ΜΙΑ ΓΕΙΤΟΝΙΑ ΞΥΠΝΑ. Φωνές από τα μπαλκόνια, το άρωμα του καφέ, οι γυναίκες στη λαϊκή. Έτσι ξεκινά το μουσικό ταξίδι «Στη Νέα Ιωνία», ο πρώτος δίσκος της Παναγιώτας Πέτση, ένας περίπατος μέσα από σπίτια με μισάνοιχτα παράθυρα και ιστορίες που δεν ειπώθηκαν ποτέ.
Η μουσικός και ερμηνεύτρια Παναγιώτα Πέτση και ο σύζυγός της, ο στιχουργός Νίκος Νούκουτος, από τη Νέα Ιωνία Βόλου, έδωσαν τα χρήματα από τα δώρα του γάμου τους γι’ αυτόν τον δίσκο που αποτελεί το ντεμπούτο της Παναγιώτας στη δισκογραφία. Θυμίζει την ιστορία της Μαρίνας Σάττι, που για να καταφέρει να κυκλοφορήσει το βίντεο κλιπ της, πούλησε ένα χωράφι.
«Ήταν μια πράξη επανάστασης», λέει ο Νούκουτος. «Να επενδύεις σε κάτι που δεν θα σου φέρει χρήματα, μόνο αλήθεια». Η «Νέα Ιωνία» δεν είναι απλώς ο τίτλος του άλμπουμ, είναι μια περιοχή με πλούσια ιστορία, –οι πρώτοι κάτοικοι ήταν πρόσφυγες από τη Σμύρνη– και το πεδίο αναμέτρησης με τη μνήμη, τη βία, το φύλο, την πατρότητα, τη μικρή ζωή. Και όλα ξεκίνησαν όταν η Παναγιώτα ήταν έγκυος στο πρώτο τους παιδί. «Έγραφα τρία τραγούδια την ημέρα», θυμάται. «Δεν ήξερα τι με είχε πιάσει. Κρατήσαμε μερικά από τα 150».

Μουσικά η Παναγιώτα έχει ακολουθήσει τον δρόμο των λιτών μελοποιήσεων, πράγμα που ενισχύει την τρυφερότητα, την ευαισθησία και την αφηγηματικότητα των τραγουδιών, ενώ το πάντρεμα του θεωρητικά «underground» στίχου με τη λυρικότητα της φωνής της δημιουργεί κάτι που, κατά την ταπεινή μου γνώμη, δεν έχουμε ξανακούσει.
Η παραγωγή και η δημιουργική, ενορχηστρωτική πλαισίωση του δίσκου, έγινε από τους Νίκο Βογιατζάκη και Θωμά Στρατάκη και, χαρακτηρίζεται από μια ισορροπημένη μείξη ακουστικών, ηλεκτρικών αλλά και ηλεκτρονικών στοιχείων. Καταφέρνουν έτσι να δημιουργήσουν ένα ηχητικό τοπίο που αντικατοπτρίζει την πολυμορφία του άλμπουμ. Στον δίσκο συμμετέχουν ερμηνευτικά ο Γιώργος Γκέκας, η Χριστίνα Μπαλτζή (Καρλότα) και ο Γεράσιμος Σκιαδαρέσης.
Στο εξώφυλλο του δίσκου, η κόρη της Παναγιώτας και του Νίκου στέκεται στη Νέα Ιωνία, με φόντο μια παλιά γειτονιά. «Το καγκουρό είναι το μόνο αστείο σύμβολο. Όλα τα άλλα είναι μνήμη». Για εκείνον και την Παναγιώτα δεν έχει σημασία το αν θα κάνουν live ή θα μπουν στα ραδιόφωνα. «Προτεραιότητά μας είναι το σπίτι μας να είναι χαρούμενο. Αυτό είναι η επανάσταση».
Το «ταξίδι» της ενδοοικογενειακής σιωπής μέσα από τους στίχους

