Μπαράκ Ομπάμα: Η απάντηση στον Τραμπ που ζητά την ποινική του δίωξη – «Αδύναμη απόπειρα αντιπερισπασμού»


Ο Μπαράκ Ομπάμα έσπασε τη σιωπή του σχετικά με τις εκκλήσεις του Ντόναλντ Τραμπ να διωχθεί ποινικά, απορρίπτοντας τις κατηγορίες του διαδόχου του ότι προσπάθησε να οργανώσει «πραξικόπημα» μετά τη νίκη του Τραμπ στις εκλογές του 2016, «κατασκευάζοντας» σενάρια για ρωσική ανάμειξη.

Το γραφείο του Ομπάμα προέβη στην ασυνήθιστη κίνηση να εκδώσει μια έντονη διάψευση, μετά τις δηλώσεις του Αμερικανού προέδρου σε δημοσιογράφους ότι ο προκάτοχός του είχε «προσπαθήσει να ηγηθεί ενός πραξικοπήματος» εναντίον του και είναι ένοχος για «προδοσία», με βάση εκτιμήσεις των υπηρεσιών πληροφοριών που υποδείκνυαν ότι η Ρωσία είχε παρέμβει για να βοηθήσει τον Τραμπ να νικήσει τη Χίλαρι Κλίντον στις εκλογές.

«Από σεβασμό προς το αξίωμα της Προεδρίας, το γραφείο μας συνήθως δεν καταδέχεται να απαντήσει στις συνεχείς ανοησίες και την παραπληροφόρηση που προέρχεται από τον Λευκό Οίκο», ανέφερε η δήλωση. «Όμως αυτοί οι ισχυρισμοί είναι τόσο εξωφρενικοί που απαιτούν απάντηση. Αυτοί οι παράλογοι ισχυρισμοί είναι γελοίοι και αποτελούν μια αδύναμη απόπειρα αντιπερισπασμού.»

Η δήλωση συνέχισε επικρίνοντας τους ισχυρισμούς που περιέχονται σε ένα 11σέλιδο έγγραφο που κυκλοφόρησε την προηγούμενη εβδομάδα από την Τάλσι Γκάμπαρντ, τη διευθύντρια της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, η οποία ανέφερε ότι διαβίβασε αποδείξεις για αυτό που χαρακτήρισε «προδοτική συνωμοσία» από αξιωματούχους εθνικής ασφάλειας της κυβέρνησης Ομπάμα στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, συνιστώντας την ποινική τους δίωξη.

«Τίποτα στο έγγραφο που εκδόθηκε την προηγούμενη εβδομάδα δεν αναιρεί το ευρέως αποδεκτό συμπέρασμα ότι η Ρωσία εργάστηκε για να επηρεάσει τις προεδρικές εκλογές του 2016, χωρίς ωστόσο να καταφέρει να αλλοιώσει ψήφους», αναφέρεται.

«Αυτά τα συμπεράσματα επιβεβαιώθηκαν σε μια έκθεση του 2020 από τη δικομματική Επιτροπή Πληροφοριών της Γερουσίας, με επικεφαλής τον τότε πρόεδρο Μάρκο Ρούμπιο.»

Η απάντηση του Ομπάμα ήρθε μετά από έναν καταιγισμό κατηγοριών του Τραμπ μέσα από τον Λευκό Οίκο, κατά τη διάρκεια συνάντησής του με τον Πρόεδρο των Φιλιππίνων, Φερδινάνδο Μάρκος Τζούνιορ, γιο του πρώην αυταρχικού προέδρου της χώρας που ανατράπηκε από τη λαϊκή «επανάσταση του λαού» το 1986.

