Συνέντευξη στον ομογενειακό ραδιοσταθμό της Νέας Υόρκης «Hellenic Public Radio – COSMOS FM» παραχώρησε ο υπουργός Εξωτερικών, Γιώργος Γεραπετρίτης.
Ο υπουργός Εξωτερικών αναφέρθηκε τόσο στα ελληνοτουρκικά, όσο και στο θέμα που έχει προκύψει με τη Λιβύη, το οποίο επίσης συνδέεται με την Τουρκία.
Πιο αναλυτικά η συνέντευξη του Έλληνα ΥΠΕΞ:
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Σήμερα έχουμε την χαρά και την τιμή να έχουμε μαζί μας εδώ στον ραδιο-θάλαμο του Cosmos FM, στην καρδιά της Ελληνικής Αστόριας, έναν δικό μας άνθρωπο που είναι ο Υπουργός Εξωτερικών της Ελληνικής Δημοκρατίας, ο κ. Γιώργος Γεραπετρίτης. Καθηγητής Νομικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών στο Συνταγματικό Δίκαιο. Γεννήθηκε στην Κάρπαθο και μεγάλωσε στον Πειραιά. Έχει διαπρέψει σε πάρα πολλούς τομείς και είναι Υπουργός Εξωτερικών από το 2023. Κύριε Υπουργέ, καλημέρα, καλώς ήλθατε στο Cosmos FM.
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Είναι πολύ μεγάλη μου τιμή να βρίσκομαι σήμερα στο studio του Cosmos FM. Από καιρό επιζητούσα να έρθω σε επαφή με εσάς και μέσω υμών να έρθω σε επαφή και με την ελληνική Ομογένεια που είναι το πιο ζωντανό κομμάτι του Ελληνισμού στην οικουμένη. Και σας ευχαριστώ πολύ για την τιμή που μου περιποιείτε να μιλήσω μέσα από το σταθμό σας στους δικούς μας ανθρώπους εδώ στην Αμερική.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Μαζί μας εδώ στον ραδιο-θάλαμο είναι ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του μη κερδοσκοπικού οργανισμού GAEPIS, υπό την αιγίδα του οποίου λειτουργεί και εκπέμπει εδώ και 38 χρόνια το Ελληνικό Κοινωφελές Ραδιόφωνο Cosmos FM, ο φίλος και συνάδελφος παραγωγός Στέλιος Τακετζής.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Κύριε Υπουργέ, σας καλωσορίζω και εγώ με τη σειρά μου, εκ μέρους όλου του Διοικητικού Συμβουλίου, αλλά και της μεγάλης οικογένειας του Cosmos FM, αυτού του ραδιοφώνου που 38 ολόκληρα χρόνια – πάμε προς τα 39 – λειτουργεί με μόνη αποστολή να διασώσουμε και να διαδώσουμε την ελληνική μας κληρονομιά. Ένα ραδιόφωνο που στελεχώνεται από εθελοντές. Ένα ραδιόφωνο που στηρίζεται στον οβολό του μέσου ομογενούς και στη χορηγία του Έλληνα επιχειρηματία. Ένα ραδιόφωνο που προβάλλει την αληθινή Ελλάδα. Ένα ραδιόφωνο που έχει γίνει μία πλατεία, όπου μαζεύεται η Ομογένεια να συζητήσει τα προβλήματά της. Μας τιμά η παρουσία σας και θέλω να σας πληροφορήσω ότι το ραδιόφωνο αυτό έχει πολλά σχέδια για το μέλλον. Εκτός από το ραδιόφωνο βέβαια, που είμαστε το μόνο που ακούγεται στα ελεύθερα FM της Νέας Υόρκης, έχουμε σχέδια να επεκταθούμε και σε άλλους τρόπους επικοινωνίας με την Ομογένεια, κυρίως στη νέα γενιά, όπως podcasts, όπως vidcasts, όπως διαλέξεις σε σχολεία και πολλά άλλα. Και είμαστε πολύ χαρούμενοι που τα σχέδια μας αυτά βρίσκουν ανταπόκριση. Και πιστεύουμε πως και η Ελλάδα θα είναι στο πλευρό μας.
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Κύριε Τακετζή, αισθάνομαι υπερήφανος για το γεγονός ότι η ελληνική γλώσσα, η σπουδαία αυτή γλώσσα, ακούγεται μέσα από τα ερτζιανά στη Νέα Υόρκη. Και θέλω να σας συγχαρώ και εσάς και όλους τους ομογενείς, οι οποίοι ανιδιοτελώς επενδύουν πάνω σε αυτή την προσπάθεια να διευρυνθεί το ελληνικό αποτύπωμα, το αποτύπωμα της ελληνικής γλώσσας και του ελληνικού πολιτισμού στις Ηνωμένες Πολιτείες και στον κόσμο. Είναι μια προσπάθεια, η οποία θέλω να σας διαβεβαιώσω ότι και εμείς ως ελληνική Πολιτεία θα την αγκαλιάσουμε. Είναι όμως κυρίως μια προσπάθεια, η οποία πολλαπλασιάζει την ισχύ της Ελλάδος. Η ήπια ισχύς της Ελλάδος είναι η Ομογένειά μας και εσείς που εκφράζετε την Ομογένεια αυτή και δίνετε ένα πολύ σημαντικό βήμα. Θέλω να γνωρίζετε ότι μας δίνετε τεράστια όπλα για να μπορούμε να σταθούμε και στις Ηνωμένες Πολιτείες και στον κόσμο ως Ελληνική Κυβέρνηση και ελληνική Πολιτεία.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Το Cosmos FM, κύριε Υπουργέ, εδώ και 38 χρόνια ήταν στο πλάι της Ελλάδας και της Κύπρου και συνεργάστηκε με όλες τις δημοκρατικά εκλεγμένες ελληνικές και κυπριακές κυβερνήσεις και σας ευχαριστούμε πολύ για τα καλά σας λόγια. Ξεκινάμε με το Κυπριακό, που είναι το θέμα για το οποίο βρεθήκατε τούτες τις ημέρες στη Νέα Υόρκη. Μια ακόμα πενταμερής άτυπη. Όμως, όπως είπατε, έγιναν κάποια μικρά αλλά ουσιαστικά βήματα. Πείτε μας δυο λόγια για την πενταμερή και τις επαφές που είχατε και εσείς, αλλά και ο κύριος Χριστοδουλίδης, με τους εκπροσώπους της Τουρκίας και της τουρκοκυπριακής πλευράς.
