Όταν ο Σαντάμ Χουσεΐν πρότεινε να σκοτώσει τον Χομεϊνί και ο Σάχης αρνήθηκε



Ο Σαντάμ Χουσεΐν θα μπορούσε να είχε αλλάξει τα πάντα. Είναι ειρωνικό όμως να σκεφτεί κανείς ότι ο δικτάτορας του Ιράκ που ευθύνεται για αμέτρητους θανάτους σε όλη τη Μέση Ανατολή είχε κάποτε την ευκαιρία να εξολοθρεύσει τον ηγέτη της Ιρανικής Επανάστασης, Αγιατολάχ Ρουχολάχ Χομεϊνί, και ενδεχομένως να σώσει την περιοχή από 46 χρόνια Ισλαμικής Δημοκρατίας, την κρίση ομηρίας στο Ιράν, ακόμη και τον πόλεμο μεταξύ του Ιράν και του Ιράκ.

Στο περίπλοκο πολιτικό σκηνικό της Μέσης Ανατολής, υπήρξαν στιγμές που έχουν πλέον ξεθωριάσει, καθώς δεν έχουν καταγραφεί ποτέ αλλά ωστόσο μένουν χαραγμένες στις αναμνήσεις κατασκόπων, υπουργών και μοναρχών.

Μια τέτοια στιγμή ήταν τη δεκαετία του 1970, όταν ο Σαντάμ Χουσεΐν, αντιπρόεδρος τότε του Ιράκ αλλά ήδη ηγετική μορφή του καθεστώτος, θεωρείται ότι έκανε μια εξαιρετική πρόταση στον σάχη του Ιράν: να δολοφονήσει τον Αγιατολάχ Ρουχολάχ Χομεϊνί, τον εξόριστο κληρικό που αντιμαχόταν το καθεστώς των Παχλαβί από μια απόμερη γωνιά της Νατζάφ.

Ο σάχης αρνήθηκε. 

Σύμφωνα με εξόριστους Ιρανούς, βετεράνους των μυστικών υπηρεσιών και βιογράφους της περιόδου, ο Σαντάμ έκανε την πρότασή του πολύ διακριτικά, πιθανότατα ακόμα και μέσω ενός δευτερογενούς διαύλου επικοινωνίας στα Ηνωμένα Έθνη. 

Το μήνυμα όμως ήταν σαφές: Ο Σαντάμ, έχοντας ήδη θορυβηθεί από την επιρροή του Χομεϊνί στον σιιτικό πληθυσμό του Ιράκ, ήταν πρόθυμος να «επιλύσει» το πρόβλημα «Χομεϊνί» που αντιμετώπιζε ο σάχης Μοχαμάντ Ρεζά Παχλαβί. Ο σάχης, ωστόσο αρνήθηκε να εμπλακεί σε μια πολιτική δολοφονία, λέγοντας σύμφωνα με πληροφορίες: «Δεν ασχολούμαστε με τη δολοφονία κληρικών».

Πρόκειται για ένα περιστατικό που έχει ξεχαστεί, καταχωνιασμένο στα επίσημα αρχεία, αλλά παραμένει χαραγμένο στη μνήμη και αχνακούγεται από τα χείλη όσων έζησαν τις τελευταίες ημέρες της μοναρχίας του Ιράν.

Οι αντικρουόμενες αναφορές καθιστούν αδύνατο να καθοριστεί επακριβώς τι συνέβη. Ωστόσο, υπάρχουν επαρκή στοιχεία που υποδηλώνουν ότι τα βασικά σημεία της ιστορίας είναι αληθή. 

Πρόκειται δε, για μια ιστορική στιγμή με διαρκείς συνέπειες, μία από εκείνες τις σπάνιες στιγμές του «τι θα συνέβαινε αν», όπου η ιστορία σχοινοβατεί μεταξύ αλήθειας και εικασιών.

Ο Χομεϊνί είχε εξοριστεί από το Ιράν ήδη από το 1964, αφού είχε καταδικάσει σφόδρα τη «Λευκή Επανάσταση» του σάχη διακηρύσσοντας ότι προδίδει το Ισλάμ και υπηρετεί τους ιμπεριαλιστές της Δύσης. 

Προσωρινά βρήκε καταφύγιο στην Τουρκία, ενώ αργότερα έλαβε άσυλο από το Ιράκ και εγκαταστάθηκε στην ιερή πόλη των σιιτών, Νατζάφ, που αποτελούσε κέντρο ιερατικών σπουδών.