Όταν ρωτήθηκε από δημοσιογράφο ποιος πρέπει να είναι ο κύριος στόχος της ποινικής έρευνας που συνιστά η έκθεση της Γκάμπαρντ, ο Τραμπ απάντησε: «Με βάση όσα διάβασα, και διάβασα πάνω-κάτω ό,τι διαβάσατε κι εσείς, θα ήταν ο Πρόεδρος Ομπάμα. Αυτός το ξεκίνησε, και ο Μπάιντεν ήταν εκεί μαζί του. Και ο Κόμι [πρώην διευθυντής του FBI] ήταν εκεί, και ο Κλάπερ [πρώην διευθυντής της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών], όλη η ομάδα ήταν εκεί. Ήταν κι αυτοί, αλλά ο αρχηγός της συμμορίας ήταν ο Πρόεδρος Ομπάμα, ο Μπαράκ Χουσεΐν Ομπάμα. Τον έχετε ακουστά;»

Συνέχισε: «Δεν μιλάμε για ενδείξεις. Μιλάμε για αποδείξεις, αδιάσειστες αποδείξεις ότι ο Ομπάμα ήταν στασιαστής, ότι ο Ομπάμα… προσπαθούσε να ηγηθεί ενός πραξικοπήματος, και το έκανε μαζί με τη Χίλαρι Κλίντον, και με όλους αυτούς τους άλλους, αλλά ο Ομπάμα ήταν ο επικεφαλής. Είναι ένοχος. Αυτή ήταν προδοσία. Ήταν κάθε λέξη που μπορείτε να φανταστείτε. Προσπάθησαν να κλέψουν τις εκλογές. Προσπάθησαν να τις συσκοτίσουν. Έκαναν πράγματα που κανείς δεν είχε καν διανοηθεί.»

Ο Τραμπ είπε ότι η Γκάμπαρντ του είχε πει πως έχει «χιλιάδες επιπλέον έγγραφα που έρχονται».

«Είναι το πιο απίστευτο πράγμα που νομίζω ότι έχω διαβάσει ποτέ. Οπότε ρίξτε μια ματιά σ’ αυτό και σταματήστε να μιλάτε για ανοησίες», πρόσθεσε, σε μια φαινομενικά συγκαλυμμένη έκκληση προς τους υποστηρικτές του να σταματήσουν τις απαιτήσεις για τη δημοσιοποίηση των εγγράφων που σχετίζονται με τον Τζέφρι Έπσταϊν.

Ωστόσο, η έκθεση της Γκάμπαρντ, η οποία κατηγόρησε τον Ομπάμα ότι ανάγκασε τις υπηρεσίες κατασκοπείας να αλλοιώσουν τα συμπεράσματά τους, συνδύασε και παραποίησε διαφορετικά ζητήματα ώστε να υπονομεύσει την αξιολόγηση της κοινότητας των πληροφοριών του 2017, η οποία κατέληξε ότι η Ρωσία επιδίωξε να βοηθήσει τον Τραμπ και να βλάψει την Κλίντον.

Η αξιολόγηση κατέληγε στο ότι η Ρωσία δεν διεξήγαγε κυβερνοεπιθέσεις κατά των εκλογικών υποδομών με σκοπό την αλλοίωση ψήφων, αλλά διαπίστωσε ότι η Μόσχα παραβίασε και διέρρευσε έγγραφα της Εθνικής Επιτροπής των Δημοκρατικών με στόχο να βλάψει την καμπάνια της Κλίντον. Η έκθεση της Γκάμπαρντ χρησιμοποίησε αυτό το πρώτο συμπέρασμα για να υπονοήσει ότι δεν υπήρξε ευρύτερη ρωσική επιχείρηση επιρροής, και επικαλέστηκε τη «καθημερινή ενημέρωση του Προέδρου» (Presidential Daily Brief) του Δεκεμβρίου 2016 – η οποία τότε ανέφερε ότι δεν υπήρχαν ρωσικές επιθέσεις κατά εκλογικών συστημάτων – ως απόδειξη πολιτικής παρέμβασης στην αξιολόγηση.

Οι ισχυρισμοί περί ρωσικής ανάμειξης επιβεβαιώθηκαν αργότερα στην έκθεση του ειδικού εισαγγελέα Ρόμπερτ Μιούλερ το 2019, καθώς και στην έκθεση της δικομματικής Επιτροπής Πληροφοριών της Γερουσίας που δημοσιεύθηκε το επόμενο έτος, υπό την ηγεσία του Ρούμπιο – ο οποίος σήμερα είναι Υπουργός Εξωτερικών στην κυβέρνηση Τραμπ.

Με πληροφορίες από Guardian

 

 



Πηγή: www.lifo.gr