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Καταρχάς να πούμε ότι με την σύμπνοια της Ελληνικής Κυβέρνησης και της Κυπριακής Δημοκρατίας καταφέραμε να αναβαθμιστεί το Κυπριακό, το οποίο για μια επταετία μετά το Crans Montana βρισκόταν σε μια κατάσταση ύφεσης και αδράνειας. Ήταν οι συντονισμένες μας προσπάθειες, οι οποίες ανέδειξαν εκ νέου το Κυπριακό στην κορυφή της ατζέντας του Γενικού Γραμματέα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Δεν είναι καθόλου ασήμαντο το γεγονός ότι ο Γενικός Γραμματέας όρισε Προσωπική Απεσταλμένη και μάλιστα δύο φορές για το Κυπριακό, ότι επανεκκίνησαν οι άτυπες συζητήσεις – και μεταξύ απευθείας των δύο ηγετών και στη συνέχεια σε διευρυμένη μορφή – και ότι σήμερα φαίνεται ότι υπάρχει ένα momentum σε σχέση με την εξέλιξη στο Κυπριακό. Όπως σωστά είπατε, δεν μπορούμε να μιλήσουμε για ένα άλμα, το οποίο έγινε προς την κατεύθυνση της επίλυσης. Θέλω όμως να τονίσω ότι είναι εξαιρετικά σημαντικό ότι αυτή τη στιγμή έχουμε έναν προγραμματισμό, ένα χρονοδιάγραμμα για τα επόμενα βήματα και ότι υπάρχει ένας κατάλογος από Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης, τα οποία είναι απολύτως αναγκαία, έτσι ώστε να μπορέσουμε να προχωρήσουμε στο επόμενο βήμα. Διότι, η αλήθεια είναι ότι είχε υπάρξει μια διάρρηξη εμπιστοσύνης για επτά χρόνια. Για εμάς, το πρώτο και σημαντικό βήμα ήταν να μπορέσουμε να αποκαταστήσουμε την εμπιστοσύνη αυτή. Προφανώς βοήθησε και το γεγονός ότι βελτιώθηκαν σχετικά οι ελληνοτουρκικές σχέσεις. Υπάρχει μια πιο λειτουργική σχέση και αυτό προφανώς βοηθά στο να αναπτυχθεί η συζήτηση, έστω και με την άτυπη μορφή της. Να σας πω ιδιαιτέρως για το τελευταίο διήμερο ότι είχαμε παραγωγικές συζητήσεις. Έγινε μια μεγάλη προσπάθεια εκ μέρους του Γενικού Γραμματέα για να προχωρήσουν με σταθερά βήματα οι συζητήσεις αυτές. Διαπιστώθηκε ότι σε τέσσερα από έξι κεφάλαια, τα οποία είχαμε θέσει ως πρώτα μέτρα στη Γενεύη τον Μάρτιο, όταν είχαμε και την πρώτη άτυπη συζήτηση σε διευρυμένη μορφή, είχαμε εξέλιξη, είχαμε θετικά νέα. Άρα σε ένα ικανοποιητικό ποσοστό νομίζω ότι έχουν γίνει βήματα. Στον κατάλογο αυτών των θετικών μέτρων προστέθηκαν 4 ακόμα κεφάλαια και συμφωνήθηκε το επόμενο διάστημα πρώτα οι δύο ηγέτες να βρεθούν εδώ στη Νέα Υόρκη, στο πλαίσιο της Γενικής Συνέλευσης του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών τον επόμενο Σεπτέμβριο, υπό τον Γενικό Γραμματέα, και στη συνέχεια, προς το τέλος του έτους, το τελευταίο τρίμηνο του έτους να υπάρξει και μια νέα πενταμερής.
Θέλω να πω, για να είμαι εξαιρετικά σαφής και προς τους αδελφούς μας τους Κυπρίους, ότι η Ελληνική Κυβέρνηση έχει ανέκαθεν και σήμερα κατ’ εξοχήν ως πρώτη εθνική προτεραιότητα το Κυπριακό. Η εθνική μας συνείδηση μας επιβάλλει ότι σε κάθε περίσταση θα επενδύουμε τη μεγαλύτερη προσπάθεια από ο,τιδήποτε άλλο στο να προχωρήσει η προσπάθεια για την επανένωση του νησιού, στο πλαίσιο των Αποφάσεων και Ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Θεωρούμε αδιανόητο στη σημερινή εποχή που υπάρχουν τόσες πολλές προκλήσεις, υπάρχουν τόσες ένοπλες συρράξεις, τόσοι διχασμοί, η Κύπρος να παραμένει διχασμένη. Θέλουμε η ενωμένη Κύπρος να αποτελέσει ένα σάλπισμα προς την ειρήνη και προς την ευημερία της περιοχής και του κόσμου. Και θα συνεχίσουμε με αμέριστη την προσπάθειά μας προς την κατεύθυνση αυτή.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Κύριε Υπουργέ, πριν από λίγες μέρες βρεθήκατε στη Λιβύη και συνομιλήσατε με την ηγεσία της κυβέρνησης της Τρίπολης. Τις ίδιες μέρες έγιναν δύο κινήσεις που δεν μπορεί να χαρακτηριστούν σε καμία περίπτωση φιλικές προς την Ελλάδα. Η δημοσίευση ενός χάρτη στα Ηνωμένα Έθνη, μια επιστολή που είχε σταλεί από τον Μάιο με βάση το τουρκολιβυκό μνημόνιο και από την άλλη πλευρά δόθηκε αδειοδότηση για οικόπεδα, τα οποία περιλαμβάνονται μέσα στην ελληνική υφαλοκρηπίδα, αν και δεν παραβιάζουν τη μέση γραμμή μεταξύ Ελλάδος και Λιβύης, τουλάχιστον σε αυτή την πρώτη φάση. Πώς εξηγείτε αυτή τη στάση της Λιβύης και επίσης αν έχουν γίνει προσπάθειες μετά το προηγούμενο φιάσκο του ταξιδιού των Υπουργών Μετανάστευσης από την Ελλάδα, την Ιταλία και τη Μάλτα και του αρμόδιου Ευρωπαίου Επιτρόπου στη Λιβύη, το φιάσκο που έγινε με τις αρχές της Βεγγάζης και τον Στρατάρχη Haftar. Γενικότερα τι κάνουμε και με τις δύο πλευρές της εξίσωσης στη Λιβύη; Και πώς μπορεί, αν όχι να αποφευχθεί, τουλάχιστον να αμβλυνθεί το αγκάθι του τουρκολιβυκού μνημονίου;
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Θέσατε πολλά ζητήματα και θα προσπαθήσω να τα απαντήσω όλα. Και είναι σημαντικό, νομίζω, να περνάει αντικειμενική και ορθή πληροφόρηση στο κοινό και ιδίως στην ελληνική Ομογένεια, διότι πολλές φορές η παραπληροφόρηση στρεβλώνει την αλήθεια. Και είναι σημαντικό να μπορούμε να παρέχουμε πληροφόρηση, η οποία θα είναι δίκαιη και ορθή.
