Υπάρχει ελπίδα για την καμένη Δαδιά;


Το μωσαϊκό τοπίων της Δαδιάς, με δάση πεύκης και δρυός, ξέφωτα, βοσκοτόπια και καλλιέργειες, συνθέτει ένα μοναδικό φυσικό περιβάλλον που είναι η γη των αρπακτικών πουλιών.

Μετά την καταστροφική πυρκαγιά του 2023, αυτό το πολύτιμο φυσικό μωσαϊκό έχει μετατραπεί σε ένα δύσκολο παζλ αποκατάστασης, όπου κάθε κομμάτι χρειάζεται προσεκτική τοποθέτηση για να επανέλθει η ισορροπία του σημαντικού αυτού οικοσυστήματος. Είναι εφικτό; Σε ένα οδοιπορικό που οργάνωσε το WWF Ελλάς, αναζητήσαμε τις απαντήσεις.

Ένα οδοιπορικό στη Δαδιά, δύο χρόνια σχεδόν μετά την καταστροφική πυρκαγιά που έπληξε εκατοντάδες χιλιάδες στρέμματα δασικών εκτάσεων, δεν είναι απλώς μια περιήγηση σε ένα πληγωμένο τοπίο. Είναι μια σπάνια εμπειρία κατανόησης της δύναμης της φύσης να επουλώνεται και να ξαναγεννιέται. Αρκεί όμως ο σεβασμός στις φυσικές διαδικασίες για να επανέλθει αυτός ο ανεκτίμητος φυσικός πλούτος που έγινε στάχτη; Τα ερωτήματα που προκύπτουν είναι πολλά, όπως επίσης και οι προκλήσεις που αναφύονται μετά την καταστροφική πυρκαγιά. 

Για να φέρει ουσιαστικό αποτέλεσμα η συνολική προσπάθεια που γίνεται για την αναγέννηση του δάσους της Δαδιάς, «θα πρέπει να διασφαλιστεί μια βασική προϋπόθεση. Πρέπει να υπάρξει άμεση και σταθερή στελέχωση της Δασικής Υπηρεσίας με επιστημονικό και τεχνικό προσωπικό». 

Στο οδοιπορικό που οργάνωσε το WWF Ελλάς με οδηγό τον Νίκο Γεωργιάδη, υπεύθυνο χερσαίου προγράμματος της οργάνωσης, καταγράψαμε τα έργα αποκατάστασης που βρίσκονται σε εξέλιξη, τους φυσικούς μηχανισμούς ανάκαμψης του πολύτιμου οικοσυστήματος που επλήγη, αλλά και τα σημεία όπου ενδέχεται να χρειαστεί στοχευμένη ανθρώπινη παρέμβαση μέσω αναδασώσεων.

Νίκος Γεωργιάδης, υπεύθυνος χερσαίου προγράμματος, WWF Ελλάς
O Νίκος Γεωργιάδης, υπεύθυνος χερσαίου προγράμματος του WWF Ελλάς.

Στο Εθνικό Πάρκο Δάσους Δαδιάς – Λευκίμης – Σουφλίου η άνοιξη έχει πρασινίσει τις καμένες εκτάσεις. Το πέπλο της χαμηλής βλάστησης και η ανοιξιάτικη ανθοφορία μετριάζει την καταθλιπτική εικόνα των χιλιάδων κομμένων κορμών που άφησε πίσω της η πυρκαγιά του 2023, η οποία κατέκαψε 942.000 στρέμματα, από τα οποία τα 810.000 ήταν δασικές εκτάσεις. 

Καταγράφηκε ως η μεγαλύτερη σε έκταση δασική πυρκαγιά στην ιστορία της χώρας και της Ευρώπης έως σήμερα. Αν και τα νούμερα αυτά δεν δημιουργούν αισιοδοξία, οι φορείς του Δημοσίου και οι οργανώσεις που εμπλέκονται στη διαχείριση και την προστασία του Εθνικού Πάρκου ισχυρίζονται ότι «παρά το μέγεθος της καταστροφής», η κατάσταση στη Δαδιά σήμερα «αφήνει περιθώρια αισιοδοξίας για την αναγέννηση του δάσους» και πως «η μέχρι τώρα έρευνα έχει δείξει ότι τα πράγματα πηγαίνουν καλά».

