραμένουν προστατευμένοι από τις αυξομειώσεις. Επιπλέον, έχουν ανακοινωθεί επιδοτήσεις για μικρομεσαίες επιχειρήσεις που καλύπτουν μέρος της αύξησης στην τιμή ρεύματος κατά το τελευταίο τρίμηνο του 2024 και το πρώτο τρίμηνο του 2025.
Συνολικά, η τρέχουσα συγκυρία και οι κυβερνητικές παρεμβάσεις δημιουργούν θετικές προοπτικές για τη μείωση της τιμής ρεύματος στην Ελλάδα τους επόμενους μήνες.
Εν τω μεταξύ όπως είχε δηλώσει ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Σταύρος Παπασταύρου ανακοινώθηκαν και οι επιδοτήσεις προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες αφορούν αναδρομικά στους μήνες Δεκέμβριο 2024, Ιανουάριο και Φεβρουάριο 2025. Συγκεκριμένα, το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας ανακοίνωσε επιδοτήσεις για περισσότερες από 1 εκατ. επιχειρήσεις για την κάλυψη της αύξησης στην τιμή του ρεύματος κατά την περίοδο Δεκεμβρίου 2024 με Φεβρουάριο 2025.Οι ενισχύσεις διαμορφώνονται σε 2 σεντς ανά κιλοβατώρα και εφαρμόζονται στο 60 – 100 % της κατανάλωσης (ανάλογα με τον τζίρο) ενώ αρτοποιεία, ζαχαροπλαστεία και καθαριστήρια θα λάβουν 4 σεντς ανά κιλοβατώρα για το σύνολο της κατανάλωσης ανεξαρτήτως κύκλου εργασιών.