Στο Παρίσι, η μόδα ήταν πάντα μια μορφή σκιώδους διπλωματίας: η υψηλή ραπτική ως ήπια ισχύς, η πασαρέλα ως πεδίο ελέγχου και επιρροής. Χθες που ο Jonathan Anderson έκανε την πρώτη του εμφάνιση ως καλλιτεχνικός διευθυντής του Dior Homme, ουσιαστικά αυτοκράτωρ όλου του οίκου, κάτω από τον επιβλητικό τρούλο του Hôtel des Invalides, o κόσμος είδε μία σιωπηλή ανατροπή.
Χωρίς το στίγμα της υπερπαραγωγής ή της πιεσμένης υπερβολής -συγνώμη αγαπημένε Rick Owens-, μόνο με στρατηγική ακρίβεια, σιωπηλή αποδόμηση προσέγγισε ο Anderson την κολεξιόν Dior Homme SS26 που παρουσιάστηκε το απόγευμα της Παρασκευής.
Και καθόλου τυχαία επέλεξε να το κάνει σε ένα τοπόσημο του Παρισιού, συνδεδεμένο με τον στρατό, στο Μέγαρο Απομάχων, αναπαυτήριο και θεραπευτήριο που είχε φτιάξει ο Λουδοβίκος 14ος για τους στρατιωτικούς. Το βασίλειο της στρατιωτικής ανδρείας, στη φάση της απόσυρσης, έγινε το πεδίο της παρθενικής εμφάνισης του Dior που έχει παραδώσει τα ηνία του στον Ιρλανδό Jonathan Anderson.
Η πρώτη του συλλογή για τον Dior Homme αποδομεί μεθοδικά τις κλασικές σιλουέτες και ντύνει τον άνδρα -ή ορθότερα, όποιον επιλέξει να φορέσει αυτά τα ρούχα- με αντιφατική, εύθραυστη κομψότητα. Ξεκάθαρα παραδείγματα; Τα διάσημα Bar jackets, σήμα κατατεθέν του Christian Dior, εμφανίστηκαν ραμμένα σε ανδρικό tweed, αλλά ανοιχτά, ακάλυπτα στο στήθος, προτείνοντας μια ανδρική επιβολή πιο σύνθετη από τη στερεοτυπική δύναμη.
Πουλόβερ με varsity αισθητική, χαρακτηριστικά των αμερικανικών σχολείων, αποδομήθηκαν, έμοιαζαν σχεδόν παραμελημένα, σαν να τα έβγαλε κανείς βιαστικά μετά από μια νύχτα αμφιβολίας.Ίχνη ενός κόσμου που γκρεμίζεται ή ξαναχτίζεται, ανάλογα πως βλέπεις το ποτήρι, μισογεμάτο ή μισοάδειο. Και ο ίδιος ο καλλιτεχνικός διευθυντής του οίκου να βγαίνει με τα χέρια στην τσέπη του πολυφορεμένου τζιν του με ένα καρό πουκάμισο, με το κεφάλι κάπως να σκύβει και τα μάτι να κοιτάζουν κάπως αμήχανα το κοινό που επευφημούσε.

Υπήρχαν και πιο κρυφές αναφορές: τα κολάρα με τις ρομαντικές πιέτες, δανεισμένα από την αγγλική ιστορία και την queer αισθητική των 80s, είχαν μια αξιαγάπητη υπόγεια ειρωνεία. Μια ηχώ του πώς το φύλο, η ταυτότητα, η εξουσία είναι σήμερα, περισσότερο από ποτέ, ρευστά.
Τα παλτό, σε υπερμεγέθη σχήματα αλλά με λεπτομέρειες που διαλύουν τη στρατιωτική τους αυστηρότητα, θυμίζουν ότι τίποτα δεν μένει ανεπηρέαστο από τη σύγχρονη αμφισβήτηση.
Ο Dior Ως Σκηνή Πολιτιστικής
Αναμέτρησης
Το 1947, ο Christian Dior επανεφηύρε τη γυναικεία
σιλουέτα και, ταυτόχρονα, την εικόνα
της μεταπολεμικής Γαλλίας ως κέντρο
αισθητικής κυριαρχίας. Σήμερα, ο Anderson
επιστρέφει στον πυρήνα αυτής της
παράδοσης, όχι για να την εξυμνήσει,
αλλά για να την υπονομεύσει.
Το σκηνικό του σόου ήταν μια μινιμαλιστική εγκατάσταση που θύμιζε περισσότερο έκθεση σύγχρονης τέχνης παρά πασαρέλα. Αντικείμενα εμπνευσμένα από τις νεκρές φύσεις του Chardin, ραμμένα με το ίδιο χέρι που χτίζει και αποδομεί ταυτόχρονα.