Το «Στη Νέα Ιωνία» ανοίγει την πόρτα σε μια γειτονιά όπου «ο ήλιος βγαίνει παρόλο που ίδια έχει μείνει τόσα χρόνια». Μια ακίνητη κοινωνία, όπου οι άντρες πίνουν «δυο τσίπουρα προτού τελειώσει η μέρα» και οι γυναίκες κουβαλούν τη Δευτέρα στην πλάτη. Ήταν το πρώτο τραγούδι που γράφτηκε, ένα σκηνικό ζωής σαν παλιό ημερολόγιο, «για τον κύριο Γιάννη και τον μπογιατζή τον Στίβι», αλλά και για τον πατέρα του Ν. Νούκουτου.
Η «Κομπόστα» είναι ένα γράμμα, μια εξομολόγηση, μια απολογία για το bullying κατά την παιδική του ηλικία. Ο στιχουργός απευθύνεται στην αδελφή του. «Ζητώ συγγνώμη», λέει, «δεν το έκανα ποτέ μου με σκοπό». Παραδέχεται το σφάλμα του – τον αυταρχισμό, τον φόβο του για τη διαφορετικότητα, όλα όσα του κληροδότησε μια οικογένεια με «παππού που έλεγε να κρατάω τα χαλινάρια σφιχτά». Ένα τραγούδι που γεννήθηκε για να επουλώσει πληγές.
Η «Ιστορία της Δημητρούλας» έχει το όνομα της μητέρας του και θέλει να μιλήσει για όλες τις κακοποιημένες γυναίκες των Βαλκανίων. Είναι η ιστορία ενός κοριτσιού απ’ την Καρδίτσα που παντρεύτηκε στα δεκάξι, χτυπήθηκε, βιάστηκε, σώπασε. Μέχρι που μια μέρα, «ό,τι έπιανε του πέταγε απ’ τα σκεύη» και έφυγε. «Ήθελα να μιλήσω για όλες τις γυναίκες των Βαλκανίων που κουβαλούν τέτοιες σιωπές», μας λέει ο Ν. Νούκουτος.

Το «Με σιδερολοστό», το οποίο ερμηνεύει η τρανς καλλιτέχνις Καρλότα (Χριστίνα Μπαλτζή), αφηγείται με ωμότητα τη βία απέναντι στα τρανς παιδιά μέσα στο ίδιο τους το σπίτι. «Είναι ένα τραγούδι για μια φίλη μου, που στάθηκε όρθια παρ’ όλα όσα πέρασε» αναφέρει ο Ν. Νούκουτος. Ένας πατέρας που χτυπά, η Συγγρού που γίνεται καταφύγιο, ένας κόσμος που δεν αντέχει τη διαφορά. Κι όμως, ο ήρωας του τραγουδιού στο τέλος λέει: «Μα εγώ αλήθεια ακόμη σ’ αγαπώ».
Το «Στον Α.» αναφέρεται σε έναν χρήστη που αυτοκτόνησε. Η φωνή του Γεράσιμου Σκιαδαρέση αφηγείται την κατάρρευση. «Έγραψα αυτό το τραγούδι για να μη νιώθει μόνη η Λίνα, που τον αγαπούσε» λέει ο Νίκος Νούκουτος. Το φως που φέρνει το σκοτάδι και μια θηλιά που κρέμεται από το πολύφωτο. Ένα τραγούδι θρήνος αλλά και μνημόσυνο.
Το «Ηλία, ρίχ’ το» είναι ένα νοσταλγικό άγγιγμα σε μια άλλη Ελλάδα. Ένας άντρας που ήθελε να είναι πρωταγωνιστής σε μια ταινία του Βούλγαρη. Δεν πρόλαβε. Μόνο «ένα άφιλτρο Καρέλια» και μια «καραμπόλα». Ένα τραγούδι για τον θάνατο, για εκείνους που ζουν μες στο Rex και το παράπονο.
Η «Μάριον» είναι μια σπαρακτική ωδή στον έρωτα που σώζει πριν χαθεί. Εμπνευσμένο από ένα επεισόδιο της της παλιάς σειράς κινουμένων σχεδίων της ΕΡΤ «Ρομπέν των Δασών», του 1993, με τον σκοτεινό ιππότη που θυσιάζεται για την κυρία του. «Μάριον, σαν με κοιτάς, ο κόσμος γύρω μου μικραίνει». Είναι η πιο λυρική στιγμή του δίσκου – και ίσως η πιο προσωπική.
Το «Μαζόχα» είναι η αφήγηση της ενοχής. Του ανθρώπου που ερωτεύεται τοξικά, που «θέλει να τον διώχνουν διαρκώς». Ο Νίκος Νούκουτος το έγραψε σαν μια ομολογία. «Ήταν μια ψυχολογική αυτοδιάγνωση – σαν να εξηγούσα στον εαυτό μου γιατί πάντα πονάω» λέει. Η ήττα στα χαρτιά γίνεται νίκη στην αγάπη – αλλά μόνο αν αντέξεις να τη δεις.
Το «Απόγευμα στη Λάρισα» είναι το πιο τρυφερό τραγούδι του δίσκου. Δύο άνθρωποι που έχουν χωρίσει προσπαθούν να καταλάβουν ο ένας τον άλλον μέσα από αναμνήσεις. «Να ήταν σήμερα τα πράγματα αλλιώς». Μια συγγνώμη που ειπώθηκε, έστω και αργά.