Κατ’ αρχάς να επισημάνουμε πώς ξεκίνησαν τα θέματα με τη Λιβύη. Τα ζητήματα ανακινήθηκαν τώρα εξαιτίας μιας πρωτοβουλίας την οποία ανέλαβε η Ελληνική Κυβέρνηση. Ποια ήταν η πρωτοβουλία αυτή; Ήταν, πρώτον, να δημοσιοποιήσει έναν Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασμό, ο οποίος κατελάμβανε τη δυνητική ελληνική υφαλοκρηπίδα, στο σύνολο της υφαλοκρηπίδας και της ελληνικής Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης. Άρα, μια μεγάλη οριοθέτηση εκ μέρους της Ελλάδας, η οποία πλέον αποτελεί και μέρος του ευρωπαϊκού κεκτημένου, διότι κοινοποιήθηκε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Και το δεύτερο ήταν ότι προκηρύξαμε οικόπεδα προς εκμετάλλευση, τα οποία είναι μέσα σε αυτήν την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη, κατόπιν ενδιαφέροντος, το οποίο εξέφρασε ένας αμερικανικός κολοσσός, η Chevron. Και αυτό νομίζω αποτελεί και μια ένδειξη για την εμπιστοσύνη που επιδεικνύει και η Chevron, αλλά και νομίζω συνολικά η αμερικανική πολιτική σκηνή και η αγορά στην ελληνική Πολιτεία.
Αυτή ήταν η πρωτοβουλία, την οποία αναλάβαμε. Σε αντίδραση της πρωτοβουλίας αυτής υπήρξαν κινήσεις, οι οποίες έγιναν εκ μέρους της Λιβύης. Οι κινήσεις αυτές ήταν η αποστολή ρηματικών διακοινώσεων στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών, με τις οποίες ουσιαστικά οι Λίβυοι εξέφρασαν τη δική τους θέση σε σχέση με τα όρια της δικής τους Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης. Και βεβαίως, όπως σωστά είπατε, η συνεργασία για τη διερεύνηση πιθανών κοιτασμάτων. Θέλω να επισημάνω ότι εδώ υπάρχει ένα σοβαρό ζήτημα, το οποίο πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη μας. Ότι τα συμβόλαια, τα οποία δίνουν οι Λίβυοι δεν παραβιάζουν, από ό,τι τουλάχιστον φαίνεται σε πρώτη εμφάνιση, την ελληνική υφαλοκρηπίδα και την ελληνική Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη. Οι Λίβυοι, δηλαδή, φαίνεται να σεβάστηκαν τη μέση γραμμή, όπως την αντιλαμβάνεται η ελληνική Πολιτεία. Αυτό είναι εξαιρετικά σημαντικό, διότι ο καθένας μπορεί να έχει μια αντίληψη, η οποία μπορεί να είναι και μαξιμαλιστική για τη δυνητική υφαλοκρηπίδα και Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη. Όμως όλα κρίνονται στο πεδίο. Και η Λιβύη, τα συμβόλαια που έδωσε είναι εντός της δικής της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης με βάση την αντίληψη της Ελλάδος. Άρα κάτω από τη μέση γραμμή, νοτίως της μέσης γραμμής, όπως την αντιλαμβανόμαστε εμείς. Άρα δεν έχουμε καμία περίπτωση παραβίασης.
Τώρα, από πού εκκινεί το πρόβλημα; Το πρόβλημα προφανώς δεν είναι τωρινό. Πηγαίνει πίσω στο 2019, όταν η Τουρκία και η Λιβύη συνήψαν ένα μνημόνιο σε σχέση με την οριοθέτηση Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης. Το μνημόνιο αυτό εξαρχής ήταν άκυρο και ανυπόστατο. Γιατί ήταν άκυρο και ανυπόστατο; Διότι προήλθε από μια μη νομιμοποιημένη κυβέρνηση. Κυρίως όμως, διότι το μνημόνιο αυτό συνήφθη μεταξύ δύο χωρών, οι οποίες δεν έχουν μεταξύ τους αντικείμενες ακτές, δεν είναι γειτονικές. Άρα σε κανένα δικαστήριο, σε κανένα forum, σε καμία αρχή δεν μπορεί να σταθεί το μνημόνιο αυτό. Παρά ταύτα, εδώ υπάρχει μια πραγματικότητα, η οποία έχει διαμορφωθεί. Και επειδή το Διεθνές Δίκαιο επιβάλλει οι γειτονικές χώρες να συνάπτουν συμφωνίες για την υφαλοκρηπίδα και την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη – έτσι διαμορφώνεται το Δίκαιο της Θάλασσας – εμείς πάντοτε καλούμε τη Λιβύη να προσέλθει και στη βάση του Διεθνούς Δικαίου, που και η ίδια η Λιβύη διακηρύσσει ότι ακολουθεί, να έχουμε μια τεχνική συζήτηση για την οριοθέτηση.
Η Λιβύη έχει ήδη προσφύγει δύο φορές στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης για οριοθέτηση και μάλιστα χωρίς να έχει κυρώσει τη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας. Άρα οι πραγματικότητες είναι οι ακόλουθες. Η Ελλάδα ανέλαβε πρωτοβουλία. Για πρώτη φορά εμείς κάναμε αυτό, το οποίο έπρεπε, έτσι ώστε στο πεδίο να ασκήσουμε τα κυριαρχικά μας δικαιώματα. Εμείς δεν φοβόμαστε κανέναν όταν είναι να υποστηρίξουμε τις ελληνικές θέσεις και δεν θα φοβηθούμε ποτέ από τις αντιδράσεις. Προφανώς όταν έχεις δράση περιμένεις ότι και εκείνος, ο οποίος θεωρεί εαυτόν ότι θίγεται θα έχει μια αντίδραση. Αλλά αυτό εμάς ποτέ δεν θα μας αποτρέψει από το να διασφαλίσουμε τα εθνικά μας συμφέροντα. Και να σας πω κάτι; Προτιμούμε να έχουμε εμείς την πρωτοβουλία παρά να την έχει ο οποιοσδήποτε άλλος. Και για πρώτη φορά η ελληνική Πολιτεία ανέλαβε την πρωτοβουλία αυτή.
Τώρα η επίσκεψή μου στη Λιβύη είχε δύο σκέλη. Επισκέφθηκα και την Τρίπολη και τη Βεγγάζη. Επισκέφθηκα στη Βεγγάζη τον Στρατάρχη Haftar και είχα την ευκαιρία να συνομιλήσω με τον ίδιο και με τα μέλη της οικογένειάς του, τα οποία έχουν θεσμικό ρόλο. Και επισκέφθηκα επίσης και την Τρίπολη, όπου είχα συνομιλίες με τον Πρόεδρο του Προεδρικού Συμβουλίου, με τον Πρωθυπουργό και με τον Υπουργό Εξωτερικών.
Άρα, σε ό,τι αφορά την Ελλάδα και εμένα προσωπικά, είχα επαφές στο υψηλότερο επίπεδο. Οι συζητήσεις ήταν επιτυχείς. Οι διακοινώσεις, οι οποίες είχαν σταλεί στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών, ήταν προγενέστερες των επισκέψεων, άρα δεν υπήρξε οποιαδήποτε μεταγενέστερη αντίδραση. Και στην Τρίπολη και στη Βεγγάζη ήταν δύο μεγάλα θέματα, τα οποία συζήτησα. Το ένα ήταν ακριβώς οι οριοθετήσεις. Εγώ είπα σε πάρα πολύ σαφείς όρους ότι η Ελλάδα, πρώτον, εμμένει στο Διεθνές Δίκαιο, δεν κάνει καμία υποχώρηση σε αυτό και δεύτερον, ότι θα ασκεί τα δικαιώματά της, χωρίς να λαμβάνει υπόψη αντιδράσεις, οι οποίες δεν είναι σύμφωνες με το Δίκαιο. Άρα δεν πρόκειται να επιφυλαχθούμε και δεν πρόκειται να αποτραπούμε. Και καλέσαμε τη Λιβύη να ξεκινήσουμε συζητήσεις για να δούμε το κομμάτι των δικών μας οριοθετήσεων, χωρίς βεβαίως, όπως αντιλαμβάνεστε, να έχουμε υπόψη μας άκυρες και ανυπόστατες συμφωνίες.