Η άνοδος του Χομεϊνί, απειλή για τον Χουσεϊν

Παρότι ο σάχης πιθανότατα ήλπιζε ότι ο Χομεϊνί είχε πλέον καταδικαστεί στην αφάνεια, επί της ουσίας συνέβη το αντίθετο. Από ένα απλό σπίτι κοντά στο τέμενος του Ιμάμη Αλί, ο Αγιατολάχ ηχογραφούσε τα κηρύγματά του σε κασέτες που μεταφέρονταν λαθραία στην ιρανική επικράτεια. Αυτές οι κασέτες, που συχνά διανέμονταν σε παζάρια και τζαμιά, εξελίχθησαν σε «πολιτικό δυναμίτη».

Και καθώς η επιρροή του αυξανόταν, τόσο εντείνονταν οι ανησυχίες του Σαντάμ Χουσεΐν. Το καθεστώς Μπάαθ στο Ιράκ ήταν κοσμικό, αραβο-εθνικιστικό και γινόταν ολοένα και πιο αυταρχικό. Η πανσιιτική ρητορική του Χομεϊνί αποτελούσε πλέον ευθεία απειλή για τον έλεγχο του Ιράκ επί της σιιτικής πλειοψηφίας.

Ήταν επομένως θέμα χρόνο να συνειδητοποιήσει ο Σαντάμ ότι η «φιλοξενία» του Σαντάμ δεν άξιζε πλέον τον κόπο.

Κατά μια εκδοχή, η πρόταση του Σαντάμ προς τον σάχη μεταφέρθηκε από έναν διπλωμάτη του Ιράν σε έναν απεσταλμένο του Ιράν στα Ηνωμένα Έθνη στο πλαίσιο της αναθέρμανσης των σχέσεων των δύο χώρων μετά τη Συμφωνία του Αλγερίου, η οποία επέλυσε τις εδαφικές διαφορές μεταξύ των δύο καθεστώτων. 

Ο τελευταίος πρέσβης του σάχη στις Ηνωμένες Πολιτείες, ο Αρντεσίρ Ζαχεντί, θυμάται: «Ήμουν στον ΟΗΕ. Ο υπουργός Εξωτερικών του Ιράκ μας μετέφερε ένα μήνυμα από τον Σαντάμ. Ο Σαντάμ μας πρόσφερε μια επιλογή: ή να απελάσει τον Χομεϊνί ή να τον εξαλείψει».

Στο βιβλίο του, «Το Πνεύμα του Αλλάχ», ο Αμίρ Ταχέρι, πρώην συντάκτης της ημερήσιας εφημερίδας Kayhan, περιγράφει μια δραματική στιγμή τον Σεπτέμβριο του 1978: Μια μη προγραμματισμένη πτήση ενός Boeing της Iraqi Airways προσγειώθηκε στην Τεχεράνη μεταφέροντας μόνο έναν επιβάτη, τον Μπαρζάν αλ-Τικρίτι, ετεροθαλή αδελφό του Σαντάμ Χουσεΐν και επικεφαλής των ιρακινών μυστικών υπηρεσιών. Οδηγήθηκε απευθείας στο παλάτι Νιαβαράν του σάχη, το οποίο τότε φωτιζόταν αμυδρά εν μέσω των συνεχόμενων διακοπών ρεύματος που είχαν διατάξει οι οπαδοί του Χομεϊνί.

Ο Μπαρζάν παρέδωσε στον σάχη ένα μήνυμα από τον Σαντάμ: «Η Αυτού Μεγαλειότητα πρέπει να μείνει ισχυρή. Το Ιράκ είναι έτοιμο να βοηθήσει με κάθε τρόπο». Υπαινίχθηκε έντονα ότι το Ιράκ θα μπορούσε να δρομολογήσει τη «φυσική εξόντωση» του προβληματικού μουλά.

«Ο σάχης, εκφράζοντας την ευγνωμοσύνη του για την ανησυχία και τη χείρας βοήθειας του Προέδρου Χουσεΐν, απέκλεισε κάθε υπόνοια οργάνωσης ενός δυστυχήματος για τον Χομεϊνί», γράφει ο Ταχέρι. «Αντίθετα, δε, ζήτησε από τους Ιρακινούς να αναγκάσουν τον αγιατολάχ να εγκαταλείψει τη χώρα τους. Ο Μπαρζάν συμφώνησε αμέσως».

Ο σάχης, αν και απειλούνταν σοβαρά από την αυξανόμενη επιρροή του Χομεϊνί, απέρριψε την προσφορά. Η απόφασή του έχει προκαλέσει έκτοτε πλείστες συζητήσεις. Κάποιοι πιστεύουν ότι ήταν αποτέλεσμα ηθικής αυτοσυγκράτησης, της πεποίθησης ότι η πολιτική δολοφονία, ειδικά ενός σεβαστού κληρικού, ήταν αδιανόητη. Άλλοι υποστηρίζουν ότι ήταν θέμα οπτικής και κληρονομιάς: ο σάχης ήθελε να θεωρείται ένας εκσυγχρονιστής μονάρχης, όχι μαφιόζος.

