Ένα από τα πλέον θρυλικά ονόματα της παγκόσμιας γαστρονομικής σκηνής, ο Daniel Boulud συμμετέχει φέτος στον θεσμό Sani Gourmet 2025, με ένα και μοναδικό πολυαναμενόμενο δείπνο στις 8 Αυγούστου. Με αφορμή την έναρξη του πιο διάσημου ελληνικού “φεστιβάλ” γαστρονομίας για φέτος, με guest τον Yannick Alléno σε ένα συναρπαστικό δείπνο που πραγματοποιήθηκε στις 11 Ιουλίου, ο Daniel Boulud παραχωρεί μία αποκλειστική συνέντευξη στο CNN Greece.
Ο σεφ που στην τεράστια καριέρα του έχει αποσπάσει τις υψηλότερες διακρίσεις από όλους τους πλέον έγκυρους και καταξιωμένους διεθνείς θεσμούς, όπως τον Michelin Guide, τα Les Grandes Tables du Monde, το James Beard Foundation, και αναρίθμητα ακόμη, θεωρείται ο δημιουργός που σύστησε και μύησε τους Αμερικανούς στην πραγματική έννοια της υψηλής γαστρονομίας, ενώ είναι εκείνος που ενίσχυσε την παγκόσμια απήχηση της γαλλικής κουζίνας με τη δράση του. Σήμερα διατηρεί πάνω από 20 εστιατόρια από τις ΗΠΑ έως τη Σιγκαπούρη και από το Ντουμπάι έως τον Καναδά.

Ο παγκοσμίως διάσημος σεφ έχει δώσει πολλά στις νέες γενιές δημιουργών, καλλιεργώντας το ταλέντο τους με τις γνώσεις και την τεχνική επιδεξιότητά του. Ο γεννημένος στη Λυών Daniel Boulud, αντλεί έμπνευση από την κλασική γαλλική κουζίνα, την οποία προσεγγίζει με καινοτομία και μοντέρνες τεχνικές. Στην κουζίνα του, δίνει προτεραιότητα στις εποχικές πρώτες ύλες, ενώ ανάμεσα στα signature πιάτα του ξεχωρίζουν το καβούρι με τάρτα πράσινου μήλου και σέλερυ, η τερίνα φραγκόκοτας με φουαγκρά και μανιτάρια πορτσίνι τουρσί, οι ποπιέτες από λαβράκι με πατάτες lyonnais ψητά πράσα και σάλτσα κόκκινου κρασιού.

Όπως είπαμε και παραπάνω, ο Daniel Boulud έρχεται στην Ελλάδα για να συμμετάσχει στο Sani Gourmet 2025. Το φεστιβάλ αυτό διοργανώνεται στο Sani Resort, το πολυβραβευμένο θέρετρο του Ομίλου Sani/Ikos, και βρίσκεται μεταξύ των κορυφαίων γαστρονομικών προορισμών της Μεσογείου. Φέτος λοιπόν, από τα μέσα Ιουλίου έως τις 22 Αυγούστου, ο εμβληματικός αυτός θεσμός του fine dining θα υποδεχτεί στην Χαλκιδική λάτρεις της υψηλής κουζίνας από την Ελλάδα και το εξωτερικό, για ένα συναρπαστικό ταξίδι στις γεύσεις του κόσμου, μέσα από το έργο πέντε κορυφαίων σεφ της παγκόσμιας σκηνής – βραβευμένων με πολυάριθμα αστέρια Michelin και άλλες σημαντικές διεθνείς διακρίσεις, και πιο συγκεκριμένα τους Yannick Alléno, Gaggan Anand, Virgilio Martínez, Daniel Boulud και Emma Bengtsson.

Οι πέντε σεφ δημιουργούν, αποκλειστικά για τους καλεσμένους του Sani Gourmet, μοναδικά μενού γευσιγνωσίας, αντλώντας έμπνευση από διαφορετικούς γαστρονομικούς προορισμούς, προσφέροντας καινοτόμες και μοναδικές γευστικές προσεγγίσεις. Με σταθερή προσήλωση στην ποιότητα και τη βιωσιμότητα, το Sani Resort συνεργάζεται και με τους τοπικούς παραγωγούς, δίνοντας έμφαση στις υψηλής ποιότητας πρώτες ύλες. Τα πέντε μενού γευσιγνωσίας των κορυφαίων σεφ συνοδεύονται από εκλεκτές και προσεκτικά επιλεγμένες λίστες κρασιών, συνδυάζοντας μοναδικά τους ελληνικούς με τους διεθνείς high-end αμπελώνες. Με αφορμή λοιπόν το Sani Gourmet 2025, συναντήσαμε ψηφιακά τον σεφ θρύλο και του μιλήσαμε για το μέλλον του fine dining, τη βιωσιμότητα, την τεράστια πορεία του και την αξία των βραβείων.