Δαδιά: Mπορούν να επουλωθούν οι πληγές της και πώς; Facebook Twitter
Η πυρκαγιά του 2023 κατέκαψε 942.000 στρέμματα, από τα οποία τα 810.000 ήταν δασικές εκτάσεις. Φωτ.: Athanasios Gioumpasis/Getty Images/Ideal Image

Πριν από έναν χρόνο το WWF Ελλάς ορίστηκε ως «Ανάδοχος Αναδάσωσης» με απόφαση της Γενικής Διεύθυνσης Δασών και Δασικού Περιβάλλοντος του υπουργείου Περιβάλλοντος. Για το WWF το δάσος της Δαδιάς αποτελεί σημείο αναφοράς. Η δράση της περιβαλλοντικής οργάνωσης στη συγκεκριμένη περιοχή, που ξεκινάει πριν από 31 χρόνια, είναι ουσιαστικά αυτή που καθιέρωσε την παρουσία της στην Ελλάδα.

Στο πλαίσιο της αναδοχής η περιβαλλοντική οργάνωση εκπόνησε μια μελέτη μέσα από την οποία δίνονται οι κατευθύνσεις για την αποκατάσταση των δασικών οικοσυστημάτων στον Έβρο μετά την πυρκαγιά του 2023. Η μελέτη αυτή αποτελεί «μια πρωτοφανή και άρτια συνεργασία φορέων σε ιδιαίτερα σύντομο χρονικό διάστημα», υποστηρίζει το WWF. Πράγματι, στη συγγραφική ομάδα συμμετείχαν επιστήμονες από τα τμήματα Δασολογίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης (ΔΠΘ) και του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, καθώς και ειδικοί επιστήμονες από το Ιόνιο Πανεπιστήμιο και το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο. 

ο Βαγγέλης Γκουντούφας Γενικός Διευθυντής Δασών στο Υπουργείο Περιβάλλοντος
O Βαγγέλης Γκουντούφας, γενικός διευθυντής Δασών στο υπουργείο Περιβάλλοντος

«Για εμάς η μαγική λέξη είναι συνεργασία και συνέργεια. Δεν υπάρχει περίπτωση να έχεις αποτέλεσμα άμεσο σε μια τέτοια περιοχή, που είναι παρά πολύ δύσκολη, πολύ ιδιαίτερη, πολύ κρίσιμη, εάν πραγματικά, με αξιοπιστία, εμπιστοσύνη και φυσικά ταχύτητα, δεν συνεργαστείς για να έχεις το καλύτερο αποτέλεσμα. Κι αυτό το πετύχαμε και το συνεχίζουμε», υποστηρίζει ο Βαγγέλης Γκουντούφας, γενικός διευθυντής Δασών στο υπουργείο Περιβάλλοντος, ο οποίος ήταν παρών στο οδοιπορικό. Με δική του συγκατάθεση δρομολογήθηκε η συνεργασία με την περιβαλλοντική οργάνωση WWF, στο πλαίσιο των κοινών προσπαθειών για την αποκατάσταση του Έβρου. Οι δασικές υπηρεσίες, οι οποίες υπάγονται στη διεύθυνση στην οποία προΐσταται, έχουν πλέον στη διάθεσή τους τη σχετική μελέτη και μπορούν, εφόσον το κρίνουν σκόπιμο, να λάβουν υπόψη τους τις διαχειριστικές κατευθύνσεις που προτείνονται από την περιβαλλοντική οργάνωση. 

Δαδιά: Mπορεί να επουλωθούν οι πληγές της και πως; Facebook Twitter
Η λαδανιά, γνωστή και ως κίστος, είναι ένας ανθεκτικός μεσογειακός θάμνος που παίζει σημαντικό ρόλο στην αναγέννηση των καμένων οικοσυστημάτων.

