Κυριάκος Χαρίτος
Θήβα Μοναξιά
Μικρό Θέατρο Αρχαίας Επιδαύρου
Τώρα μιλά η Θήβα
Τα τείχη τα σεπτά
Ναοί και αγορές
Γίνανε μπετά



“Η μάνα μου θα έρθει με το πούλμαν στην Επίδαυρο. Κατευθείαν από Χαλκίδα. Εκεί που έζησε όλη της τη ζωή. Εκεί που μας μεγάλωσε. Γιαννίτση. Λεμπέση. Κακαρά. Αρεθούσης. Στου Σέρρα. Στου Ζαγοριανιού. Στου Αφράτη. Σπίτια δανεικά μα η αγάπη δική μας. Εκεί που έφυγε και ξαναγύρισε. Αμερική. Αυστραλία. Πίσω. Πίσω. Πάντα πίσω με λάφυρα ελάχιστα. Εκεί που δούλεψε σα σκυλί. Κλινική του Παππά. Νοσοκομείο. Εργοστάσιο Περφέκτ. Καταστήματα. Κλινική του Φαλιάκου. Σπίτια με μωρά. Σπίτια με σώματα κατάκοιτα. Κάθε φορά που έλεγε τον έπλυνα / του έβαλα αλοιφή / είχε ανοίξει από κάτω, ανατρίχιαζα. Θα φύγουν από τις 4.30 το μεσημέρι. Κουδούνια θα γίνουν. Θα δυσκολευτεί στα σκαλιά. Το χειρουργείο είναι για το φθινόπωρο. Ποιος τα περίμενε όλα αυτά; Πως θα έφτανε η στιγμή μιας τέτοιας γλυκιάς ταλαιπωρίας; Τι θα βάλεις, της λέω. Τη μπλούζα μου με τη δαντέλα και τη φούστα μου τη μαύρη, λέει. Θα βάλει τα κλασικά καλά της. Τη στολή της περήφανης μάνας που έχει φθορές μα καμουφλάρονται από ένα φως ανάμεσα στα μάτια και το κούτελο. Το έχει πει σε όλη τη Χαλκίδα. Η μόνη εξουσία που έχει αυτή η γυναίκα είναι μια τηλεφωνική συσκευή. Από εκεί εκπέμπει το σήμα της. Από εκεί προσκαλεί τον κόσμο να μετέχει του θαύματος. Πατάει ένα-ένα αργά τα νούμερα. Και μετά το κουμπί με το πράσινο ακουστικό λες και θέλει να το σπάσει. Περιμένει στη γραμμή. Γουργουρίζει η καρδιά της.” (Κυριάκος Χαρίτος)






Η μνήμη δεν είναι τίποτε άλλο πέρα από γλώσσα. Σε μια επαρχία ξεγραμμένη εδώ και χρόνια, μια φωνή ψάχνει εκείνο το κορίτσι που το λέγαν Αντιγόνη. Η πόλη ξυπνά. Θυμάται. Μπαινοβγαίνει στο όνειρο. Τα θραύσματά της αντηχούν. Μένουν για λίγο. Μετά γίνονται σκόνη.
Βραβευμένος συγγραφέας και σεναριογράφος, ο Κυριάκος Χαρίτος (Κρατικό Βραβείο Παιδικού Λογοτεχνικού Βιβλίου 2023) γράφει μια λαϊκή παραλογή εμπνευσμένη από τον μύθο της Αντιγόνης που σκηνοθετεί η Όλια Λαζαρίδου. Αποφεύγοντας τη γραμμικότητα ενός κειμένου που οι θεατές γνωρίζουν απέξω κι ανακατωτά, το Θήβα μοναξιά κινείται τόσο προς τα μπρος όσο και προς τα πίσω. Έχει τη μορφή ενός παραμιλητού. Ενός τραγουδιού.
Η αφήγηση, άλλοτε σε έμμετρο κι άλλοτε σε πεζό λόγο, συνομιλεί με τη μουσική. Οι ηθοποιοί συνθέτουν μια ονειρική μπάντα που πότε μιλά, πότε τραγουδά και πότε ψάλλει και μας μεταφέρει στα χώματα ενός τόπου γεμάτου θραύσματα μνήμης σαν κτερίσματα.
Η παράσταση συνομιλεί με την εναρκτήρια παραγωγή του Φεστιβάλ στην Επίδαυρο (Αντιγόνη του Σοφοκλή σε σκηνοθεσία Ulrich Rasche).
Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου
Η ταυτότητα της παράστασης:
Σκηνοθεσία Όλια Λαζαρίδου
Μουσική σύνθεση Γιαν Βαν Αγγελόπουλος
Σκηνικά – Κουστούμια Άγγελος Μέντης
Φωτισμοί Ελίζα Αλεξανδροπούλου
Κίνηση Νικολέττα Ξεναρίου
Διδασκαλία φωνών Γιάννης Ψαλιδάκος
Βοηθός σκηνοθέτιδας Αριάδνη Κωσταντακοπούλου
Ηχοληψία Νίκος Κόλλιας
Παίζουν Όλια Λαζαρίδου, Αλεξάνδρα Καζάζου, Βασίλης Τρυφουλτσάνης, Γιάννης Ψαλλιδάκος
Φιλική συμμετοχή Άγγελος Παπαδημητρίου
Οργάνωση παραγωγής Χριστίνα Παπαδάκη
Εκτέλεση παραγωγής Apparat Athen / Νικόλας Χανακούλας
Τo έργο κυκλοφορεί σε δίγλωσση έκδοση στο πλαίσιο της Θεατρικής Σειράς του Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου σε συνεργασία με τις εκδόσεις Νεφέλη. Την αγγλική μετάφραση υπογράφει ο συγγραφέας, Κυριάκος Χαρίτος.