Κώστας Παπαζάχος: «Δεν σκοτώνουν οι σεισμοί, αλλά οι ανθρώπινες κατασκευές»


Τον «κώδωνα του κινδύνου» για τις κατασκευές που χρήζουν βελτιώσεων προκειμένου να «αντισταθούν» στις σεισμικές δονήσεις κρούει ο καθηγητής Σεισμολογίας του ΑΠΘ, Κώστας Παπαζάχος, ο οποίος τονίζει πως «δεν σκοτώνουν οι σεισμοί, οι ανθρώπινες κατασκευές σκοτώνουν» και επισημαίνει πως δεν υπάρχει μέρος στον ελλαδικό χώρο με μηδενική σεισμικότητα.

«Ακόμη και τα μέρη με χαμηλή σεισμικότητα, καμιά φορά είναι και πιο επικίνδυνα, γιατί ο κόσμος εφησυχάζει σε αυτές τις περιοχές και θεωρεί πως δεν θα γίνει τίποτα. Η ασφάλεια δεν είναι θέμα του αν θα γίνει σεισμός, είναι θέμα κατασκευής. Δεν σκοτώνουν οι σεισμοί, οι ανθρώπινες κατασκευές σκοτώνουν», είπε, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο κ. Παπαζάχος, υπογραμμίζοντας πως «η ασφάλεια εξαρτάται κατά μεγάλο μέρος από εμάς».

«Ο ελληνικός χώρος, είναι ένας χώρος που έχει μεταβαλλόμενη σεισμικότητα και γενικά είναι από τις υψηλότερες στον κόσμο. Κάποιες περιοχές με πολύ υψηλή σεισμικότητα, κάποιες περιοχές με ενδιάμεση, κάποιες με μέτρια, κάποιες με σχετικά μικρή· αλλά μικρή δεν σημαίνει ότι δεν γίνονται σεισμοί. Οπότε κανένας δεν μπορεί να πει ότι η τάδε περιοχή είναι ασφαλής. Ασφαλή μέρη δεν είναι επειδή δεν γίνεται σεισμός. Δεν υπάρχει χώρος, όπου μπορεί να γίνει ή δεν μπορεί να γίνει σεισμός», τονίζει ο καθηγητής του ΑΠΘ.

Θωράκιση ελλαδικού χώρου

Αναφορικά με τη θωράκιση του ελληνικού χώρου και την εικόνα βελτίωσης των κατασκευών, ο κ. Παπαζάχος εμφανίζεται ικανοποιημένος, χαρακτηρίζοντας τη σημερινή κατάσταση στην Ελλάδα, «πολύ καλύτερη από το παρελθόν».

«Το επίπεδο της δόμησης τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα διαρκώς βελτιώνεται και παλιές κατασκευές αντικαθίστανται από καινούριες, που σαφώς είναι κατά μέσο όρο πολύ καλύτερες. Οι απαιτήσεις που θέτουν οι κανονισμοί είναι αρκετά αυστηρές· δεν αναφέρομαι στην αυθαίρετη δόμηση η οποία υπάρχει και είναι όντως πρόβλημα, αλλά η κατασκευή ανακαινίζεται στον ελληνικό χώρο. Τα ιστορικά κτίρια του ελληνικού χώρου, όλους αυτούς τους προηγούμενους αιώνες, δεν έχουν καμία σχέση με τα σύγχρονα κτίρια», τονίζει ο κ. Παπαζάχος, ενώ φέρνει ως παράδειγμα τον σεισμό των 6,3 Ρίχτερ, που σημειώθηκε στις 12 Ιουνίου 2017, στο χωριό Βρίσα της Λέσβου.

«Το 2017, στη Βρίσα, που είναι ένα παραδοσιακό χωριό, καταστράφηκαν όλα τα κτίρια, με εξαίρεση όσα κτίρια ήταν σύγχρονα, τα οποία δεν έπαθαν τίποτα. Άρα, η εικόνα που έχω εγώ, είναι ότι η εικόνα κατασκευών γενικά βελτιώνεται. Όχι ότι δεν υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης, καθώς υπάρχουν ακόμη χώροι κατασκευής προβληματικές, αλλά γενικά η κατάσταση είναι πολύ καλύτερη από ότι στο παραλεχθούν», αναφέρει ο καθηγητής.

Ασκήσεις ετοιμότητας σεισμού

Σχετικά με το πρόγραμμα των ασκήσεων ετοιμότητας σεισμού που υλοποιείται σε σχολεία και σε δημόσιους χώρους, ο κ. Παπαζάχος θεωρεί ότι γίνονται με συστηματικό τρόπο, ενώ πιστεύει πως πρέπει να επεκταθεί και σε ιδιωτικές επιχειρήσεις.

«Αυτό αφορά κατά κύριο λόγο σχολεία και άλλα δημόσια κτίρια. Οι ασκήσεις στα σχολεία γίνονται με αρκετά συστηματικό τρόπο. Στον ιδιωτικό τομέα και τις υπόλοιπες δημόσιες υπηρεσίες, εκεί υστερούμε. Γενικά δεν υπάρχουν συχνές ασκήσεις ετοιμότητας, αν και αρκετές μεγάλες εταιρείες και επιχειρήσεις προσπαθούν να κάνουν τέτοιες ασκήσεις. Οι ασκήσεις είναι πολύ σημαντικές γιατί εξοικειώνουν τον κόσμο με το πώς θα συμπεριφερθεί και πως θα κινηθεί σχεδόν αυτόματα, χωρίς να το σκεφθεί, όταν θα γίνει ένας σεισμός. Γιατί εκείνη την ώρα δεν έχουμε πολλά περιθώρια να το σκεφτούμε. Σε αυτό το θέμα υπάρχουν σημαντικά περιθώρια βελτίωσης», τονίζει.

Προτάσεις προς την Πολιτεία για την παρακολούθηση και την πρόληψη

Σε σχέση με τις προτάσεις των σεισμολόγων για την παρακολούθηση του σεισμικού χάρτη της χώρας και την πρόληψη, ο κ. Παπαζάχος ανέφερε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ πως «γίνονται βήματα στη σωστή κατεύθυνση έστω και με πιο αργό τρόπο από τον επιθυμητό».

«Οι προτάσεις προς την Πολιτεία πάντα αφορούν την προσπάθειά μας να βελτιώσουμε τα θέματα που σχετίζονται με την παρακολούθηση και την πρόληψη: δηλαδή βελτίωση του δικτύου, δημιουργία νέου βελτιωμένου αντισεισμικού κανονισμού. Υπάρχει σημαντική βελτίωση. Πρέπει όμως, σε σχέση με τους πόρους (ανθρώπινους και οικονομικούς) να διατεθούν, για να μπορούμε να έχουμε την καλύτερη δυνατή απόκλιση. Γίνονται βήματα στη σωστή κατεύθυνση έστω και με πιο αργό τρόπο από ό,τι θα έπρεπε», λέει ο καθηγητής.

Καμιά ανησυχία για Εύβοια

Σε ό,τι αφορά τον σεισμό 5,2 Ρίχτερ, που σημειώθηκε 27 λεπτά μετά τα μεσάνυχτα στα Νέα Στύρα, στη θαλάσσια περιοχή του Νότιου Ευβοϊκού, ο κ. Παπαζάχος επισημαίνει πως «δεν υπάρχει καμία ανησυχία», ενώ αναφερόμενος και στη σημερινή σεισμική κατάσταση στη Σαντορίνη τονίζει πως «έχει εξομαλυνθεί».

«Η περιοχή της Νότιας Εύβοιας είναι από τις πιο ήσυχες περιοχές του ελληνικού χώρου. Αν ο σεισμός δεν είχε γίνει κοντά στην Αθήνα δεν θα μας απασχολούσε. Είναι ότι έγινε κοντά σε μεγάλο αστικό συγκρότημα και κούνησε τον μισό πληθυσμό της χώρας. Δεν είναι κάτι το ιδιαίτερο. Η περιοχή έχει γενικά καλά χαρακτηριστικά και μου φαίνεται ότι δεν θα έχουμε κάποια ιδιαίτερη έκπληξη», δηλώνει ο καθηγητής.

«Στη Σαντορίνη η κατάσταση έχει εξομαλυνθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό. Υπάρχει μία ακολουθία, που θα συνεχίσει να υπάρχει για σημαντικό χρονικό διάστημα και η οποία θα κάνει χρόνια για να σβήσει, στην περιοχή της Ανύδρου, αλλά σαφώς τα πράγματα είναι πολύ πιο ήσυχα και δεν έχουμε την κρίση που είχαμε πέρυσι. Το φαινόμενο εκείνο, που ήταν πολύ δύσκολο φαινόμενο, έχει πραγματικά ηρεμήσει και εξομαλυνθεί», καταλήγει ο κ. Παπαζάχος.





Πηγή: www.enikos.gr