Δεν είναι τυχαίο ότι, όπως σχολίασε εύστοχα η Jo Ellison του How To Spend It, για τον Anderson το σημείο εκκίνησης δεν ήταν ένα κομμάτι υφάσματος, αλλά… μια γραμματοσειρά. Όπως είπε ο ίδιος στα παρασκήνια, αυτό που «ξεκλείδωσε» τη συλλογή ήταν η συνειδητοποίηση ότι ο Monsieur Dior χρησιμοποιούσε μια καθαρά γαλλική τυπογραφική γραφή.
Μπορεί να ακούγεται ασήμαντο, μια λεπτομέρεια για τους γραφίστες. Όμως στον κόσμο του Dior, τίποτα δεν είναι τυχαίο. Η γλώσσα, το σχήμα των γραμμάτων, η ίδια η ταυτότητα της γραφής γίνονται κώδικες εξουσίας. Η τυπογραφία αποκαλύπτει καταγωγή, πολιτισμό, εθνική μνήμη και ο Anderson, ευφυώς, ξεκινά την ανατροπή από εκεί.
Σε αυτή τη λεπτομέρεια φαίνεται ξανά
η πολιτική του προσέγγιση. Όπως τα
ξεκούμπωτα σακάκια και οι λυτές γραβάτες,
έτσι και η γαλλική γραμματοσειρά γίνεται
μια ήσυχη, αλλά ξεκάθαρη δήλωση: Η
παράδοση δεν αγγίζεται απλώς αλλά
αποδομείται, ξαναγράφεται, γίνεται
αμφίσημο υλικό στα χέρια ενός δημιουργού
που καταλαβαίνει ότι ακόμη και το πιο
ανεπαίσθητο στοιχείο, φέρει πολιτικό
βάρος.
Ο Anderson προτείνει μια ανδρική εικόνα γεμάτη εύθραυστη ισχύ, ήπιες συγκρούσεις και πολιτισμική ειρωνεία. Τα ρούχα δεν λειτουργούν ως επιβεβαίωση κύρους, αλλά ως εργαλεία ερωτήσεων: Πόσο ασφαλής είναι η ταυτότητα, όταν ακόμη και το σχήμα των γραμμάτων επαναδιαπραγματεύεται τη σημασία της; Πόσο ρευστή είναι η εξουσία, όταν η ίδια η γλώσσα της μόδας γίνεται ανοιχτό πεδίο επανανοηματοδότησης; Πόσο εύθραυστη είναι η ανδρική εικόνα, όταν η σαγήνη της βασίζεται στην αμφισημία και όχι στη βεβαιότητα;
Dior Στην Εποχή της Κρίσης
Ταυτότητας
Η συλλογή Anderson δεν είναι μια εύκολη
λύση στο αίνιγμα της ανδρικής ταυτότητας,
της μόδας ή της κοινωνικής ανασφάλειας.
Είναι ένα σιωπηλό κάλεσμα σε διάλογο,
σε αμφισβήτηση, σε αποδόμηση.
Ο Dior Homme μετατρέπεται έτσι σε σύγχρονο εργαστήριο — εκεί όπου η παράδοση αναπνέει μέσα από την αμφιβολία, εκεί όπου το ανδρικό σώμα δεν προστατεύεται από πανοπλίες αλλά εκτίθεται, ίσως επικίνδυνα, στη θέαση.
Αυτό είναι το πραγματικό πραξικόπημα του Jonathan Anderson. Δεν πουλάει λογότυπα. Δεν εκβιάζει εντυπωσιασμούς. Σαγηνεύει μέσα από την ασάφεια. Με σιλουέτες που κινούνται ανάμεσα στο αρσενικό και στο θηλυκό, στο ιερό και το καθημερινό, στη δύναμη και την κατάρρευση. Ναι, όπως αυτές οι υπέροχες baloon cargo βερμούδες -δεν είχα φαναστεί ότι θα χρησιμοποιούσα αυτές τις λέξεις μαζί.
Στη σκιά του Hôtel des Invalides, ενός μνημείου στρατιωτικής ισχύος , η σιωπηλή ανατροπή είναι πιο ηχηρή από κάθε κραυγή. Ο Dior Homme του Anderson είναι η στολή ενός νέου, επικίνδυνα ασαφούς κόσμου. Σε μια εποχή παγκόσμιας πολιτικής ρευστότητας, ο Anderson δεν δίνει απαντήσεις. Σου δίνει ρούχα που σε κάνουν ερώτηση. Σου δίνει στυλ που διαλύει τους κανόνες.