Πάνω από 12 εκατομμύρια δολάρια σε αντισυλληπτικά και φάρμακα πρόληψης του HIV, που είχαν αγοραστεί από την κυβέρνηση των ΗΠΑ για αποστολή σε αναπτυσσόμενες χώρες, στο πλαίσιο των προγραμμάτων της USAID, σύμφωνα με έρευνα της Washington Post.
Κυβερνητικά αρχεία που περιήλθαν στην κατοχή της Washington Post αποκαλύπτουν ότι σχεδόν το σύνολο των προμηθειών παραμένει αποθηκευμένο σε κέντρα διανομής – το ένα στο Βέλγιο και το άλλο στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα- από τον Ιανουάριο, όταν ο Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ διέκοψε τη χρηματοδότηση της Αμερικανικής Υπηρεσίας Διεθνούς Ανάπτυξης (USAID), δηλώνοντας ότι «δεν ευθυγραμμίζεται με τα αμερικανικά συμφέροντα». Μεγάλο μέρος του υλικού βρίσκεται ήδη κοντά στην ημερομηνία λήξης του, περισσότερο απ’ όσο θα αποδέχονταν συνήθως οι περισσότερες χώρες.
Διεθνείς ανθρωπιστικές οργανώσεις και άλλοι φορείς βρίσκονται σε συνομιλίες με κυβερνητικούς εκπροσώπους σχετικά με την ανάληψη της διαχείρισης των προϊόντων και τη διανομή τους, σύμφωνα με πρόσωπα που γνωρίζουν την υπόθεση. Ωστόσο, οι διαπραγματεύσεις έχουν βαλτώσει εξαιτίας των συνεχών αλλαγών στις εντολές από την πολιτική ηγεσία της υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένων απαιτήσεων όπως να πληρώσουν οι οργανώσεις για τα υλικά και να αφαιρεθεί κάθε σήμανση της USAID.
Το κόστος για το αμερικανικό δημόσιο από την καταστροφή των προϊόντων θα μπορούσε να φτάσει τα 10 εκατομμύρια δολάρια ή και περισσότερο, σύμφωνα με άτομα που γνωρίζουν την κατάσταση.
Τα μπλοκαρισμένα αυτά αποθέματα αναδεικνύουν τον χαοτικό αντίκτυπο της αιφνίδιας αναστολής της ξένης βοήθειας από τον Τραμπ την πρώτη κιόλας ημέρα της επιστροφής του στην εξουσία – εξέλιξη που σόκαρε Αμερικανούς διπλωμάτες και ανθρωπιστικές οργανώσεις σε όλο τον κόσμο. Ο υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο διέταξε σύντομα μετά την ανάληψη των καθηκόντων του την αναστολή της λειτουργίας της USAID, και ο οργανισμός οδεύει προς κλείσιμο.
Ορισμένα είδη βοήθειας, όπως τα ιατρικά εφόδια που θεωρούνται σωτήρια για τη ζωή, έχουν από τότε επανεκκινήσει, όμως οι αποστολές αντισυλληπτικών και ορισμένων φαρμάκων για την πρόληψη του HIV παραμένουν σε αναστολή. Οι περικοπές σε αυτούς τους τομείς έχουν προκαλέσει εκτεταμένες επιπτώσεις σε όλη την Αφρική και αλλού. Πολλές υγειονομικές κλινικές έχουν κλείσει, αφήνοντας ασθενείς χωρίς πρόσβαση σε υπηρεσίες οικογενειακού προγραμματισμού, περιλαμβανομένων αντισυλληπτικών, συμβουλευτικής και χειρουργικών επεμβάσεων για τραυματισμούς τοκετού.
Πέραν της αλλαγής πολιτικής, το αδιέξοδο γύρω από προμήθειες αξίας 12 εκατομμυρίων δολαρίων — μέρος των οποίων προοριζόταν για 18 χώρες — σημαίνει ότι φτωχές κοινότητες ενδέχεται να στερηθούν βοήθεια που έχει ήδη αγοραστεί.
Σύμφωνα με εσωτερικό απολογισμό στα τέλη Απριλίου, τα αποθέματα αυτά περιλαμβάνουν περισσότερα από 26 εκατομμύρια προφυλακτικά, αρκετά εκατομμύρια πακέτα αντισυλληπτικών χαπιών, εκατοντάδες χιλιάδες εμφυτεύσιμες αντισυλληπτικές συσκευές, σχεδόν δύο εκατομμύρια δόσεις ενέσιμων αντισυλληπτικών και πάνω από 50.000 φιαλίδια ενός φαρμάκου που βοηθά στην πρόληψη μετάδοσης του HIV.
Επιπλέον αντισυλληπτικά και φάρμακα πρόληψης HIV αξίας άνω των 9 εκατομμυρίων δολαρίων βρίσκονται σε αποθήκες στις χώρες προορισμού, επίσης σε κατάσταση αναμονής λόγω της διαταγής διακοπής εργασιών. Ωστόσο, αξιωματούχοι που γνωρίζουν το ζήτημα εξέφρασαν την ελπίδα ότι αυτά τα αποθέματα θα παραδοθούν τελικά στα υπουργεία Υγείας των τοπικών κυβερνήσεων.
