*Το Προσκλητήριο της Ύστατης Ευαισθησίας/
Σε έναν κόσμο που τα νιώθει όλα υπερπαραγωγή, αυτή είναι μια υπεράσπιση της ευαισθησίας ως επιλογής. Μια υπενθύμιση πως ό,τι δεν έγινε περιεχόμενο, ίσως είναι το μόνο που άξιζε. Αυτό το κείμενο είναι για εκείν@ που νιώθουν ότι δεν χωράνε πουθενά. Για τα queer, τα ευάλωτ@, τα σιωπηλ@ — που ακόμη κρατούν χώρο μέσα τους, σχεδόν παράλογα, για την ευαισθησία.
Αργά, κάπου μέσα στη νύχτα — που είναι ο μόνος χρόνος όπου μπορεί να υπομείνει ο άνθρωπος την αλήθεια του, αναρωτήθηκα: Υπάρχει ακόμη κάτι που δεν έγινε περιεχόμενο; Ένα βλέμμα που δεν αποτυπώθηκε σε story; Ένα φιλί που δεν αναρτήθηκε σαν απόδειξη; Ένα σώμα που δεν εξηγείται ούτε με hashtags, ούτε με ορισμούς;
Σκέφτομαι τα πρόσωπα που συνάντησα στη ζωή — αυτά τα τυχαία, σχεδόν ερωτικά βλέμματα στο μετρό ή στο φως του φεγγαριού, ανάμεσα από τα δέντρα του Ζαππείου. Τα θυμάμαι πιο καθαρά απ’ τα πρόσωπα των εραστών μου. Γιατί με κοιτούσαν χωρίς να με κρίνουν. Χωρίς τοξικότητα. Χωρίς post now – see you later.
Το ξέρεις κι εσύ. Ο κόσμος μας έγινε ανυπόφορα φορτωμένος από περιεχόμενο. Όλοι κάνουμε ότι ξέρουμε τι σημαίνει τι. Όλα πρέπει να λένε κάτι. Η σιωπή έγινε ύποπτη. Η αμηχανία απαγορεύεται.
Αλλά οι άνθρωποι που σώζουν τον κόσμο, κάθε μέρα, είναι εκείνοι που δεν μιλάνε πολύ. Εκείνοι που κρατάνε το χέρι σου όταν δεν ξέρουν τι να πουν. Εκείνοι που θα προτιμήσουν να σε ακούσουν, αντί να σου απαντήσουν βιαστικά.
Η ευαισθησία δεν είναι προτέρημα. Είναι βάσανο. Μια μικρή, κρυφή δειλία. Ένας τρόμος μπροστά στην ωμότητα. Ένας ψίθυρος σ’ έναν κόσμο που κραυγάζει.
Αν επιμένεις να είσαι ευαίσθητος —αν ακόμη θυμάσαι τη μυρωδιά του στο στήθος σου, αν έχεις φιλήσει κάποιον χωρίς να σκεφτείς το επόμενο λεπτό, αν έχεις νιώσει τον φόβο της αγάπης να σου κατεβαίνει στο στομάχι σαν παγωμένο νερό —τότε συγγνώμη που το λέω, αλλά δεν θα γίνεις ποτέ viral. Δεν θα σε καταλάβουν. Δεν θα σε χειροκροτήσουν. Δεν θα σε ανεβάσουν στις πλατφόρμες.
Αλλά ίσως, κάποια μέρα, όταν όλα πια σβήσουν, να μείνει αυτό που ήσουν αληθινά, όχι αυτό που φαίνεσαι. Και τότε, κάποιος σαν εσένα — που δεν θα ξέρει πώς να ζήσει — θα σε ανακαλύψει και θα νιώσει λιγότερο μόνος.
Κι αυτό, πίστεψέ με, δεν είναι λίγο.
*Να επιθυμήσεις δίχως hashtags/
Αυτό που κρατάς στα χέρια σου δεν είναι άρθρο.
Είναι μια προσπάθεια να πω κάτι χωρίς να κραυγάσω.