Το δεύτερο θέμα, το οποίο είναι εξίσου σημαντικό, είναι το θέμα της παράτυπης μετανάστευσης. Διότι τις τελευταίες εβδομάδες παρατηρείται μια σημαντική αύξηση στις παράτυπες μεταναστευτικές ροές, ιδίως από την ανατολική Λιβύη. Πρέπει να αντιληφθούμε ότι η Λιβύη είναι μια πολύ δύσκολη χώρα. Είναι μια χώρα που έχει διχασμένη εξουσία. Άλλη εξουσία στη δυτική Λιβύη, άλλη εξουσία στην ανατολική Λιβύη. Είναι μια χώρα με πολύ μεγάλα και εκτενή σύνορα, τόσο χερσαία, όσο και θαλάσσια. Και είναι μια χώρα, η οποία γειτονεύει με χώρες, οι οποίες βρίσκονται αυτή τη στιγμή σε κατάσταση ενόπλων συρράξεων, όπως είναι το Σουδάν, το Τσαντ, ο Νίγηρας. Άρα είναι μια δεξαμενή μετανάστευσης, διότι οι άνθρωποι, οι οποίοι είναι απελπισμένοι από τις χώρες αυτές, από όσα συμβαίνουν, είναι εύλογο να προσπαθήσουν να αναζητήσουν μια καλύτερη τύχη. Και η καλύτερη τύχη τους οδηγεί στη Μεσόγειο.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Οι άνθρωποι αυτοί ενδιαφέρονται κυρίως να πάνε, εξ όσων γνωρίζουμε και από «anecdotal evidence» όπως λέμε, αλλά και από τις έρευνες που έχουν γίνει, στη Δύση κυρίως, δηλαδή δυτικότερα της Ελλάδος, ει δυνατόν στην Κεντρική και τη Βόρεια Ευρώπη, ούτε καν στην Ιταλία. Ωστόσο, καταλήγουν ή στην Ελλάδα ή στην Ιταλία. Με τη Μάλτα φαίνεται ότι κάποια συμφωνία έχει γίνει και τον τελευταίο καιρό δεν πάνε στη Μάλτα. Η Ιταλία ενδιαφέρεται περισσότερο για την Τρίπολη, διότι είναι η δυτική πλευρά. Εμείς περισσότερο για τη Βεγγάζη. Τι γίνεται και πόσο διαχειρίσιμες είναι οι μεταναστευτικές ροές; Και πείτε μας δυο λόγια για να ενημερωθεί και η Ομογένεια για το καινούργιο νομοσχέδιο που πέρασε, για την καινούργια διάταξη για το μεταναστευτικό που αναστέλλει το άσυλο για διάστημα τριών μηνών, αν δεν κάνω λάθος.
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Είναι όπως τα λέτε. Κατ’ αρχάς να επισημάνω ότι από την ανατολική Λιβύη υπάρχουν αυξημένες ροές προς την Ελλάδα και ιδιαίτερα προς την Κρήτη. Από τη δυτική Λιβύη υπάρχουν αυξημένες ροές προς την Ιταλία. Άρα το πρόβλημα είναι συνολικό και γι’ αυτό άλλωστε τον λόγο υπήρξε και η ευρωπαϊκή αποστολή, η οποία έκανε τη συνάντηση στην Τρίπολη, αλλά δεν ευδοκίμησε στη Βεγγάζη. Βεβαίως αυτό δεν ήταν ευθύνη της ελληνικής κυβέρνησης. Η οργάνωση προφανώς ήταν από την Ευρώπη. Οφείλεται, καταλαβαίνω, η ματαίωση της επίσκεψης στη Βεγγάζη σε λόγους που έχουν να κάνουν με το πρωτόκολλο. Εν πάση περιπτώσει, είναι σημαντικό ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι μέρος αυτή τη στιγμή, ενδιαφερόμενο μέρος, σε σχέση με τις μεταναστευτικές ροές. Διότι, όπως σωστά είπατε, έχουμε έναν τεράστιο αριθμό από ανθρώπους, οι οποίοι έχουν φύγει από τις εστίες τους. Μόνο από το Σουδάν θεωρείται ότι περισσότεροι από 15 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν φύγει, είναι εκτοπισμένοι από τις εστίες τους. Περίπου 2 εκατομμύρια θεωρείται ότι έχουν φύγει από τη χώρα, άρα βρίσκονται στην Αίγυπτο και τη Λιβύη. Άρα αυτό είναι ένα πάρα πολύ μεγάλο πρόβλημα. Θέλω να σας πω ότι μετά την επίσκεψή μου στη Βεγγάζη δεν έχουμε θέμα παράτυπων ροών πλέον.
Αυτό συνδέεται και με δύο πολύ σημαντικές αποφάσεις, μια επιχειρησιακή και μια ρυθμιστική- νομοθετική που έχουμε αναλάβει. Η πρώτη απόφαση ήταν να αποσταλούν πλοία του Πολεμικού Ναυτικού, έτσι ώστε να επιτηρούν στη θάλασσα νοτίως της Κρήτης και να μπορούν να παρέχουν αμέσως πληροφορία και στις λιβυκές και στις αιγυπτιακές ακτές για τυχόν κίνηση με σκάφη διακινητών. Θέλω να πω ότι δυστυχώς οι διακινητές αποτελούν μια μάστιγα για τον σύγχρονο κόσμο. Εκμεταλλεύονται τον ανθρώπινο πόνο έναντι πολύ υψηλού τιμήματος και διακινδυνεύουν ζωές μόνο και μόνο για την αποκόμιση οικονομικού οφέλους.
Η δεύτερη απόφαση, όπως είπατε, ήταν η απόφαση της ελληνικής Βουλής, με πρωτοβουλία της Ελληνικής Κυβέρνησης, να ανασταλεί η αίτηση για άσυλο για τρεις μήνες. Αυτό έχει έναν και μόνο σκοπό. Να δώσει ένα πάρα πολύ ισχυρό μήνυμα, πρωτίστως στους διακινητές, ότι δεν έχει νόημα να προσέρχονται προς την Κρήτη. Και τούτο διότι δεν θα είναι δυνατόν να γίνει επεξεργασία των αιτήσεων ασύλου. Έχει ένα πολύ σημαντικό μήνυμα. Από την άλλη πλευρά, έχει ένα μεταβατικό χαρακτήρα. Είναι για τρεις μήνες, έτσι ώστε να μπορέσουμε στο τρίμηνο αυτό να εδραιώσουμε μια σχέση με τη Λιβύη και μέσω της συνεργασίας και του Λιμενικού να μπορέσουμε να μηδενίσουμε τις ροές αυτές.