Έρχεστε στη χώρα μας για να πάρετε μέρος στον γαστρονομικό θεσμό Sani Gourmet. Τί σας έκανε να αποδεχθείτε αυτήν την πρόταση;
Το Sani Gourmet έχει γίνει ένας πολύ γνωστός θεσμός για τους σεφ σε ολόκληρο τον πλανήτη. Πολλοί φίλοι μου έχουν συμμετάσχει τα προηγούμενα χρόνια και όλοι μιλούσαν με τα καλύτερα λόγια για την εμπειρία τους εδώ. Έτσι είμαι και εγώ πολύ ενθουσιασμένος που θα φέρω την κουζίνα μου στην Ελλάδα και θα μαγειρέψω ώστε να προσφέρω μία ιδιαίτερη και αξιομνημόνευτη βραδιά στους επισκέπτες. Έχω έρθει κάποιες φορές στην Ελλάδα στο παρελθόν και ειλικρινά λατρεύω την πανέμορφη χώρα σας, την κουζίνα σας, αλλά και την κουλτούρα, τα ήθη και τα έθιμά σας.

Στα περισσότερα από 40 χρόνια της καριέρας σας έχετε κερδίσει αμέτρητα βραβεία και διακρίσεις. Τί σημαίνουν τα βραβεία για εσάς;
Τα βραβεία είναι υπέροχα και σημαίνει πολλά για κάθε άνθρωπο να αναγνωρίζεται η δουλειά του, όμως αυτό που μετράει περισσότερο για εμένα είναι η απόλυτη διασφάλιση πως οι επισκέπτες μου απολαμβάνουν στο έπακρο τη ζεστή φιλοξενία που τους αξίζει και φεύγουν με αξιομνημόνευτες αναμνήσεις από τα εστιατόριά μου.
Επίσης νομίζω πως οι διακρίσεις που με αγγίζουν περισσότερο είναι αυτές που δείχνουν την εκτίμηση και την αναγνώριση από τους συναδέλφους μου, όπως το World’s 50 Best “Lifetime Achievement Award”, το La Liste “Innovation Award” και τα πολλά James Beard awards που έχω λάβει στις ΗΠΑ. Ένα από αυτά που μίλησαν πιο πολύ στην καρδιά μου ως Γάλλου Σεφ στην Αμερική ήταν η κορυφαία διάκριση “Légion d’Honneur” (Τάγμα της Λεγεώνας της Τιμής).

Είστε ο δημιουργός που «σύστησε» τις ΗΠΑ στην αξία του fine dining και της υψηλής γαστρονομίας, ενώ παίξατε κομβικό ρόλο στη διαμόρφωση της γαστρονομικής ζωής της χώρας. Ποιες ήταν οι μεγαλύτερες προκλήσεις σε αυτήν την πορεία;
Κοιτάξτε, η απόκτηση φήμης και αναγνώρισής μου ως κορυφαίου σεφ στις ΗΠΑ πήρε περίπου 8 χρόνια και πάρα πολύ σκληρή δουλειά. Ήταν μείζονος σημασίας να αποδείξω τις ικανότητές μου, ώστε να μπορέσω να βρω επενδυτές που να πιστέψουν σε εμένα και έτσι να καταφέρω να ανοίξω το πρώτο μου εστιατόριο, το Daniel Restaurant, το 1993.
Μεταξύ πολλών άλλων πραγμάτων, είστε εξαιρετικά διάσημος στο χώρο για τη δέσμευσή σας στην εκπαίδευση και την εξέλιξη των νεότερων γενεών σεφ. Σε μία εποχή που όλοι θέλουν να γίνουν διάσημοι σεφ εν μία νυκτί, ποια θα ήταν η συμβουλή σας στους νέους φιλόδοξους δημιουργούς;
Είναι εξαιρετικά σημαντικό για κάθε νέο και φιλόδοξο σεφ να βρει μία πολύ καλή σχολή μαγειρικής ή φιλοξενίας και να φοιτήσει εκεί. Μετά θα πρέπει να βρει έναν πολύ καλό μέντορα και να αφιερώσει αρκετό χρόνο στο να μάθει τα βασικά της μαγειρικής, του σέρβις, και της διαχείρισης, αλλά και να συνεχίσει να προσπαθεί, ώστε να αποτελεί ένα πολύτιμο asset για τον μέντορά του. Επίσης, τα ταξίδια είναι πολύ σημαντικά για να αναπτύξει κανείς και τη δημιουργικότητά του και να εμβαθύνει στη γνώση του για τον κόσμο.