Ένα βλέμμα μέσα στον καθρέφτη που σπάει και δείχνει εμένα και εσένα — queer, θραυσματικo, ακατάταχτο.
Είναι η σιωπή που κάνει ήχο μόνο αν την ακούσεις με το στήθος.
Δεν σου μιλάω για την εποχή. Σου μιλάω για το τι θ’ απομείνει από μας όταν τελειώσει η εποχή.
Αν έχεις νιώσει ποτέ μόνος μπροστά σε μια οθόνη γεμάτη φίλτρα,
αν έχεις νιώσει πως το πρόσωπό σου δεν χωρά στο framerate,
αν έχεις σταθεί στη σκάλα του μετρό στις 4:20 π.μ. με ακουστικά που παίζουν κάτι που δεν θυμάσαι
τότε σε αφορά αυτό το κάλεσμα.
Η πλατφόρμα ζητά στιγμιότυπα. Η ζωή ζητά παραμονή. Όχι να φύγεις — να σταθείς. Να σταθείς όταν οι άλλοι φεύγουν από σένα.
Να επιμείνεις στην τρυφερότητα, ακόμα κι όταν μοιάζει ανέξοδη.

Να μη γίνεις ανάλυση, caption ή reel.
Να ζήσεις με τον θόρυβο — όχι παρά τον θόρυβο.
Να πάρεις το queer σώμα σου και να το πας εκεί που δεν υπάρχει Wi-Fi, ούτε validation, ούτε safe word.
Να επιθυμήσεις δίχως hashtags.
*Υπενθύμιση από μια νύχτα στην Αχαρνών/
Περπατάω τη νύχτα στην Αχαρνών, εκεί όπου κάποτε έμενα. Μυρίζω τσιμέντο και ιδρώτα. Κάποιος μου χαμογελά αμήχανα έξω απ’ το Alexandra — δεν μιλάμε, αλλά καταλαβαινόμαστε.
Η Αθήνα δεν είναι μόνο τοποθεσία. Είναι επιβίωση. Επιβίωση της μνήμης των σωμάτων που αγάπησες. Και κάθε φορά που σε πονάει, σου θυμίζει πως είσαι ακόμη εδώ.
Ανεπίσημο, απείθαρχο, ελάχιστα αξιοποιήσιμο — σαν ανάμνηση που δεν πρόλαβε να γίνει story. Μα αυτή η μνήμη, μωρό μου, είναι πιο πραγματική από οποιοδήποτε trending topic.
Γιατί δεν σ’ έκανε στρεβλό πίξελ, σ’ έκανε άνθρωπο.
*Υ.Γ./
Θυμάσαι εκείνο το βράδυ που δεν κοιμήθηκες γιατί σου έλειπε κάποιος που δεν ήξερες αν υπήρξε στ’ αλήθεια;
Θυμάσαι τη στιγμή που σου είπαν «είσαι υπερβολικός» κι εσύ ένιωσες ότι θα πεθάνεις;
Θυμάσαι εκείνη τη φορά που σε κοίταξε ένας άγνωστος στο φανάρι κι ένιωσες λιγότερο μόνος;
Αυτά να τα θυμάσαι.
Αυτά είναι το προσκλητήριο της ύστατης ευαισθησίας.
Όχι γιατί θα σ’ τα ζητήσουν ποτέ αλλά γιατί χωρίς αυτά,
είσαι ήδη έτοιμος για κατανάλωση.
Σώμα μου, κράτα χώρο για την ύστατη ευαισθησία.
Ό,τι δεν μπόρεσες να πεις άστο να φύγει.
Ό,τι δεν χώρεσε στο sexting
άστο να ανθίσει στο περιθώριό του.
Κι όταν σε ρωτήσουν «τι απέμεινε;»
δείξε τους την ουλή.
Εκεί που άνοιξες,
εκεί που μπήκε φως.
*Στο ποστ χρησιμοποιήθηκαν εικόνες των φωτογράφων Ellen von Unwerth, Stanley Stellar, Steve Marais, Steve Maisel, Luke Austin, Jordane Prestrot, Tyler Udall και του Δημήτρη Θεοχάρη