Θέλω να κλείσω λέγοντας ότι για την Ελλάδα είναι πάρα πολύ σημαντικό να έχει καλές σχέσεις και με τις δυο πλευρές της Λιβύης. Θα πρέπει δηλαδή να οικοδομήσουμε σχέσεις και με την ανατολική Λιβύη, η οποία είναι η αμέσως γειτονική, αλλά και με τη δυτική Λιβύη, έτσι ώστε να μπορέσουμε να έχουμε μια συστηματική και καλή σχέση. Και θέλω να πω ότι σε αυτό το πεδίο είναι πάρα πολύ κρίσιμο το γεγονός ότι, την τελευταία διετία κατ’ εξοχήν, έχουμε χτίσει μια στρατηγική σχέση με τη γειτονική Αίγυπτο. Η Αίγυπτος είναι μία πολύ καθοριστική χώρα, όχι μόνο επειδή συνορεύει με τη Λιβύη, αλλά επειδή είναι και ένας καθοριστικός παράγοντας στην ευρύτερη Μέση Ανατολή. Με την Αίγυπτο έχουμε αναπτύξει μια στρατηγική, σχεδόν αδελφική, θα έλεγα, σχέση, έτσι ώστε να συντονίζουμε τη δράση μας, αλλά να συντονίζουμε και την αντίδρασή μας. Και η αντίδρασή μας απέναντι στις όποιες αξιώσεις προβάλλει η Λιβύη θα είναι από κοινού με την Αίγυπτο. Να κλείσω λέγοντας ότι όσο δεν προωθείται το θέμα της πολιτικής λύσης στη Λιβύη, όσο η Λιβύη παραμένει σε ένα καθεστώς διχασμού στην άσκηση της εξουσίας, θα υπάρχουν προβλήματα.
Είναι σημαντικό – και αυτό είναι κάτι το οποίο το περάσαμε στην Ευρωπαϊκή Ένωση και έχει γίνει μέρος και των Συμπερασμάτων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου – να υπάρξει μια εξέλιξη στη Λιβύη προς την κατεύθυνση ελεύθερων εκλογών για τη σύσταση νέων Αρχών στη Λιβύη και κυρίως να μην υπάρξει καμία απολύτως ξένη επίδραση στη Λιβύη. Διότι δυστυχώς παρατηρούμε τα τελευταία χρόνια ότι ξένες δυνάμεις παρεμβαίνουν στη Λιβύη, όπως παρεμβαίνουν και στη Συρία. Και δυστυχώς αλλοιώνουν την ελεύθερη βούληση του λαού της Λιβύης και προσφέρουν πολύ κακές υπηρεσίες στη σταθερότητα της περιοχής.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Κύριε Υπουργέ, τον τελευταίο καιρό η Μέση Ανατολή έφτασε τουλάχιστον 3 φορές στο χείλος μιας γενικότερης ανάφλεξης, με τη Γάζα, με τον Λίβανο, με το Ιράν. Φυσικά το Ισραήλ ήταν και παραμένει ο κύριος παίκτης στην περιοχή. Και βεβαίως, πέρα από τη στρατηγική σχέση που έχει αναπτύξει η Ελλάδα με το Ισραήλ, όχι μόνο με τη δική σας κυβέρνηση, την κυβέρνηση Μητσοτάκη, αλλά εδώ και πολλά χρόνια, από την περίοδο που ήταν Πρωθυπουργός ο Γεώργιος Παπανδρέου το 2010. Μια στρατηγική σχέση που έχει σταθεροποιηθεί και βεβαίως είναι επ’ ωφελεία της Ελλάδας και της Κύπρου. Από την άλλη πλευρά, φυσικά, το Ισραήλ κατηγορείται για πολλά πράγματα, ιδιαίτερα και στη Γάζα και στην Δυτική Όχθη. Πείτε μας δυο λόγια για την όλη κατάσταση και τη θέση της Ελλάδας, ιδιαίτερα ως χώρας μη μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας, κάτι το οποίο επιδιώχθηκε και κατάφερε η Ελληνική Κυβέρνηση επί των ημερών σας. Και είναι βεβαίως εξαιρετικά σημαντικό.
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Φοβούμαι, δεν θα είναι δύο λόγια, διότι είναι μια πάρα πολύ μεγάλη και δύσκολη ιστορία αυτή. Οπότε θα καταχραστώ λίγο τη φιλόξενη συχνότητά σας για να ενημερώσω τους Έλληνες ομογενείς για τα θέματα αυτά. Η Μέση Ανατολή δυστυχώς, τα τελευταία σχεδόν δυο χρόνια φλέγεται. Και φλέγεται με αφετηρία βεβαίως την τρομοκρατική επίθεση της 7ης Οκτωβρίου της Χαμάς. Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε πώς ξεκίνησε όλη αυτή η ιστορία που έχει οδηγήσει αυτή τη στιγμή σε ανάφλεξη ολόκληρη την περιοχή. Θέλω λοιπόν να σας πω τα δεδομένα. Τα δεδομένα είναι τα ακόλουθα. Έχουμε αυτή τη στιγμή πολλές εστίες κινδύνου στην ευρύτερη Μέση Ανατολή. Η μία εστία βεβαίως είναι η Γάζα και η Δυτική Όχθη. Η άλλη εστία είναι το Ιράν. Γνωρίζετε ότι υπήρχαν συζητήσεις, έτσι ώστε να ρυθμιστεί το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν και να αποτραπεί η απόκτηση πυρηνικού όπλου, οι οποίες διεκόπησαν με τον τρόπο που γνωρίζετε. Υπάρχουν τα ζητήματα στον Λίβανο. Ευτυχώς υπήρξε μια εκεχειρία. Η Ελλάδα στηρίζει την αυτοδυναμία του Λιβάνου για πολλούς λόγους, έτσι ώστε να μπορέσει να ανακτήσει την αυτοτέλεια η χώρα και να μπορεί να προχωρήσει.
Υπάρχει η Συρία, η οποία βρίσκεται αυτή τη στιγμή σε μια μεταβατική φάση. Και θέλω να πω ότι η ελληνική Πολιτεία έχει ένα πολύ μεγάλο ενδιαφέρον για τη Συρία, διότι εκεί βρίσκονται ορθόδοξοι πληθυσμοί. Υπάρχει το Πατριαρχείο μας. Εμείς συνεχίζουμε να ασκούμε μια πολιτική, η οποία παρακολουθεί τα τεκταινόμενα στη Συρία και παρεμβαίνει. Μόλις χθες εγώ έκανα παρέμβαση στο Συμβούλιο Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών σχετικά με το ζήτημα της Συρίας και έθεσα τα ζητήματα. Υπάρχουν πάρα πολλές εστίες εν δυνάμει ανάφλεξης. Και όλοι γνωρίζουμε ότι μια ανάφλεξη οπουδήποτε στη Μέση Ανατολή είναι στην πραγματικότητα μια παγκόσμια απειλή.