Ωστόσο, ο ίδιος ισχυρίζεται ότι για να φέρει ουσιαστικό αποτέλεσμα η συνολική προσπάθεια που γίνεται «θα πρέπει να διασφαλιστεί μια βασική προϋπόθεση. Πρέπει να υπάρξει άμεση και σταθερή στελέχωση της Δασικής Υπηρεσίας με επιστημονικό και τεχνικό προσωπικό». Είκοσι τέσσερα χρόνια από τότε που έγιναν οι τελευταίοι μαζικοί διορισμοί στα δασαρχεία, όπως λέει, μόλις πριν από μερικούς μήνες «ξεκίνησε η διαδικασία τοποθέτησης των νέων δασοπόνων και δασολόγων στις δασικές υπηρεσίες». 

Η Γιάννα Διαγκάκη, Δασάρχισσα Σουφλίου
Η Γιάννα Διαγκάκη, δασάρχισσα Σουφλίου

Ειδικά για τον Έβρο και το δασαρχείο Σουφλίου, που έχει στη δικαιοδοσία του 800 χιλιάδες στρέμματα, εκ των οποίων πάνω από 450 είναι η προστατευόμενη περιοχή του Εθνικού Πάρκου, όπως μας εξηγεί η Γιάννα Διαγκάκη, δασάρχισσα Σουφλίου, η αύξηση του προσωπικού είναι απολύτως αναγκαία. Σήμερα, μαζί με τις δύο νέες προσλήψεις επιστημονικού προσωπικού, στο Δασαρχείο Σουφλίου υπηρετεί ένα επιστημονικό δυναμικό δέκα ατόμων. Στο διάστημα που μεσολάβησε μετά την πυρκαγιά υλοποιήθηκαν «αντιδιαβρωτικά έργα σε 212 χιλιάδες μέτρα, ενώ 200 κυβικά ήταν τα κορμοφράγματα και τα κορμοδέματα, για να συγκρατούν τα φερτά υλικά». Μετά τη φωτιά, όπως λέει, «έγιναν πιο εντατικές οι υλοτομίες στα καμένα από τρεις δασικούς συνεταιρισμούς και η παραγωγή σε 3.300 κυβικά τεχνική ξυλεία πεύκου και 2.800 κυβικά καυσόξυλα πεύκης».  

Τα αρπακτικά πουλιά και οι πυλώνες κινδύνου

Δαδιά: Mπορεί να επουλωθούν οι πληγές της και πως; Facebook Twitter
Η άνοιξη στα καμένα.

Το Εθνικό Πάρκο Δάσους Δαδιάς – Λευκίμης – Σουφλίου εκτείνεται σε 428.000 στρέμματα, από τα οποία τα 72.900 είναι αυστηρά προστατευόμενη ζώνη. Στο Εθνικό Πάρκο συναντώνται τρία από τα τέσσερα είδη γύπα της Ευρώπης (Μαυρόγυπας, Όρνιο και Ασπροπάρης). Η Δαδιά θεωρείται το «βασίλειο» των αρπακτικών πουλιών και φιλοξενεί και τη μοναδική αποικία Μαυρόγυπα στα Βαλκάνια. Μετά τη φωτιά που έπληξε σφοδρά τον πυρήνα της προστατευόμενης περιοχής, οι πληθυσμοί των πουλιών δεν επλήγησαν: «Η φωλεοποίηση για κάποιον περίεργο λόγο αυξήθηκε», θα μας πει η Άννα Κωνσταντινίδου, προϊσταμένη της Μονάδας Διαχείρισης Εθνικών Πάρκων Δέλτα Έβρου και Δαδιάς. Μάλιστα, αναφέρει ότι «την περσινή χρονιά υπήρξε πάλι αύξηση κατά δύο φωλιές, είχαμε 38 φωλιές, ενώ φέτος εντοπίσαμε 47. Είναι ένα πρωτοφανές νούμερο στα τελευταία 30 χρόνια». Υποστηρίζει ότι την εξήγηση του φαινομένου θα τη δώσει η επιστημονική παρατήρηση, όσον αφορά το αν τελικά αυτή η αύξηση μπορεί να αποδοθεί στα ανοίγματα που δημιουργήθηκαν στο δάσος εξαιτίας της φωτιάς, τα οποία παρείχαν ευκολότερη πρόσβαση στην τροφή. 

