Την ευγνωμοσύνη της προς τις ελληνικές Αρχές, για τη σύλληψη των δραστών, εκφράζει μέσω δήλωσης, η οικογένεια του Πολωνού καθηγητή, Πρζέμεκ Τζεζιόρσκι, που δολοφονήθηκε πριν από λίγες ημέρες στην Αγία Παρασκευή, ενώ ζητεί τον σεβασμό και την διακριτικότητα όλων για τα δύο δεκάχρονα παιδιά του. «Ο αδελφός μου, πάλευε για αυτά μέχρι το τέλος» αναφέρει από την πλευρά του, ο Lukasz, τονίζοντας πως τόσο αυτός, όσο και οι υπόλοιποι συγγενείς και φίλοι του 43χρονου, είναι συγκλονισμένοι και δεν μπορούν να δεχτούν τον θάνατό του, καθώς και τις συνθήκες κατά τις οποίες σημειώθηκε το στυγερό έγκλημα.
Ρεπορτάζ: Κωνσταντίνα Χαϊνά
Όπως είναι ήδη γνωστό, η άγρια δολοφονία του Πολωνού καθηγητή, φαίνεται πως ήταν προσχεδιασμένη μέχρι και την τελευταία λεπτομέρεια. Πριν από λίγη ώρα, οδηγήθηκαν στον εισαγγελέα οι 5 συλληφθέντες: Η 43χρονη πρώην σύζυγος του θύματος, η οποία κατηγορείται ως ηθικός αυτουργός της δολοφονίας, και ο 35χρονος νυν σύντροφός της, ο οποίος θεωρείται ως ο φυσικός αυτουργός της εγκληματικής πράξης. Επιπλέον, συνελήφθησαν δύο άνδρες αλβανικής καταγωγής και ένας Βούλγαρος, που φέρονται να συνέδραμαν στη διάπραξη του εγκλήματος και στη διαφυγή του δράστη.
«Δεν μπορούμε να δεχθούμε τον θάνατό του»
Το οργανωμένο σχέδιο για τη δολοφονία του 43χρονου, φαίνεται να προέκυψε μετά την απόφαση ενός δικαστηρίου που έχασε η πρώην σύζυγος του καθηγητή, με βάση την οποία, του δινόταν η δυνατότητα να παίρνει τα δύο παιδιά στο εξωτερικό. Έκτοτε, η ίδια φέρεται να συζητούσε με τον σύντροφό της, κάποιον τρόπο ώστε να δώσουν λύση στο εν λόγω ζήτημα, καθώς φοβόταν ότι δεν θα τα ξαναδεί εάν έφευγαν μαζί με τον Πρζέμεκ στην πατρίδα του.
«Ο Πρζέμεκ αγαπούσε τα παιδιά του και πάλευε για αυτά μέχρι το τέλος. Αυτό το καλοκαίρι, ήθελε να τα φέρει στην Πολωνία, όπως έκανε κάθε χρόνο. Δεν μπορούμε να δεχθούμε τον θάνατό του, και τις συνθήκες γύρω από αυτόν, ωστόσο βρίσκουμε παρηγοριά, γνωρίζοντας ότι σημειώνεται πρόοδος προς την απονομή δικαιοσύνης, και ότι τα παιδιά πρόκειται να επανενωθούν με την οικογένειά τους σε ένα ασφαλές περιβάλλον», αναφέρεται, μεταξύ άλλων, στην δήλωση των συγγενών του 43χρονου, που κοινοποιήθηκε νωρίτερα σήμερα (17/07) το πρωί, και την έλαβε και το enikos.gr.
Η πρώην σύζυγος του 43χρονου καθηγητή εξακολουθεί να αρνείται τις κατηγορίες, σε αντίθεση με όλους τους υπόλοιπους που φέρονται να έχουν ομολογήσει και να έχουν περιγράψει στους αστυνομικούς τον ρόλο που είχε ο καθένας τους. Ωστόσο οι Αρχές έχουν στοιχεία που την ενοχοποιούν.
«Προτεραιότητά μας η ασφάλεια των παιδιών»
«Χθες, πληροφορηθήκαμε τις εξελίξεις, οι οποίες μας φέρνουν πιο κοντά στη δικαοσύνη. Η οικογένειά μας είναι συντετριμμένη, αλλά είμαστε ευγνώμονες στην ελληνική αστυνομία που εντόπισαν και συνέλαβαν τους υπευθύνους. Θέλουμε να αποδοθεί πλήρης δικαιοσύνη. Τα δύο δεκάχρονια παιδιά του αδελφού μου, που είναι υπήκοοι των ΗΠΑ και της Πολωνίας, βρίσκονται τώρα υπό την φροντίδα των ελληνικών Αρχών. Κύρια προτεραιότητά μας, είναι η ασφάλεια και η ευημερία τους, καθώς και να τα βοηθήσουμε να επανασυνδεθούν με την οικογένειά τους, ώστε να περιοριστεί το τραύμα που έχουν ήδη βιώσει. Ως μέλη της οικογένειας, που τα ίδια γνωρίζουν και εμπιστεύονται, ζητάμε διακριτικότητα και σεβασμό σε αυτή τη δύσκολη στιγμή, αφού επικεντρωνόμαστε στην φροντίδα τους».
Ο αρχικός σχεδιασμός της δολοφονίας και η ενέδρα θανάτου
Σε ό,τι αφορά την εκτέλεση του Πολωνού καθηγητή, ο 35χρονος σύντροφος της γυναίκας φέρεται να ήρθε σε επαφή με τον Βούλγαρο στο Ναύπλιο προκειμένου να τον πείσει να τρομάξει ή να ξυλοκοπήσει τον πρώην σύζυγό. Εκείνος αρνήθηκε, ωστόσο τον έφερε σε επαφή με δύο Αλβανούς.
Οι τελευταίοι δεν δέχτηκαν επίσης τον ρόλο αυτό, δέχτηκαν όμως να τον βοηθήσουν για τη μεταφορά και τη διαφυγή του από το σημείο και για το «χτίσιμο» του άλλοθι που χρειαζόταν. Για τον ρόλο αυτό ανέφεραν πως ο 35χρονος τους είπε πως πληρώνει η σύντροφός του και πήραν 1.500-2000 ευρώ.
Οι δυο τους μετέφεραν τον δράστη με αυτοκίνητο από το Ναύπλιο στην Αθήνα, με τον ίδιο να γνωρίζει για το ραντεβού που είχε η σύντροφός του με το θύμα. Αρχικά πήγαν στο Χαϊδάρι όπου βρέθηκε ο Πολωνός με την πρώην σύζυγό του και τα παιδιά τους στην παιδοψυχολόγο για να βρουν μια κοινά αποδεκτή λύση.
Εκεί είχε σκοπό να τον σκοτώσει ο δράστης αλλά δεν πρόλαβε και έτσι του έστησε νέο καρτέρι στην οδό Ειρήνης στην Αγία Παρασκευή, που θα πήγαινε το μεσημέρι για να παραλάβει τα παιδιά του. Έτσι, λοιπόν, τού έστησε καρτέρι και τον εκτέλεσε εν ψυχρώ.
Όταν τον άφησαν οι Αλβανοί συνεργοί του στην Αγία Παρασκευή, συνέχισαν να κάνουν κύκλους στην ευρύτερη περιοχή. Ο 35χρονος αμέσως μετά την εκτέλεση, έφυγε περπατώντας και στο πρώτο στενό που έστριψε προς την Πλατεία της Αγίας Παρασκευής, πέταξε όπως είπε στους αστυνομικούς το όπλο τύπου Tokarev που είχε προμηθευτεί από την Ομόνοια και το μπουφάν που φορούσε σε κάδο απορριμμάτων.
Στη συνέχεια, πήρε λεωφορείο, κατέβηκε στο κέντρο, από εκεί πήρε άλλο λεωφορείο για το Χαϊδάρι και από εκεί με ταξί έφτασε στο Ναύπλιο για χτίσει το άλλοθι του. Στο μεταξύ είχε αφήσει στον Βούλγαρο συνεργό του στο Ναύπλιο το κινητό του, για να γίνει πιο πειστικό το άλλοθι του ότι δήθεν ήταν εκτός Αθηνών, όταν θα το έλεγχε η Αστυνομία.
Οι αστυνομικοί από κάμερες εντόπισαν το νοικιασμένο αυτοκίνητο των Αλβανών συνεργών και στη συνέχεια τους ίδιους.
Οι ίδιοι, όταν αντιλήφθηκαν τι συνέβη, ότι δηλαδή δολοφόνησε τον καθηγητή, άρχισαν να τον εκβιάζουν και να του ζητάνε 40.000-50.000 για να μη μιλήσουν και μάλιστα όπως ισχυρίστηκαν η ηθική αυτουργός δέχτηκε να τους πληρώσει αλλά δεν πρόλαβε.
Επίσης, από την άρση του τηλεφωνικού απορρήτου προέκυψαν συνομιλίες για το έγκλημα μεταξύ της πρώην συζύγου και του συντρόφου της με μεσάζοντα τον ανήλικο γιο του δράστη, που του είχαν δώσει ένα κινητό τηλέφωνο και όταν ήθελε να μεταφέρει κάτι ο ένας στον άλλον έπαιρναν τον 14χρονο και τους μετέφερε την συνομιλία, χωρίς να ξέρει το παιδί τι είχε συμβεί.