Τι λέμε λοιπόν σε όλα αυτά; Λέμε τα ακόλουθα. Πρώτον, η Ελλάδα τηρεί μια στάση αρχών. Τηρεί μια στάση, η οποία ερείδεται στο Διεθνές Δίκαιο και θα συνεχίσει να το πράττει. Όπως σωστά είπατε, η Ελλάδα είναι εκλεγμένο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Συγκαθορίζει δηλαδή στην πραγματικότητα την παγκόσμια αρχιτεκτονική ασφαλείας για τα δύο επόμενα χρόνια μέχρι και το τέλος του 2026. Εκλεγήκαμε σχεδόν ομόφωνα και αυτό είναι μία ψήφος εμπιστοσύνης από το σύνολο των κρατών μελών του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Και αυτό μας βάζει μια μεγάλη ευθύνη. Εμείς θα συνεχίσουμε, στο πλαίσιο του Διεθνούς Δικαίου, να παρέχουμε τις καλές μας υπηρεσίες. Δεύτερον, η Ελλάδα είναι ίσως η μόνη χώρα, η οποία αυτή τη στιγμή μπορεί να ομιλεί με όρους ισότιμους με όλους τους παίκτες στην ευρύτερη Μέση Ανατολή. Είναι η χώρα, η οποία, όπως σωστά είπατε, έχει μια στρατηγική σχέση με το Ισραήλ, η οποία έχει αναπτυχθεί συν τω χρόνω και σήμερα βρίσκεται στο καλύτερο σημείο της. Η σχέση αυτή μας επιτρέπει να μπορούμε μερικές φορές να μιλούμε και με το Ισραήλ και σε έναν τόνο, ο οποίος θα βοηθήσει στην αποσυμπίεση της έντασης στη Μέση Ανατολή. Όμως έχουμε και σχέσεις εξαιρετικά αγαστές με όλον τον αραβικό κόσμο. Αυτή τη στιγμή, οι σχέσεις της Ελλάδος με τον αραβικό κόσμο είναι στο απόγειό τους. Έχουμε άριστη σχέση με την Αίγυπτο, με τη Σαουδική Αραβία, με τα Εμιράτα, με το Λίβανο, με την Ιορδανία. Άρα, στην πραγματικότητα, η Ελλάδα είναι η χώρα, η οποία συνομιλεί με όρους συνέπειας και ισότητας με όλο τον αραβικό κόσμο και με το Ισραήλ.
Είμαστε λοιπόν σε θέση να προσφέρουμε τις καλές μας υπηρεσίες και το πράττουμε. Το πράττουμε στο πεδίο, συνομιλώντας με όλους. Εγώ το τελευταίο διάστημα έχω μιλήσει πολλές φορές με τον Υπουργό Εξωτερικών του Ισραήλ, όπως πολλές φορές έχω συνομιλήσει και με τον Πρωθυπουργό της Παλαιστινιακής Αρχής. Και αυτό μας επιτρέπει να μπορούμε να έχουμε μία στάση ωφέλιμη και εποικοδομητική στο πεδίο, όπως το έχουμε πράξει πολλές φορές. Εκείνο το οποίο λέμε είναι να σταματήσουν οι εχθροπραξίες, να δοθεί περιθώριο στην ειρήνη. Δεύτερον, άμεση απελευθέρωση των ομήρων χωρίς κανέναν όρο. Είναι αδιανόητο να χρησιμοποιούνται άνθρωποι, κατά παράβαση κάθε έννοιας αξίας τους, ως μέσα για τον πόλεμο. Τρίτον, θα πρέπει όλοι να σταθούμε στην ανθρωπιστική κρίση, η οποία υπάρχει στη Γάζα. Η Ελληνική Κυβέρνηση και εγώ προσωπικά έχουμε αναλάβει σειρά από πρωτοβουλίες για την αποσυμπίεση της ανθρωπιστικής κρίσης στη Γάζα. Έχουμε αναλάβει πρωτοβουλία για να περιθάλπουμε στην Ελλάδα τραυματισμένα παιδιά από τη Γάζα. Έχουμε ενισχύσει πολύ όλους τους θεσμούς στήριξης των Παλαιστινιακών Εδαφών, την UNRWA αλλά και άλλους οργανισμούς ανθρωπιστικούς για την αποσυμπίεση της κρίσης. Και διαρκώς φροντίζουμε έτσι ώστε να συμμετέχουμε σε όλες τις ανθρωπιστικές πρωτοβουλίες. Τέταρτον, εκείνο το οποίο λέμε είναι ότι θα πρέπει να δώσουμε έμφαση στην ανασυγκρότηση της Γάζας και να δοθεί ένα όραμα στον παλαιστινιακό λαό για να μπορέσει να δει τη θέση του στην περιοχή, βεβαίως διασφαλίζοντας και την ασφάλεια του Ισραήλ, η οποία είναι αναγκαία να υπάρχει σε μια τέτοια δύσκολη γειτονιά. Η θέση μας είναι ξεκάθαρη και διαυγής και για το λόγο αυτό νομίζω ότι γίνεται και απολύτως σεβαστή από όλους. Όταν ακούγεται η Ελλάδα υπάρχει σεβασμός από όλους στην περιοχή.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Πάμε στο επιδόρπιο, που δεν είναι επιδόρπιο, είναι το κυρίως πιάτο, τα ελληνοτουρκικά. Μια πονεμένη ιστορία, πολύ παλιά, από την Απελευθέρωση ουσιαστικά. Αλλά ας πούμε, τα τελευταία χρόνια, μετά το ’74 ιδιαίτερα, που έχει μπει σε μια άλλη φάση αυτή η αντιπαράθεση Ελλάδας-Τουρκίας. Τι γίνεται σε σχέση και με τη Σύνοδο Κορυφής, θα γίνει; Πότε θα γίνει; Περίπου; Αν ξέρετε, Αν δεν ξέρετε εσείς, ποιος ξέρει δηλαδή. Και τι γίνεται και με την όλη αυτή η ιστορία του καλού κλίματος, αλλά και πέρα από το καλό κλίμα, μπορούμε να έχουμε κάποια απτά αποτελέσματα;
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Ήταν μια επιλογή της ελληνικής κυβέρνησης και του Πρωθυπουργού την τελευταία διετία να προχωρήσουμε στην οικοδόμηση μιας καλύτερης σχέσης με την Τουρκία. Μιας σχέσης, η οποία θα είναι πιο λειτουργική, η οποία θα κατατείνει σε ένα και μόνο. Να προλαμβάνει τις εντάσεις για να μην καταστούν κρίσεις. Στο πλαίσιο αυτό, εκκινήσαμε μια συζήτηση, η οποία ήταν δομημένη. Νομίζω για πρώτη φορά χτίσαμε μια συζήτηση, η οποία στηρίζεται σε συγκεκριμένους πυλώνες, στον Πολιτικό διάλογο, στα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης, στη Θετική Ατζέντα, όπου κάθε πυλώνας είχε και έναν ιδιοκτήτη για να μπορούμε να συζητούμε συγκροτημένα. Οι συζητήσεις αυτές δεν ήταν εύκολες. Προφανώς, όπως σωστά λέτε, τα ιστορικά βάρη του παρελθόντος, πάντοτε ρίχνουν μια σκιά στις σχέσεις αυτές. Εκείνο όμως, το οποίο είπαμε, είναι ότι χωρίς να αποκλίνουμε από τις θέσεις μας, χωρίς καμία απολύτως παραχώρηση στα εθνικά μας δίκαια, στις εθνικές μας θέσεις, θα προσπαθήσουμε να έχουμε μια σχέση, η οποία θα μας επιτρέπει να μην έχουμε τουλάχιστον τα προβλήματα του παρελθόντος.
