Το αίσθημα ατιμωρησίας που διαπερνά την ελληνική κοινωνία και το αποτύπωμα της ακρίβειας στη ζωή των πολιτών αναδεικνύει η νέα δημοσκόπηση της Alco, για λογαριασμό του Alpha.
Hχηρό καμπανάκι για την ανάγκη ουσιαστικής αποκατάστασης της εμπιστοσύνης των πολιτών στη δικαιοσύνη και τους θεσμούς αποτελούν τα ευρήματα της δημοσκόπηση της Alco, καθώς το 61% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι δεν πιστεύει πως θα υπάρξει τιμωρία για όσους εμπλέκονται στο σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ, ενώ μόλις το 24% εκτιμά ότι θα υπάρξουν κυρώσεις.

Ανάλογο είναι το κλίμα και σε ζητήματα καθημερινής διαφθοράς: το 43% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι γνωρίζει προσωπικά κάποιον που «λάδωσε» για να βγάλει ή να ανανεώσει δίπλωμα οδήγησης, ενώ το 44% απαντά αρνητικά. Το γεγονός αυτό καταδεικνύει ότι η διαφθορά εξακολουθεί να θεωρείται σχεδόν «κανονικότητα» για ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας, ενισχύοντας περαιτέρω το αίσθημα ατιμωρησίας.

Το 49% των ερωτηθέντων θεωρεί ότι η άρση της μονιμότητας στο Δημόσιο θα βελτιώσει την παραγωγικότητα, ενώ το 39% διαφωνεί με αυτή την άποψη. Τα ευρήματα καταδεικνύουν ότι η ατιμωρησία αποτελεί έναν από τους βασικούς παράγοντες που υπονομεύουν την εμπιστοσύνη των πολιτών στους θεσμούς και την ίδια τη δημοκρατική λειτουργία της χώρας.
Καλοκαιρινές διακοπές υπό το βάρος της ακρίβειας
Σχεδόν οι μισοί ερωτηθέντες -συγκεκριμένα το 43%- δεν θα πάνε καλοκαιρινές διακοπές και ένα 8% δηλώνει αναποφάσιστο. Το ποσοστό όσων σχεδιάζουν διακοπές, που ανέρχεται στο 49% είναι περίπου 10 μονάδες χαμηλότερο σε σύγκριση με το 2024, γεγονός που αποδίδεται κυρίως στην αύξηση του κόστους.

Το 81% όσων δεν θα πάνε διακοπές αναφέρει ως βασικό ανασταλτικό παράγοντα το κόστος διαμονής, το 80% την ανάγκη κάλυψης άλλων προτεραιοτήτων, το 62% το κόστος εισιτηρίων και το 50% το κόστος φαγητού. Από όσους θα ταξιδέψουν, το 47% θα μείνει σε δικό του ή συγγενικό σπίτι, το 38% σε ξενοδοχείο, το 8% σε κάμπινγκ και το 7% σε Airbnb.
Η εικόνα αλλάζει σε ό,τι αφορά τους νέους 17-24 ετών, οι οποίοι εμφανίζονται πιο αισιόδοξοι, με το 78% να δηλώνει ότι θα πάει διακοπές, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στους άνω των 65 ετών περιορίζεται μόλις στο 32%.