Σύμφωνα με κυβερνητικά αρχεία, μέχρι αυτή την εβδομάδα προϊόντα αξίας 11,2 εκατομμυρίων δολαρίων είχαν μπλοκαριστεί στο κέντρο διανομής της USAID στο Γκέελ του Βελγίου, ενώ μια παρτίδα αξίας 1,2 εκατομμυρίων δολαρίων είχε σταματήσει στο σημείο διανομής στο Ντουμπάι.
Τα μπλοκαρισμένα αποθέματα στα συγκεκριμένα κέντρα διανομής αλλά και στις αποθήκες των χωρών προορισμού είχαν αγοραστεί στο πλαίσιο του ευρύτερου Προγράμματος Εφοδιαστικής Αλυσίδας για την Παγκόσμια Υγεία της USAID — ενός δεκαετούς συμβολαίου ύψους 9,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων που διαχειριζόταν η εταιρεία ανάπτυξης Chemonics, με έδρα την Ουάσινγκτον, η οποία μέχρι πρόσφατα ήταν υπεύθυνη για την προμήθεια ιατρικών εφοδίων σε περισσότερες από 40 χώρες.
Οι ημέρες που ακολούθησαν τη διαταγή διακοπής εργασιών του Ρούμπιο χαρακτηρίστηκαν από σύγχυση και απογοήτευση, σύμφωνα με σημερινούς και πρώην αξιωματούχους της USAID. Οι μόνιμοι υπάλληλοι δεν μπορούσαν να επικοινωνήσουν με κατασκευαστές ή εξωτερικούς συνεργάτες, καθώς τα προϊόντα οικογενειακού προγραμματισμού πάγωσαν σε όλο το φάσμα της παγκόσμιας εφοδιαστικής αλυσίδας υγείας.
Οι πολιτικά διορισμένοι προώθησαν αρχικά την καταστροφή των αντισυλληπτικών, υποστηρίζοντας σε συσκέψεις ότι η καταστροφή τους συνάδει με την απόφαση της κυβέρνησης να μην τα διανείμει, σύμφωνα με δύο αξιωματούχους. Ο Πίτερ Μαρόκο, που διορίστηκε από τον Τραμπ αναπληρωτής διαχειριστής της USAID τον Φεβρουάριο, δήλωσε σε πολιτικό συνέδριο το 2023 ότι η πολιτική αρωγής των ΗΠΑ δεν ήταν «συνεπής με την προώθηση καλών οικογενειακών αξιών».
Οι αξιωματούχοι δήλωσαν ότι το ενδιαφέρον της πολιτικής ομάδας για αυτή την κατάληξη μειώθηκε αφού το προσωπικό προειδοποίησε πως η καταστροφή θα ήταν δαπανηρή και μετά την αποχώρηση του Μαρόκο τον Μάρτιο.
Σε υπόμνημα της 4ης Μαρτίου που εξασφάλισε η Post, ανώτερος αξιωματούχος του Γραφείου Παγκόσμιας Υγείας της USAID ζητούσε από την ηγεσία εξαίρεση από τη διαταγή διακοπής εργασιών, ώστε τα προϊόντα οικογενειακού προγραμματισμού να μεταβιβαστούν σε άλλους φορείς — μεταξύ αυτών κυβερνήσεις αποδεκτών, δωρητές και μη κυβερνητικές οργανώσεις — για να αποφευχθεί η καταστροφή τους ή η επιβάρυνση με επιπλέον κόστη αποθήκευσης.
Το αίτημα παραμένει αναπάντητο από την ηγεσία, σύμφωνα με τρεις αξιωματούχους, αφήνοντας τους μόνιμους υπαλλήλους να ερμηνεύουν τις περιορισμένες οδηγίες.
Παρά ταύτα, η Chemonics ξεκίνησε διαπραγματεύσεις με ανθρωπιστικές οργανώσεις και άλλους φορείς. Οι συνομιλίες περιελάμβαναν μεγάλες μη κερδοσκοπικές οργανώσεις και δωρητές, όπως το Ίδρυμα Γκέιτς, το Children’s Investment Fund Foundation και το Ταμείο των Ηνωμένων Εθνών για τον Πληθυσμό (UNFPA), σύμφωνα με πρόσωπα εξοικειωμένα με τις διαπραγματεύσεις.
Αρχικά, οι διαπραγματεύσεις προέβλεπαν την παραλαβή των προμηθειών από μία ανθρωπιστική οργάνωση στα περιφερειακά κέντρα διανομής ή και στις χώρες προορισμού και τη διανομή τους ή ανακατανομή τους, ώστε να καλυφθούν τα κενά στην εφοδιαστική αλυσίδα που προέκυψαν από την αποχώρηση της USAID.
Όμως, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, σύντομα έγινε σαφές ότι η κυβέρνηση Τραμπ ανέμενε να ανακτήσει το κόστος των προϊόντων, γεγονός που προκάλεσε επιφυλάξεις σε κάποιες οργανώσεις.