Μιλήσατε για απτά αποτελέσματα και θα μου επιτρέψετε να πω ότι ήδη έχουν παραχθεί συγκεκριμένα και απτά αποτελέσματα. Ποια είναι αυτά; Πρώτα απ’ όλα, έχουν ελαχιστοποιηθεί οι παραβιάσεις του Εθνικού Εναέριου Χώρου. Θυμίζω ότι δεν είναι πολύς καιρός από τότε που είχαμε ετησίως περί τις επτά χιλιάδες παραβιάσεις του εναέριου χώρου μας. Ένας αριθμός, ο οποίος δημιουργούσε ένα διαρκές σύνδρομο έντασης στο Αιγαίο, δημιουργούσε συνθήκες διαρκούς αερομαχίας. Καταλαβαίνουμε όλοι τον κίνδυνο που προέκυπτε από μια τέτοια καθημερινότητα. Δεύτερον, έχουμε ελαχιστοποιήσει τις μεταναστευτικές ροές από την Τουρκία. Μπορεί να παρατηρήθηκε το φαινόμενο της αύξησης ροών από τη Βόρεια Αφρική, αλλά οι ροές από την Τουρκία έχουν ελαχιστοποιηθεί. Και αυτό είναι κάτι, το οποίο δεν είναι ασήμαντο. Και θέλω να το συνδυάσω με το γεγονός ότι αντί να έχουμε μεταναστευτικές ροές από την Τουρκία, αντιθέτως, με πρωτοβουλία δική μας, έχουμε εισαγάγει το μέτρο της γρήγορης θεώρησης εισόδου, τις ολιγοήμερες δηλαδή βίζες για Τούρκους πολίτες και τις οικογένειές τους να επισκέπτονται 12 ελληνικά νησιά. Θέλω να πω ότι το μέτρο αυτό έχει αποδώσει πολύ θετικά αποτελέσματα. Και αυτό είναι κάτι που εισπράττουμε από τις τοπικές κοινωνίες. Έχουν αναζωογονήσει οικονομικά τις τοπικές κοινωνίες των νησιών μας, που το χρειάζονται πολύ. Πέρυσι μόνο είχαμε περί τους 150.000 ανθρώπους, οι οποίοι επισκέφθηκαν τα νησιά μας.
Αυτό βοηθάει, αν θέλετε, και στην αμοιβαία κατανόηση μεταξύ των λαών. Γιατί, ξέρετε, καλή η διπλωματία των κυβερνήσεων, αλλά πιο καλή η διπλωματία των ανθρώπων. Και πάνω από όλα δημιουργεί μια κατάσταση ηρεμίας και κανονικότητας στα νησιά μας. Πέρα από αυτά, έχουμε ένα μεγάλο αριθμό συμφωνιών μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας. Έχει αυξηθεί αρκετά το διμερές εμπόριο. Έχουμε μια σχέση, η οποία μας επιτρέπει να προχωράμε σταδιακά με μικρά βήματα εμπιστοσύνης. Θα υπάρξει στο επόμενο διάστημα και το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας, το οποίο, όπως σωστά είπατε, εκκρεμεί. Είχαμε πρόσφατα τις συναντήσεις, οι οποίες έγιναν για τη Θετική Ατζέντα και για τον Πολιτικό Διάλογο. Υπάρχουν δίαυλοι επικοινωνίας μεταξύ των δύο κυβερνήσεων. Ξέρετε, πολλές φορές κατά την τελευταία διετία χρειάστηκε να μιλήσω και εγώ ο ίδιος με τον Υπουργό Εξωτερικών, έτσι ώστε οι εντάσεις που παρατηρούνταν να μην προκαλέσουν κρίσεις. Νομίζω αν αποτιμήσουμε συνολικά την τελευταία διετία, θα έλεγα ότι έχουν γίνει μικρά βήματα προς την κανονικότητα, προς την αμοιβαία κατανόηση. Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι αυτά τα βήματα έχουν γίνει χωρίς να υπάρξει καμία απολύτως παραχώρηση στα δικά μας εθνικά δικαιώματα. Και θέλω να σας πω ότι αυτό είναι κάτι, το οποίο είναι απολύτως αδιαπραγμάτευτο. Η Ελλάδα προσέρχεται πάντοτε στο διάλογο με τις γειτονικές χώρες και με την Τουρκία με καλή προαίρεση, αλλά ποτέ με διάθεση να έχουμε παραχωρήσεις στα δικαιώματά μας, τα οποία αναγνωρίζονται από το Δίκαιο. Και καμία κυβέρνηση, κανένας Πρωθυπουργός, κανένας Υπουργός Εξωτερικών δεν θα τολμούσε ποτέ να τα απεμπολήσει.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Τελειώνοντας να πούμε δύο λόγια που δεν είναι εξωτερική πολιτική. Αφορούν τη γενική πολιτική, αν και έχετε πει πολλές φορές ότι δεν είστε πολιτικός με την κλασική, παραδοσιακή έννοια. Και αυτό είναι αλήθεια, περισσότερο τεχνοκράτης. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι ο αδιαμφισβήτητος κυρίαρχος τα τελευταία έξι χρόνια στο πολιτικό σκηνικό της Ελλάδος. Και υπάρχει μια παρατεταμένη περίοδος σταθερότητας με όλα τα προβλήματα και τους προβληματισμούς. Ωστόσο, μια αλυσίδα μικρών ή μεγαλύτερων προβλημάτων και κάποιων σκανδάλων, όπως το τελευταίο της ΟΠΕΚΕΠΕ, αλλά και η περίπτωση της τραγωδίας των Τεμπών, έχουν σκιάσει την εικόνα της κυβέρνησης. Βλέπετε να αντιμετωπίζονται αυτές οι σκιές; Βλέπετε πρόωρες εκλογές; Και πώς βλέπετε να εξελίσσονται τα πράγματα στο επόμενο χρονικό διάστημα; Στο εσωτερικό μέτωπο βέβαια.