Ο Λευτέρης Καψάλης
Ο Λευτέρης Καψάλης

Στην ευθύνη της Μονάδας Διαχείρισης είναι η εποπτεία και η φύλαξη του χώρου του Εθνικού Πάρκου και η συστηματική παρακολούθηση των αρπακτικών. Επικεντρωμένη στην προστασία της θρακικής φύσης, με έμφαση στην προστασία των αρπακτικών πουλιών, είναι και η Εταιρεία Προστασίας Βιοποικιλότητας της Θράκης. Ο Λευτέρης Καψάλης, επιστημονικός συνεργάτης της, μας εξηγεί ότι η τοπική αυτή οργάνωση «είναι η φυσική συνέχεια του WWF στην περιοχή». Για τα αρπακτικά πουλιά λέει ότι «είναι δείκτες καλής κατάστασης του περιβάλλοντος. Προστατεύοντας τα πουλιά, προστατεύεις και μια σειρά άλλων ειδών και τα οικοσυστήματά τους στην περιοχή». Για το τάισμα των αρπακτικών στη Δαδιά υπάρχει φροντίδα, πριν αλλά και μετά τη φωτιά. Η υποχώρηση της κτηνοτροφίας από την περιοχή, που παλαιότερα ήταν ιδιαίτερα ανεπτυγμένη και αποτελούσε την κύρια πηγή της τροφής τους, δημιούργησε έλλειμμα. Ωστόσο, όπως μας εξηγεί ο Λ. Καψάλης, η έλλειψη τροφής δεν αποτελεί πρόβλημα για τα πουλιά: «Οι δύο πυλώνες απειλών είναι τα δηλητηριασμένα δολώματα και οι ανεμογεννήτριες, λόγω των θανατώσεων που προκαλούνται εξαιτίας της πρόσκρουσης των πουλιών σ’ αυτές», λέει. 

Μετά την καταστροφική πυρκαγιά στον Έβρο, η Γενική Διεύθυνση Δασών του υπουργείου Περιβάλλοντος εξέδωσε εγκύκλιο με την οποία ζητούσε από τα αρμόδια δασαρχεία να γνωμοδοτούν αρνητικά στις Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων που αφορούν τις άδειες αιολικών σταθμών στην περιοχή. Ωστόσο, όπως μας εξηγεί ο Λ. Καψάλης, «η αρνητική γνωμοδότηση του οικείου δασαρχείου δεν είναι δεσμευτική. Είναι μία γνωμοδότηση που μπορεί να τη δεχτεί η αδειοδοτούσα αρχή και μπορεί να μην τη δεχτεί. Γενικότερα, η μόνη αρνητική γνωμοδότηση που γίνεται δεκτή και μπορεί να σταματήσει ένα έργο είναι αυτή που εκδίδεται σε κάποιες περιπτώσεις από το ΓΕΕΘΑ για λόγους εθνικής ασφάλειας». Υποστηρίζει ότι «το ενδιαφέρον για την κατασκευή Αιολικών Σταθμών Παραγωγής Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΑΣΠΗΕ) στην περιοχή είναι τεράστιο. Αυτό συμβαίνει λόγω της ύπαρξης θερμικών ρευμάτων που δημιουργεί το ανάγλυφο της περιοχής. Αυτά τα θερμικά ρεύματα θέλουν να εκμεταλλευτούν και οι επενδυτές, τα οποία όμως παίζουν καθοριστικό ρόλο στην επιβίωση και τις μετακινήσεις των μεγαλόσωμων αρπακτικών πουλιών, όπως είναι ο Μαυρόγυπας. Με τη βοήθεια αυτών των θερμικών ρευμάτων, τα αρπακτικά μπορούν και ανεβαίνουν σε ύψος χωρίς να καταναλώνουν ενέργεια στο φτερούγισμα, κάνοντας πιο εύκολη την αναζήτηση τροφής. Παράλληλα, μ’ αυτόν τον τρόπο μπορούν να διατηρούν την ενέργειά τους κατά την περίοδο της μετανάστευσης». 

Δαδιά: Mπορεί να επουλωθούν οι πληγές της και πως; Facebook Twitter
Δέντρο στο δάσος της Δαδιάς που επέζησε από την πυρκαγιά.
Δαδιά: Mπορεί να επουλωθούν οι πληγές της και πως; Facebook Twitter
Το δασικό οικοσύστημα επανακάμπτει με ρυθμούς αξιοθαύμαστους.
Δαδιά: Mπορεί να επουλωθούν οι πληγές της και πως; Facebook Twitter
Νέο φυτό.

