Μια αιματηρή αναζωπύρωση της διαμάχης μεταξύ Ταϊλάνδης και Καμπότζης για τα σύνορά τους σημειώθηκε την Πέμπτη, όταν η Ταϊλάνδη εξαπέλυσε αεροπορικά πλήγματα εναντίον στρατιωτικών στόχων της Καμπότζης, κατηγορώντας την για εκτόξευση ρουκετών και πυρών πυροβολικού.
Τουλάχιστον 11 Ταϊλανδοί πολίτες, ανάμεσά τους κι ένα αγόρι 8 ετών, καθώς και ένας στρατιώτης, σκοτώθηκαν στις συγκρούσεις, ενώ οι απώλειες από την πλευρά της Καμπότζης παραμένουν αδιευκρίνιστες. Οι δύο πλευρές αλληλοκατηγορούνται για την έναρξη των εχθροπραξιών.
Η εδαφική διαφορά ανάγεται στον 20ό αιώνα, όταν η Γαλλία, ως αποικιοκρατική δύναμη στην Καμπότζη έως το 1953, σχεδίασε τα σύνορα με την Ταϊλάνδη. Η συνοριακή γραμμή, μήκους 817 χιλιομέτρων, έχει προκαλέσει επανειλημμένες εντάσεις, καθώς κάθε χώρα επικαλείται διαφορετικές ιστορικές χαρτογραφήσεις, τροφοδοτώντας εθνικιστικά αισθήματα.
Η τελευταία ένταση ξεκίνησε τον Μάιο, όταν στρατεύματα των δύο χωρών αντάλλαξαν πυρά σε αμφισβητούμενη ζώνη, με αποτέλεσμα τον θάνατο ενός Καμποτζιανού στρατιώτη. Η ανταλλαγή πυρών πυροδότησε μια σειρά εχθρικών μέτρων: η Ταϊλάνδη επέβαλε περιορισμούς στα σύνορα, ενώ η Καμπότζη απάντησε με απαγόρευση εισαγωγών αγροτικών προϊόντων, διακοπή εκπομπών ταϊλανδικών ταινιών και μείωση του bandwidth για το διαδίκτυο προερχόμενο από την Ταϊλάνδη.
Η κατάσταση κλιμακώθηκε εκ νέου την Τετάρτη, όταν πέντε Ταϊλανδοί στρατιώτες τραυματίστηκαν από νάρκες κατά την περιπολία τους. Η Μπανγκόκ ισχυρίζεται ότι οι νάρκες τοποθετήθηκαν πρόσφατα και αντέδρασε με το κλείσιμο των βορειοανατολικών συνοριακών διαβάσεων, απέσυρε τον πρέσβη της από την Πνομ Πενχ και απέλασε τον Καμποτζιανό πρέσβη. Η Καμπότζη απάντησε υποβαθμίζοντας τις διπλωματικές σχέσεις στο ελάχιστο και ανακάλεσε όλο το προσωπικό της πρεσβείας της από τη Μπανγκόκ. Διαψεύδει ότι έχει τοποθετήσει νέες νάρκες.
Εσωτερική πίεση και παλιές φιλίες
Η κρίση εξελίσσεται σε περίοδο πολιτικής ευθραυστότητας και για τις δύο χώρες. Στην Καμπότζη, ο επί δεκαετίες αυταρχικός ηγέτης Χουν Σεν παρέδωσε τυπικά την εξουσία στον γιο του, Χουν Μανέτ, το 2023, όμως συνεχίζει να ασκεί τεράστια επιρροή ως πρόεδρος της Γερουσίας. Ο αναλυτής Ματ Γουίλερ του International Crisis Group εκτιμά ότι ο Χουν Σεν πιθανόν ενισχύει εσκεμμένα τα εθνικιστικά πάθη για να σταθεροποιήσει τη θέση του γιου του, ο οποίος «κυβερνά στη σκιά του πατέρα του και δεν έχει δική του πολιτική βάση».
Ταυτόχρονα, η οικονομική πίεση εντείνεται: από την 1η Αυγούστου, και οι δύο χώρες απειλούνται με επιβολή δασμών 36% από τις ΗΠΑ, γεγονός που καθιστά δελεαστική τη συσπείρωση μέσω εξωτερικής κρίσης.
Στην Ταϊλάνδη, η κατάσταση είναι ακόμη πιο εύθραυστη. Η πρωθυπουργός Παετόνγκταρν Σιναουάτρα έχει τεθεί σε αργία, και το κόμμα της, Pheu Thai, επικρίνεται έντονα για την ολιγωρία του στην αντιμετώπιση της κρίσης. Μια διαρροή συνομιλίας της Σιναουάτρα με τον Χουν Σεν προκάλεσε πολιτικό σάλο: στο ηχητικό, εκείνη αποκαλεί τον Καμποτζιανό ηγέτη «θείο» και του λέει πως «ό,τι θέλει, θα το φροντίσει εκείνη». Επιπλέον, ακούγεται να ειρωνεύεται ανώτατο αξιωματικό του ταϊλανδικού στρατού, υπονομεύοντας ένα θεσμό που παραδοσιακά διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στην πολιτική ζωή της χώρας.
Η προσωπική σχέση της Σιναουάτρα με την οικογένεια Χουν –μια φιλία που χρονολογείται από τη θητεία του πατέρα της, Θάκσιν Σιναουάτρα– πυροδότησε κατηγορίες ότι έθεσε τα οικογενειακά συμφέροντα πάνω από τα εθνικά.
Ποια είναι η προοπτική επίλυσης;
Η Καμπότζη έχει απευθυνθεί στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης για επίλυση της συνοριακής διαφοράς, όμως η Ταϊλάνδη δεν αναγνωρίζει τη δικαιοδοσία του δικαστηρίου, καθιστώντας αυτή την οδό ατελέσφορη.
Ο πρωθυπουργός της Μαλαισίας, Άνουαρ Ιμπραήμ, ο οποίος προεδρεύει φέτος της ASEAN, κάλεσε τις δύο χώρες να επιδείξουν αυτοσυγκράτηση. Ωστόσο, η αναλυτής Τίτα Σανγκλί του Ινστιτούτου ISEAS σημειώνει ότι ο οργανισμός σπάνια αναλαμβάνει μεσολαβητικό ρόλο, λόγω της πολιτικής μη επέμβασης στα εσωτερικά των μελών του.
Η μόνη ρεαλιστική δύναμη με επιρροή και στις δύο χώρες είναι η Κίνα, λέει η Σανγκλί. Διατηρεί στενούς οικονομικούς δεσμούς με την Καμπότζη και επενδυτικά συμφέροντα στην Ταϊλάνδη. Όμως η φιλία Πεκίνου–Πνομ Πενχ προκαλεί ανησυχία στη Μπανγκόκ και στους υπόλοιπους γείτονες της περιοχής που βλέπουν με δυσπιστία την κινεζική επέκταση.
Ο υπηρεσιακός πρωθυπουργός της Ταϊλάνδης, Φουμτάμ Βετσαγιατσάι, δήλωσε ότι η βία πρέπει να σταματήσει πριν ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις. Τόνισε ότι δεν έχει κηρυχθεί πόλεμος, ούτε υπάρχουν ενδείξεις επέκτασης της σύγκρουσης σε άλλες επαρχίες. Από την πλευρά του, ο Χουν Μανέτ ζήτησε από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ να συνεδριάσει εκτάκτως, καταγγέλλοντας την Ταϊλάνδη για «στρατιωτική επιθετικότητα χωρίς πρόκληση».
Με πληροφορίες από Guardian