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Θα μου επιτρέψετε να ξεκινήσω από μια παραδοχή. Στους καιρούς που ζούμε η πολιτική σταθερότητα είναι ό,τι πιο σημαντικό μπορεί να έχει μια χώρα. Ζούμε σε πρωτόγνωρες καταστάσεις διεθνώς. Αυτή τη στιγμή υπάρχει μια τεράστια αναταραχή, έχουμε δύο πολέμους στη γειτονιά μας και επιπλέον έχουμε μια τεράστια ανθρωπιστική κρίση που συντελείται στην Αφρική, που επίσης είναι γειτονιά μας. Αυτά τα γεγονότα δεν τα έχουμε ζήσει στα 75 χρόνια μεταπολεμικά και εκείνο, το οποίο εμείς οφείλουμε να στηρίξουμε είναι την πατρίδα μας. Η πατρίδα μας οφείλει να στηριχθεί μέσω πολιτικής σταθερότητας, μέσω μιας ανθεκτικής οικονομίας, μέσω της ενίσχυσης των Ενόπλων Δυνάμεων και κυρίως μέσω μιας ισχυρής εξωτερικής πολιτικής, η οποία θα διευρύνει το δικό μας διπλωματικό αποτύπωμα με μεγάλες συμμαχίες, οι οποίες θα μας παρέχουν και ασφάλεια. Άρα η αλήθεια είναι ότι είναι σημαντικό να υπάρχει μια κυβέρνηση που να μπορεί να στέκεται στα πόδια της και να προσφέρει στους Έλληνες πολίτες. Η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, από το 2019 που είχαμε την πρώτη εκλογή και εντεύθεν, με βάση τον προγραμματικό της λόγο, επιχείρησε να φέρει στην Ελλάδα μια ησυχία, μία κανονικότητα, ενόσω ταυτοχρόνως να προβεί σε μεγάλες αλλαγές, σε ριζικές τομές, σε μεταρρυθμίσεις οι οποίες θα αλλάξουν το υπόδειγμα στην άσκηση της πολιτικής.
Διότι όλοι γνωρίζουμε ότι η μεταπολίτευση δεν άλλαξε ριζικά αυτό το υπόδειγμα, το οποίο έχει τα στοιχεία της πελατειοκρατίας, έχει τα στοιχεία πολλές φορές της γραφειοκρατίας ή της αδράνειας. Εάν με ρωτάτε εάν έχουν επιτύχει οι κυβερνήσεις μας, η απάντηση είναι ότι προφανώς και δεν έχουμε επιτύχει σε όλα. Έχουν γίνει μεγάλα βήματα στα κεφάλαια που σας είπα, δηλαδή στην οικονομία, στη διπλωματία, στην άμυνα. Από την άλλη πλευρά, δεν έχουν αντιμετωπιστεί όλες οι παθογένειες και δεν θα ήταν – θα μου επιτρέψετε να πω – εύκολο να αντιμετωπιστούν σε λίγα χρόνια. Να μην ξεχνάμε ότι στα έξι χρόνια που κυβέρνησε η Νέα Δημοκρατία είχαμε κρίσεις, οι οποίες ήταν πραγματικά ανεπανάληπτες. Είχαμε την κρίση της πανδημίας, είχαμε οικονομική κρίση, είχαμε ενεργειακή κρίση, είχαμε μεταναστευτική κρίση. Σήμερα έχουμε την κρίση, η οποία προκαλείται με την αναταραχή στο διεθνές στερέωμα, με τους δασμούς οι οποίοι επιβάλλονται, άρα με βάρη στο εμπόριο. Άρα καταλαβαίνετε ότι όλες αυτές οι πολλαπλές κρίσεις λειτουργούν και ανασταλτικά, πολλές φορές, στις επιδιώξεις που μπορείς να έχεις. Η αλήθεια είναι ότι τόσο η τραγωδία των Τεμπών, όσο και το ζήτημα που ανέκυψε με τον ΟΠΕΚΕΠΕ είναι πολύ κρίσιμα θέματα, τα οποία καλούμαστε να διαχειριστούμε.
Για μεν την τραγωδία των Τεμπών έχει δρομολογηθεί η δικαστική διερεύνηση πλήρως. Και νομίζω ότι αυτό το οποίο δικαίως απαιτεί ο ελληνικός λαός είναι να υπάρξει διερεύνηση σε βάθος, να μην σταματήσει πουθενά, να υπάρξει πλήρης κάθαρση και οι ευθύνες να αποδοθούν όπου ανήκουν, όσο ψηλά και να βρίσκονται. Για δε το θέμα του ΟΠΕΚΕΠΕ να πω ότι είναι προφανές ότι εδώ βρισκόμαστε απέναντι σε καταστάσεις, οι οποίες ήταν στρεβλές για μακρό χρονικό διάστημα. Δυστυχώς δεν θεραπεύτηκαν και δεν θεραπεύτηκαν ούτε και από τη δική μας κυβέρνηση. Το ζητούμενο εδώ είναι διπλό. Το πρώτο είναι εάν υπάρχουν ευθύνες να αποδίδονται. Και το δεύτερο είναι να παίρνουμε τα μαθήματα και να προχωράμε μπροστά. Ελήφθησαν ορισμένες γενναίες αποφάσεις με την ουσιαστική κατάργηση του ΟΠΕΚΕΠΕ και την ενσωμάτωση στην ΑΑΔΕ. Θα υπάρξουν και επόμενα σημαντικά βήματα. Μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι δεν θα ορρωδήσουμε προ ουδενός για να φτάσουμε στο τέλος αυτής της ιστορίας και στις ευθύνες και στη ριζική αναμόρφωση.
Υπάρχουν και πολλά άλλα κεφάλαια, τα οποία απαιτούν αλλαγές. Πρέπει η Δικαιοσύνη να τρέξει πιο γρήγορα. Πρέπει η Διοίκηση να γίνει πιο αποτελεσματική προς όφελος του πολίτη. Πρέπει να τρέξουμε με γρηγορότερα βήματα και αυτή είναι πάντοτε η προσπάθειά μας. Με λάθη ενδεχομένως, προφανώς κάποιες φορές, με αδυναμίες κάποιες άλλες φορές, αλλά τουλάχιστον νομίζω οι Έλληνες πολίτες πρέπει να αναγνωρίσουν ότι γίνεται μια πάρα πολύ μεγάλη προσπάθεια η Ελλάδα να επανέλθει σε ένα καθεστώς σταθερότητας που θα παρέχει μια εγγύηση στους πολίτες ότι δεν θα κινδυνεύσουμε να ζήσουμε τις αναταράξεις που βιώσαμε στο παρελθόν. Και αυτό μπορώ και εγώ και νομίζω και η κυβέρνηση να το εγγυηθούμε στους συμπολίτες μας.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Να ευχαριστήσουμε πάρα πολύ τον Υπουργό Εξωτερικών της Ελλάδος, τον κύριο Γιώργο Γεραπετρίτη, για αυτή την ενδιαφέρουσα συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης που είχαμε στο ράδιο-θάλαμο του Cosmos FM. Να είστε καλά, καλή συνέχεια και καλή επάνοδο στην πατρίδα.
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Ήταν μεγάλη μου τιμή. Σας ευχαριστώ και πάλι ευγνώμων εκ μέρους μου και εκ μέρους της πατρίδας για το έργο, το οποίο επιτελείτε.
Πηγή: skai.gr
Διαβάστε τις Ειδήσεις σήμερα και ενημερωθείτε για τα πρόσφατα νέα.
Ακολουθήστε το Skai.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις.