Γερμανία: Έλλειψη προσωπικού στις Ένοπλες Δυνάμεις



Η Γερμανία, αν και διαθέτει πλέον σημαντικούς πόρους για να επανεξοπλιστεί απέναντι στην απειλή από τη Ρωσία, αντιμετωπίζει σοβαρές δυσκολίες στην ανεύρεση επαρκών στρατιωτών, καθώς η αγορά εργασίας βρίσκεται ήδη υπό πίεση.

Η προσπάθεια αναδιοργάνωσης των ενόπλων δυνάμεων έρχεται μετά από δεκαετίες παραμέλησης, την ώρα που η γερμανική κοινωνία γερνάει και μεγάλο μέρος του πληθυσμού εξέρχεται από την αγορά εργασίας. Οι ίδιες δημογραφικές πιέσεις έχουν ήδη αφήσει τα γερμανικά εργοστάσια και τις επιχειρήσεις με έλλειψη εξειδικευμένου προσωπικού, κάτι που δυσκολεύει την ενίσχυση του στρατού.

Αν και άλλες ευρωπαϊκές χώρες αντιμετωπίζουν παρόμοια προβλήματα, το εύρος του προβλήματος της Γερμανίας είναι μοναδικό. Οι νέες απαιτήσεις του ΝΑΤΟ επιβάλλουν αύξηση του τακτικού στρατού από τους περίπου 180.000 στους 260.000 στρατιώτες, καθώς και ενίσχυση της εφεδρείας με εκατοντάδες χιλιάδες ακόμη, οι οποίοι θα μπορούν να επιστρατευτούν σε περιόδους κρίσης, σύμφωνα με τον Υπουργό Άμυνας, Μπόρις Πιστόριους.

Την ίδια ώρα, η κυβέρνηση του καγκελάριου Φρίντριχ Μερτς προωθεί ένα ευρύ σχέδιο εκσυγχρονισμού των υποδομών της χώρας, το οποίο απορροφά επίσης ανθρώπινο δυναμικό. Στο πλαίσιο αυτό, η κυβέρνηση εξετάζει την επαναφορά μιας μορφής υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας, ενώ αναλυτές θέτουν και το ενδεχόμενο ένταξης μεταναστών στις ένοπλες δυνάμεις.

Στο τραπέζι η υποχρεωτική θητεία 

Ο Καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς δήλωσε τον περασμένο μήνα ότι η βασική πρόκληση για την ενίσχυση του γερμανικού στρατού δεν είναι η χρηματοδότηση, αλλά η έλλειψη ανθρώπινου δυναμικού. Κάλεσε μάλιστα τις γερμανικές επιχειρήσεις να επιτρέψουν προσωρινά την αποδέσμευση εργαζομένων, ώστε να αποκτήσουν στρατιωτικές δεξιότητες.

Τέτοιες δηλώσεις τροφοδοτούν τη δημόσια συζήτηση για την ενδεχόμενη επιστροφή της υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας, η οποία ανεστάλη το 2011. Περίπου το 55% των Γερμανών φέρεται να υποστηρίζει την επαναφορά της. Αν και η κυβέρνηση σχεδιάζει ένα εθελοντικό μοντέλο στα πρότυπα της Σουηδίας, τόσο ο Μερτς όσο και ο υπουργός Άμυνας Μπόρις Πιστόριους έχουν αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο επαναφοράς της υποχρεωτικότητας εάν η πρόοδος είναι αργή.

Το υπουργικό συμβούλιο του Μερτς αναμένεται να εγκρίνει το σχετικό νομοσχέδιο την τελευταία εβδομάδα του Αυγούστου, ώστε η εθελοντική θητεία να τεθεί σε εφαρμογή από τον Ιανουάριο. Ο στόχος του Πιστόριους είναι η προσέλκυση άνω των 110.000 στρατεύσιμων έως το τέλος της δεκαετίας.

Στο παρασκήνιο, βουλευτές του συντηρητικού χώρου πιέζουν τους Σοσιαλδημοκράτες κυβερνητικούς εταίρους να ενισχύσουν το νομοσχέδιο με δεσμευτικούς μηχανισμούς που θα επιτρέπουν την υποχρεωτική στρατολόγηση, σε περίπτωση αποτυχίας του εθελοντικού μοντέλου.

Ωστόσο, υπάρχουν σοβαρές αμφιβολίες για το κατά πόσο ένα τέτοιο μέτρο θα αποδώσει σε μια οικονομία που συρρικνώνεται εδώ και δύο χρόνια και αντιμετωπίζει έντονες ελλείψεις σε εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό, απαραίτητο για τον εκσυγχρονισμό της χώρας. 