Οι αρμόδιοι έλαβαν οδηγία από πολιτικούς διορισμένους να μην χορηγήσουν απλώς τις προμήθειες, αλλά να αναζητήσουν «συμφωνίες» που θα μπορούσαν να παρουσιαστούν ως μικρότερη ζημία για την κυβέρνηση.
Πρώην αξιωματούχοι δήλωσαν στην Post ότι η USAID δεν είχε ποτέ στο παρελθόν προσπαθήσει να μεταπωλήσει αντισυλληπτικά σε δωρητές. «Δεν βρισκόμαστε σε φυσιολογική κατάσταση», είπε ένας εξ αυτών. «Καμία από τις συνήθεις πρακτικές συνεργασίας με δωρητές δεν λειτουργεί».
Πρόσθετο εμπόδιο στις συνομιλίες αποτελεί η απροθυμία της πολιτικής ηγεσίας να εκδώσει γραπτές εντολές για το θέμα, γεγονός που αποτρέπει τους εξωτερικούς φορείς από το να προχωρήσουν χωρίς σαφείς οδηγίες, δημιουργώντας αδιέξοδο.
Η Payal Chandiramani, εκπρόσωπος της Chemonics, αρνήθηκε να σχολιάσει. Το Children’s Investment Fund Foundation επίσης δεν σχολίασε.
Η Karen Hong, επικεφαλής της εφοδιαστικής αλυσίδας του UNFPA, δήλωσε στην Post: «Παρά δύο μήνες εμπλοκής με τη Chemonics, το UNFPA δεν είχε σαφή εικόνα για το ποιος είχε την εξουσιοδότηση να ενεργεί εκ μέρους της USAID για τις προμήθειες. Έτσι πρέπει να λάβουμε μια πρακτική απόφαση και να βρούμε Σχέδιο Β».
Το Ίδρυμα Γκέιτς επανέλαβε τη δέσμευσή του να διασφαλίσει πρόσβαση γυναικών και κοριτσιών σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος σε επιλογές αντισύλληψης.
Καθώς περνά ο χρόνος, οι διαπραγματεύσεις παρεμποδίζονται και από τη μειούμενη διάρκεια ζωής των φαρμάκων για πρόληψη HIV και των αντισυλληπτικών. Οι χώρες συνήθως αρνούνται την αποδοχή προϊόντων υγείας με λιγότερο από 75% του χρόνου ζωής τους, σύμφωνα με έκθεση του γενικού επιθεωρητή της USAID το 2021 για την παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα. Τα πρότυπα ποικίλλουν ανά χώρα και προϊόν και μπορούν να εκδοθούν εξαιρέσεις για συγκεκριμένες αποστολές.
Ανάλυση της Post έδειξε ότι προϊόντα αξίας 5,2 εκατομμυρίων δολαρίων στα κέντρα διανομής ήταν κάτω από αυτό το όριο. Μέχρι τις 2 Σεπτεμβρίου, ημερομηνία κατάργησης της USAID, προϊόντα αξίας 8,4 εκατ. θα έχουν φτάσει στο ίδιο σημείο.
Απαίτηση της USAID να αφαιρεθεί όλο το branding του οργανισμού από τα προϊόντα πριν τη μεταβίβαση — και να καλυφθεί το κόστος από τους αποδέκτες — αποτέλεσε άλλο σημείο τριβής, σύμφωνα με δύο πηγές. Η τοποθέτηση του λογότυπου διαφέρει ανά προϊόν, και μπορεί να εμφανίζεται είτε στο εξωτερικό κουτί μεταφοράς είτε στο εσωτερικό.
Ο Justin Prud’homme, σύμβουλος για τη διαχείριση του brand της USAID έως τον Φεβρουάριο, δήλωσε ότι δεν γνωρίζει καμία απαίτηση για αφαίρεση λογότυπου πριν από μεταβίβαση, αλλά ότι ο οργανισμός γενικά δεν θα ήθελε το σήμα του σε προϊόντα που δεν ελέγχει πλέον.
«Δεν μου φαίνεται παράλογο η USAID να θέλει να το κάνει αυτό σε κάποιες περιπτώσεις», είπε. «Αλλά να το κάνει τώρα φαίνεται περίεργο».
Άλλος κυβερνητικός αξιωματούχος δήλωσε: «Θα μπορούσαμε να πληρώσουμε για rebranding, αλλά αυτό θα κόστιζε περισσότερο, και βρισκόμαστε σε σημείο όπου η ηγεσία δεν θέλει να επιβαρυνθεί με άλλα έξοδα για αυτά τα αντισυλληπτικά προϊόντα, κάτι που είναι ειρωνικό γιατί και η καταστροφή επίσης είναι αρκετά δαπανηρή».
Πηγή: The Washington Post
Διαβάστε τις Ειδήσεις σήμερα και ενημερωθείτε για τα πρόσφατα νέα.
Ακολουθήστε το Skai.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.