Η Εταιρεία Προστασίας Βιοποικιλότητας της Θράκης, μαζί με άλλες οκτώ οργανώσεις, μας λέει ο Λ. Καψάλης, έχει ζητήσει από την κυβέρνηση να υπάρξει νομοθετική ρύθμιση για να μην εκδίδονται άδειες για σταθμούς αιολικών πάρκων στα καμένα της Δαδιάς και στις γειτονικές άκαυτες περιοχές, κάτι που είχε συμβεί και στην Εύβοια μετά τις πυρκαγιές του 2021. Ισχυρίζεται ότι η αρνητική γνωμοδότηση των δασαρχείων δεν αρκεί, όπως δεν αρκεί και η προφορική δέσμευση της πολιτικής ηγεσίας ότι «κανένα αιολικό δεν θα μπει στα καμένα», «καθώς η αδειοδοτούσα αρχή καλείται να αξιολογήσει τον φάκελο βάσει της νομοθεσίας και όχι κάποιας προφορικής ανακοίνωσης». Μάλιστα, όπως λέει, για την αξιολόγηση των επιπτώσεων από την εγκατάσταση αιολικών πάρκων στην περιοχή της Δαδιάς έχει εκπονηθεί μελέτη από το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Κρήτης του Πανεπιστημίου Κρήτης κατόπιν ανάθεσης από τον Οργανισμό Φυσικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής (ΟΦΥΠΕΚΑ). Σ’ αυτήν τη μελέτη υποστηρίζεται ότι πρέπει να ανασταλούν οι εκδοθείσες άδειες και να μη βγουν νέες τουλάχιστον για μια πενταετία. Το «απαγορευτικό» αφορά «και τις γειτονικές άκαυτες εκτάσεις που προκαλούν κρίσιμα ενδιαιτήματα για τα πουλιά. Δυστυχώς τα πουλιά δεν γνωρίζουν σύνορα, δεν μπορείς να περιορίσεις τα πουλιά μέσα στο εθνικό πάρκο, πετάνε», λέει.

Η εικόνα από τον πυρήνα του εθνικού πάρκου

Με οδηγό τον Νίκο Γεωργιάδη, δασολόγο, υπεύθυνο χερσαίου προγράμματος του WWF Ελλάς, μπήκαμε στον πυρήνα του Εθνικού Πάρκου. Στις στάσεις του οδοιπορικού είδαμε νησίδες που γλίτωσαν από τις φλόγες, οικοσυστήματα τραχείας πεύκης στα οποία έχει ξεκινήσει η φυσική αναγέννηση, αλλά και εκτάσεις μαύρης πεύκης, «που δεν έχουν ανεπτυγμένο μηχανισμό αναγέννησης». Ο Ν. Γεωργιάδης μάς εξηγεί ότι η δριμύτητα κάθε πυρκαγιάς είναι ένας πολύ σημαντικός παράγοντας για την αναγέννηση ή μη ενός οικοσυστήματος: «Με βάση τη δριμύτητα σχεδιάζονται μία σειρά από διαχειριστικά έργα στη συνέχεια». Υποστηρίζει ότι «πάνω από το 1/3 της έκτασης στον Έβρο κάηκε με υψηλή δριμύτητα», γεγονός που σημαίνει ότι «μπορούν να υπάρξουν δυσκολίες στην αναγέννηση σε κάποιες από τις περιοχές αυτές». Για το ζήτημα της εκτίμησης της δριμύτητας μιας πυρκαγιάς, ο ίδιος υπογραμμίζει ότι όλοι οι επιστημονικοί φορείς και προπαντός οι φορείς της διοίκησης «θα πρέπει να μιλάνε την ίδια γλώσσα», κάτι που δεν συμβαίνει, καθώς πολλές φορές οι υπηρεσίες παρουσιάζουν διαφορετικούς χάρτες. Η μελέτη του WWF για τη δριμύτητα της πυρκαγιάς στη Δαδιά «έγινε με πολλή δουλειά πεδίου, καθώς προηγήθηκαν 500 δειγματοληψίες», λέει. 

Δαδιά: Mπορεί να επουλωθούν οι πληγές της και πως; Facebook Twitter
Τοπίο σε αναγέννηση.

Για τις εκτάσεις της μαύρης πεύκης ανέφερε ότι «θα πρέπει να περάσει ένα εύλογο χρονικό διάστημα, που μπορεί να ξεπεράσει και τα 3 χρόνια, ώστε να δούμε αν τα γύρω άκαυτα άτομα μπορούν να βοηθήσουν με τη φυσική μεταφορά σπόρων στη φυσική αποκατάσταση». Για τις εκτάσεις που έχουν καεί και ξανακαεί, η αντιμετώπιση, αν και όχι σε όλες τις περιπτώσεις, είναι ήδη διαφορετική. Περίπου 3.500 στρέμματα που έχουν καεί τρεις φορές τα τελευταία 15 χρόνια κοντά στο χωριό Μελία δεν μπορούν να αναγεννηθούν φυσικά. Σε ένα τμήμα αυτής της έκτασης το WWF πραγματοποίησε αναδάσωση 1.150 στρεμμάτων, η οποία βασίστηκε στις επιμέρους μελέτες αναδάσωσης που συμπεριλαμβάνονται στην αρχική μελέτη. Το φυτευτικό πλάνο, όπως αναφέρουν από την οργάνωση, «στόχευε στην προστασία της λιγοστής φυσικής αναγέννησης, στην επαναδημιουργία ανθεκτικών συστάδων με αυτόχθονα είδη και στον εμπλουτισμό των ενδιαιτημάτων για την πανίδα». Ο Ν. Γεωργιάδης λέει ότι «έγιναν χειρουργικές κινήσεις για να μιμηθούμε τη φύση. Όλη η αναδάσωση έγινε με τα χέρια, χωρίς μηχανικά μέσα. Περιμέναμε υπομονετικά να βρέξει αρκετά ώστε να είναι μαλακό το έδαφος. Η αναδάσωση ξεκίνησε στις αρχές Δεκέμβρη, ολοκληρώθηκε τον Γενάρη και φυτεύτηκαν 60.000 φυτά», λέει. 

Ο Σταύρος Τσιλίκουνας Διευθυντής  δασικών έργων και υποδομών στο Υπουργείο Περιβάλλοντος
Ο Σταύρος Τσιλίκουνας, διευθυντής Δασικών Έργων και Υποδομών στο υπουργείο Περιβάλλοντος

Ο Σταύρος Τσιλίκουνας, διευθυντής Δασικών Έργων και Τποδομών στο υπουργείο Περιβάλλοντος, μας εξηγεί πως ό,τι φυτευτεί στα καμένα που δεν μπορούν να αναγεννηθούν φυσικά θα «είναι είδη τοπικής προέλευσης από τον Έβρο». Μάλιστα, για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός, υπάρχει μια ολόκληρη διαδικασία: «Στο πλαίσιο της συνεργασίας με το WWF Ελλάς, η οργάνωση εκπονεί μελέτη, μέσα από την οποία θα διαπιστωθεί ποιες περιοχές μπορούν να αναγεννηθούν με φυσική αναδάσωση και ποιες όχι». Μας λέει ότι εκεί που η φυσική διαδικασία της αναγέννησης θα είναι δύσκολη και θα πρέπει να γίνει αναδασωτική παρέμβαση θα είναι πιθανότατα στις περιοχές που έχουν καεί δύο και τρεις φορές. Στο πλαίσιο της μελέτης όμως «βρίσκουμε και τις συστάδες, τα δέντρα, τα είδη τα οποία μπορούν να μας αποδώσουν σπόρο», λέει. Με ένα ευρύ πρόγραμμα σποροσυλλογής, το υλικό αυτό των σπόρων, όπως μας εξηγεί, «μεταφέρεται στο κέντρο εκκόκκισης που ανήκει στη Γενική Διεύθυνση Δασών, στη Διεύθυνση Δασικών Έργων και Υποδομών στην Αμυγδαλέζα. Στις εγκαταστάσεις αυτές, το υλικό αυτό εκοκκίζεται και παράγεται ο νέος σπόρος από τα είδη τοπικής προέλευσης του Έβρου». Στη συνέχεια, «το υλικό αυτό μπαίνει σε βαθιά κατάψυξη, ούτως ώστε η διατήρησή του να είναι ικανή για ένα λογικό χρονικό διάστημα». Μπορεί επίσης να προωθείται, όπως λέει, σε δημόσια δασικά φυτώρια, «για να παραχθεί το νέο υλικό, τα νέα μικρά φυτάρια, τα οποία, μετά από τις μελέτες που εκπονούνται για αναδάσωση στην περιοχή του Έβρου, θα αποτελέσουν το υλικό που θα έρθει να εγκατασταθεί στις αναδασωτικές εργασίες, για να εξασφαλίσουμε την τοπική βιοποικιλότητα, να την ενδυναμώσουμε και να την αυξήσουμε».

Δαδιά: Mπορεί να επουλωθούν οι πληγές της και πως; Facebook Twitter
«Η συντριπτική πλειοψηφία των εκτάσεων θα πρέπει να αφεθεί στη φυσική αναγέννηση, κάτι που ήδη συμβαίνει».

Όλες οι παρεμβάσεις για τα έργα αναδάσωσης έπονται των αντιπλημμυρικών και αντιδιαβρωτικών έργων. Το επόμενο στάδιο είναι να μελετηθεί η φύση τα επόμενα τρία χρόνια, για να φανεί πώς θα αντιδράσει στη φυσική αναγέννηση: «Η συντριπτική πλειοψηφία των εκτάσεων θα πρέπει να αφεθεί στη φυσική αναγέννηση, κάτι που ήδη συμβαίνει», υποστηρίζει ο Νίκος Γεωργιάδης, δείχνοντας τα μικρά πευκάκια της τραχείας πεύκης που ήδη έχουν φυτρώσει. Ακόμη και στις καμμένες συστάδες όπου υπήρχαν κάποτε μόνο δέντρα μαύρης πεύκης και δεν έχουν ξεπροβάλει αντίστοιχα μικρά δεντράκια, η απόφαση για αναδάσωση θα πρέπει, κατά την άποψή του, να περιμένει. Κι αυτό γιατί η φύση επιτέλεσε την αναγεννητική της διαδικασία «με άλλα είδη που ήταν σε μείξη με τη μαύρη πεύκη, όπως είναι η δρυς και άλλα δενδρώδη, τα οποία, επειδή ακριβώς η μαύρη πεύκη λόγω της φωτιάς απομακρύνθηκε, θα πάρουν τα πάνω τους». Ο ίδιος θεωρεί ότι «θα πρέπει να περιμένουμε, να αφήσουμε τη φυσική αναγέννηση να λειτουργήσει. Με την πάροδο του χρόνου, θα δούμε πώς εξελίσσεται αυτή η αναγέννηση. Η μελέτη μας έχει ορίσει πολύ συγκεκριμένες περιοχές παρακολούθησης για να δούμε πώς θα επέμβουμε στο μέλλον. Πιθανώς να λειτουργήσει η μαύρη πεύκη», λέει. Όταν με την πάροδο συγκεκριμένου χρόνου θα υπάρξει μια καλύτερη εικόνα των φυσικών διεργασιών, «η Δασική Υπηρεσία μπορεί πιθανώς να επιλέξει φυσικό εμπλουτισμό με μαύρη πεύκη ή να αφήσει μόνο τη δρυ και τα άλλα δενδρώδη να εξελιχθούν».

Η μνήμη της φύσης

«Η φύση έχει μνήμη», λέει ο Γιώργος Πιστόλας, δασάρχης Αλεξανδρούπολης. «Ό,τι αναγεννάται, είναι αυτό που προϋπήρχε, πριν τις αναδασώσεις. Γι’ αυτό και βλέπετε μεγάλη φυσική αναγέννηση από δρύες και κουμαριές. Ο δασάρχης Αλεξανδρούπολης αναφέρεται στις αναδασώσεις που έγιναν στα τέλη της δεκαετίας του ’60 και τις αρχές του 1970, με τραχεία και μαύρη πεύκη, αλλά και με διάφορα ξενικά είδη, όπως η ραντιάτα και η θαλάσσια πεύκη. Τότε, οι αναδασώσεις αυτές προχώρησαν εξαιτίας άλλων κοινωνικοοικονομικών παραγόντων: «Η δασική πολιτική της εποχής ήταν προσανατολισμένη στην αύξηση της παραγωγής ξυλείας κωνοφόρων δέντρων προκειμένου να χρησιμοποιηθούν στη χαρτοβιομηχανία. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο δημιουργήθηκαν 14 δασαρχεία προτύπου δασοπονίας, μέσα στα οποία συμπεριλαμβανόταν κι αυτό της Αλεξανδρούπολης, τα οποία ενισχύθηκαν με μέσα, χρήματα και κόσμο», λέει ο δασάρχης Αλεξανδρούπολης.

Δαδιά: Mπορεί να επουλωθούν οι πληγές της και πως; Facebook Twitter
Νέο δεντράκι τραχείας πεύκης.

Οι αναδασώσεις αυτές των ξενικών ειδών που τότε θεωρήθηκαν πετυχημένο μοντέλο σήμερα φαίνεται ότι επηρέασαν αρνητικά τη βιοποικιλότητα των οικοσυστημάτων, τα οποία μετά τη φωτιά αναγεννώνται, αποτινάσσοντας την παρένθεση της αναδάσωσης με ξενικά είδη, σε μία συνθήκη ανάκαμψης η οποία για πολύ καιρό ακόμη θα βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη.

Παρά τη σύμπραξη επιστημονικών δυνάμεων και διοίκησης για την ανάκαμψη των δασικών οικοσυστημάτων της Δαδιάς, το στοίχημα παραμένει ανοιχτό. Η αισιοδοξία από όλες τις πλευρές δεν λείπει. Ο γενικός διευθυντής Δασών Βαγγέλης Γκουντούφας, κάνοντας αυτό το οδοιπορικό μαζί μας, υποστηρίζει ότι «η φύση έχει λειτουργήσει άψογα. Το δασικό οικοσύστημα επανακάμπτει με ρυθμούς αξιοθαύμαστους. Οι δασικές υπηρεσίες μαζί με τους υπόλοιπους φορείς σ’ αυτόν τον τομέα έχουν συμβάλει τα μέγιστα, βοηθώντας τη φύση να ανακάμψει εκεί που χρειάζεται. Οι πρώτες μας αντιδράσεις αφορούσαν τα αντιδιαβρωτικά έργα που έπρεπε να γίνουν άμεσα, να σταθεροποιήσουμε το έδαφος. Να εξασφαλίσουμε δηλαδή το υπόστρωμα στο οποίο η φύση θα λειτουργήσει. Το δεύτερο που έπρεπε να εξασφαλίσουμε ήταν να μελετηθεί όλη η πληγείσα περιοχή, με τις υδρολογικές λεκάνες που την αποτελούν, για να προχωρήσουμε τα αντιπλημμυρικά έργα, τα οποία έχουν μπει πλέον σε φάση κατασκευής και τους επόμενους μήνες θα εντατικοποιηθεί ο ρυθμός τους και θα έχουμε και εκεί εξαιρετικά αποτελέσματα. Και η τρίτη φάση αφορά την τεχνητή αναδάσωση, εκεί όπου απαιτείται, εκεί όπου η φύση δεν μπορεί να λειτουργήσει, γιατί η φωτιά έχει περάσει πάρα πολλές φορές, πάνω από δύο ή τρεις φορές σε κάποιες περιοχές, με αποτέλεσμα να μην μπορεί το φυσικό οικοσύστημα να επανακάμψει από μόνο του. Εκεί λοιπόν σε συνεργασία και με το WWF Hellas εξασφαλίσαμε την υλοποίηση των τεχνητών αναδασώσεων». 

Κρατάμε την αισιοδοξία, ελπίζοντας ότι φέτος η ευρύτερη περιοχή δεν θα πληγεί και πάλι από καταστροφικές πυρκαγιές που θα κοστίσουν ακριβά στην ανάκαμψη των δασικών οικοσυστημάτων.



Πηγή: www.lifo.gr