Αν και η ανεργία έχει σημειώσει μικρή αύξηση, αναμένεται να μειωθεί ξανά, καθώς η κυβέρνηση προωθεί έργα υποδομής ύψους εκατοντάδων δισεκατομμυρίων ευρώ.

Ο υπουργός Άμυνας της Γερμανίας, Μπόρις Πιστόριους, έχει αναγνωρίσει ανοιχτά ότι η γήρανση του πληθυσμού αποτελεί πρόβλημα για τις ένοπλες δυνάμεις. Όπως δήλωσε πρόσφατα, ο στρατός θα πρέπει να αντικαταστήσει ένα “κύμα” συνταξιοδοτήσεων, πέρα από την εύρεση νέων στρατιωτών. 

Παράλληλα, υποστήριξε ότι οποιοδήποτε μοντέλο βασισμένο στη στράτευση θα αφορά αποκλειστικά την ενίσχυση των εφεδρειών, ενώ το τακτικό προσωπικό θα πρέπει να προσληφθεί με άλλους τρόπους.

Ωστόσο, αυτό αποδεικνύεται ιδιαίτερα δύσκολο. Το 2024, ο αριθμός των στρατιωτών έπεσε κάτω από τους 180.000 , το χαμηλότερο επίπεδο από το 2018, παρά τις επίμονες προσπάθειες να ξεπεραστεί το όριο των 200.000.

Η πρώην Επίτροπος του Κοινοβουλίου για τις Ένοπλες Δυνάμεις, Έβα Χέγκελ, επισήμανε σε έκθεσή της τον Μάρτιο ότι οι στρατιωτικές δυνάμεις αντιμετωπίζουν εδώ και χρόνια «σοβαρές προκλήσεις στη στρατολόγηση, που επιδεινώνονται από τις δημογραφικές μεταβολές και τον ανταγωνισμό με την ιδιωτική αγορά εργασίας».

Αν και η υποχρεωτική θητεία ενδέχεται να φαίνεται ως μια οικονομικά συμφέρουσα λύση, ερευνητές του Ινστιτούτου Ifo στο Μόναχο προειδοποιούν ότι δεν είναι τόσο απλό. Οι στρατευμένοι αφαιρούνται από την αγορά εργασίας για ένα κρίσιμο διάστημα, καθυστερούν τις σπουδές τους και περιορίζουν το μελλοντικό τους εισόδημα, γεγονός που έχει ευρύτερες επιπτώσεις τόσο στην οικονομία όσο και στην κοινωνία.

Η υποχρεωτική θητεία, σύμφωνα με έκθεση του 2024 από το Ινστιτούτο Ifo, μπορεί να έχει σοβαρές επιπτώσεις στην οικονομία. 

Η καθυστέρηση εισόδου των νέων στην αγορά εργασίας και η μείωση της κατανάλωσης σε σχέση με ένα σύστημα βασισμένο στην εθελοντική συμμετοχή θα είχαν, όπως αναφέρεται, «δραστικές συνέπειες για το σύνολο της οικονομίας».

«Για να πετύχει το εθελοντικό μοντέλο, το πιο σημαντικό είναι η βελτίωση των απολαβών», δήλωσε ένας εκ των συγγραφέων της μελέτης. «Θα πρέπει επίσης να διασφαλιστεί ότι ο στρατός διαθέτει επαρκείς πόρους σε επίπεδο εξοπλισμού, ώστε να αποτελεί έναν ελκυστικό χώρο εργασίας».

Σε αυτό το πλαίσιο, η γερμανική κυβέρνηση έχει εγκαταλείψει τους αυστηρούς δημοσιονομικούς περιορισμούς, προχωρώντας σε αυξημένες δαπάνες για τον εκσυγχρονισμό των στρατιωτικών μέσων. Οι ένοπλες δυνάμεις αναφέρουν ότι οι «δημιουργικές καμπάνιες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης» και οι τοπικές δράσεις στρατολόγησης είχαν θετικό αντίκτυπο, επιτρέποντας τουλάχιστον τη σταθεροποίηση του αριθμού των στρατιωτών το περασμένο έτος.

Ωστόσο, με στρατιωτικούς αναλυτές να προειδοποιούν ότι η Ρωσία θα μπορούσε να είναι έτοιμη να επιτεθεί στην Ευρώπη μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια, η πιθανότητα πραγματικής εμπλοκής σε πολεμικές επιχειρήσεις ίσως λειτουργήσει ανασταλτικά για πολλούς νέους.

Πηγή: skai.gr



Πηγή: www.skai.gr