Διαθέτετε πάνω από 20 εστιατόρια σε κάθε γωνιά της γης. Πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι να διατηρείτε το υψηλό επίπεδο των εστιατορίων σας, χωρίς φυσικά να μπορείτε να βρίσκεστε παντού ταυτόχρονα;
Είναι σίγουρα πάντα αυτό μία πρόκληση, για όλους μας, αλλά επενδύουμε πολύ στο ταλέντο, στηρίζουμε πολύ και βοηθάμε τις ομάδες μας να εξελίσσονται. Εγώ ταξιδεύω διαρκώς και βλέπω όλα μου τα εστιατόρια ανά τον κόσμο, διασφαλίζοντας πως το brand μας έχει ισχυρά guidelines και πως τα μέλη των ομάδων μας είναι αξιόπιστα παντού σε κάθε εστιατόριο μου.
Είναι πολύ σημαντικό να διασφαλίζουμε πως οι ομάδες μας αντανακλούν την ψυχή και την καρδιά της εταιρίας μας. Επίσης παράλληλα, υπάρχει η διαρκής υψηλή επίβλεψη από την corporate ομάδα μας στη Νέα Υόρκη, που αποτελείται από σεφ, managers και sommeliers, και φροντίζει κάθε εστιατόριό μας σε κάθε γωνιά του κόσμου να έχει την κατάλληλη στήριξη και η ομάδα να παραμένει εμπνευσμένη και γεμάτη πάθος.
Σε μία διαρκώς εξελισσόμενη παγκόσμια γαστρονομική σκηνή, ποιο πιστεύετε πως είναι το μέλλον του fine dining και ποιος ο ρόλος της βιωσιμότητας σε αυτό το μέλλον;
Ξέρετε εγώ γεννήθηκα σε μία φάρμα. Εκεί έχουμε το θερισμό και τη συγκομιδή, και από το προϊόν του θερισμού και της συγκομιδής ζούμε όλο το χρόνο. Στη Νέα Υόρκη το εστιατόριο μου ακολουθεί τις εποχές και προσαρμόζεται ανάλογα με αυτές, το ίδιο συμβαίνει με όλα μου τα εστιατόρια στον κόσμο.
Είναι τεράστιας σημασίας για εμένα να μπορούμε να είμαστε βιώσιμοι από κάθε άποψη και να ακολουθούμε τις εποχές.
Εξίσου σημαντικό είναι επίσης να προσφέρουμε την καλύτερη φιλοξενία στους επισκέπτες μας από μία υπεύθυνη ομάδα που ασπάζεται και υποστηρίζει τις αξίες μας.

Στις τέσσερις δεκαετίες πορείας, ποιες στιγμές σας έχουν στιγματίσει περισσότερο;
Έχουν υπάρξει πολλές πολύ καλές και πολλές πολύ κακές στιγμές στην καριέρα μου. Όλες αυτές με έχουν διαμορφώσει και με έχουν διδάξει, εξίσου και οι καλές και οι κακές. Το σημαντικό είναι να συνεχίσεις να κινείσαι μπροστά. Να προχωράς. Νομίζω η χειρότερη στιγμή μου ήταν πριν πολλά πολλά χρόνια όταν με επέλεξαν να μαγειρέψω για ένα πολύ σημαντικό και high-end event στη Νέα Υόρκη για 1.200 άτομα στο Waldorf Astoria.
Εκεί έπρεπε να κάνουμε όλη την προετοιμασία εντός. Έτσι με τη μικρή μου τότε ομάδα δουλεύαμε δύο ημέρες αδιάκοπα για να καθαρίσουμε όλες τις διαφορετικές ποικιλίες μπιζελιού για να φτιάξουμε την ειδική σπεσιαλιτέ μου, την κρύα σούπα από 5 είδη μπιζελιού. Είχαμε τελειώσει και η σούπα τοποθετήθηκε να παγώσει σε μία μεγάλη ειδική «μπανιέρα» για 4 ώρες.

Έτσι και εγώ έφυγα για να πάω στο εστιατόριό μου να κάνω κάποιες δουλειές, πριν επιστρέψω για να διαπιστώσω πως κάποιος είχε ανοίξει το ζεστό νερό και η σούπα είχε καταστραφεί. Η εκδήλωση ήταν την επόμενη ημέρα και έτσι δουλέψαμε όλη τη νύχτα για να βρούμε νέα μπιζέλια και μετά να τα καθαρίσουμε πάλι όλα από την αρχή και να τα μαγειρέψουμε. Τελικά όλα πήγαν καλά, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως δεν μας κόστισε σε άγχος και σε στρες.
Μία από τις πιο λαμπερές στιγμές ήταν όταν επιλέχθηκα να μαγειρέψω στο Radio City για το Time Magazine 75th Celebration. Είχα την ευκαιρία να μαγειρέψω για 800 από τους πιο διάσημους και ισχυρούς ανθρώπους στον κόσμο, από το χώρο της πολιτικής, των σπορ, των επιχειρήσεων, της τεχνολογίας, της ψυχαγωγίας, της μουσικής και της μόδας. Η μεγαλύτερη μου απόλαυση ήταν πως μαγείρεψα ένα πολύ ταπεινό πιάτο για όλους, πιο συγκεκριμένα ένα Αρνί Champvallon, που αποτελείται από σιγοβρασμένα αρνίσια παιδάκια, κρεμμύδι, πατάτες και βότανα, όλα μαγειρεμένα εντελώς ρουστίκ.