Η χήρα του σάχη, η βασίλισσα Φαράχ, η οποία έχει περάσει 46 χρόνια στην εξορία, έχει δηλώσει στο BBC σε συνέντευξή της: «Εκείνες τις μέρες, πιστεύαμε ότι αν κάποιος ξεφορτωνόταν τον Χομεϊνί, θα γινόταν μάρτυρας ή κάτι ανώτερο».

Ο Ταχέρι συμφωνεί. Συγκεκριμένα, γράφει στο βιβλίο του: «Ο λόγος για τον οποίο ο σάχης αρνήθηκε να δολοφονήσει τον Χομεϊνί ήταν αρκετά σαφής: μια τέτοια κίνηση θα είχε πυροδοτήσει ανεξέλεγκτα πάθη στο Ιράν».

Όποιο και αν ήταν το κίνητρό του, η απόφασή του αποδείχθηκε μοιραία.

Παρότι τα αρχεία της SAVAK, της διαβόητης υπηρεσίας πληροφοριών του σάχη, καταστράφηκαν σε μεγάλο βαθμό μετά την επανάσταση, πρώην αξιωματούχοι της υπηρεσίας επιβεβαίωσαν ότι παρακολουθούσαν κάθε κίνηση του Χομεϊνί. 

Ο Παρβίζ Σαμπετί, κορυφαίος αξιωματούχος της SAVAK, έχει παραδεχτεί σε συνεντεύξεις του ότι η υπηρεσία γνώριζε την απογοήτευση του Ιράκ από τον Χομεϊνί και ότι ο Σαντάμ «μπορεί να ήταν πρόθυμος να προχωρήσει περισσότερο». Αλλά, όπως λέει, ο σάχης ήταν αδιάλλακτος: το Ιράν δεν συμμετείχε σε δολοφονίες στο εξωτερικό.

Υπήρχαν σίγουρα και άλλοι τρόποι με τους οποίους ο σάχης άσκησε πιέσεις στο Ιράκ. Διπλωματικά τηλεγραφήματα υποδηλώνουν ότι η Τεχεράνη πίεσε τη Βαγδάτη να περιορίσει την πρόσβαση του Χομεϊνί στον Τύπο και τους μαθητές του. Το καθεστώς Μπάαθ, πάντα διαλλακτικό, υπάκουσε για ένα διάστημα. Ωστόσο, ο σάχης δεν επεδίωξε ποτέ σε μια μόνιμη λύση.

Τον Οκτώβριο του 1978, υπό τις αυξανόμενες εσωτερικές αναταραχές και τις νέες ιρανικές πιέσεις, ο Σαντάμ απέλασε τον Χομεϊνί από το Ιράκ, ελπίζοντας ότι έτσι θα λυνόταν το πρόβλημα.

Το αποτέλεσμα όμως ήταν το αντίθετο: διεύρυνε την επιρροή του όσο ποτέ άλλοτε.

Ο Χομεϊνί κατέφυγε στο Νοφλ-λε-Σατό, λίγο έξω από το Παρίσι, απ’ όπου είχε απεριόριστη πρόσβαση στον Τύπο και τα διεθνή μέσα ενημέρωσης. Εκεί, οι καθημερινές δηλώσεις του αποστέλλονταν με φαξ και μεταδίδονταν στο Ιράν, ενώ έδινε πέντε με έξι συνεντεύξεις την ημέρα σε ξένα μέσα ενημέρωσης. Νέοι Ιρανοί, διασκορπισμένοι σε όλο τον κόσμο, άρχισαν να συρρέουν στο Νοφλ-λε-Σατό για να «συστρατευθούν» με τον Χομεϊνί και να αποτελέσουν τμήμα της ιστορίας. 

Οι «ψίθυροι» της Νατζάφ εξελίχθηκαν σε «βρυχηθμό» στην Τεχεράνη.

Μέσα σε τέσσερις μήνες, ο σάχης είχε εγκαταλείψει τη χώρα.

Γιατί όμως, ο Χομεϊνί, ένας ηλικιωμένος κληρικός με σπαρτιάτικο τρόπο ζωής, αποτελούσε τόσο μεγάλη απειλή; Στα χαρτιά, ήταν απλώς ένας θρησκευτικός ταγός σε εξορία, χωρίς στρατό, χωρίς πολιτικό κόμμα και χωρίς επικράτεια. Αλλά στην πραγματικότητα, κατείχε πολύ ισχυρότερη εξουσία: απευθύνονταν σε όσους ήταν δυσαρεστημένοι με το καθεστώς του σάχη. Πρέσβευε μια ιδεολογία, που βασιζόταν στην ισλαμική καθαρότητα, και ένα μήνυμα που αντηχούσε σε όλες τις τάξεις και τις περιοχές του Ιράν.

Συνδύαζε τη θεολογία του μαρτυρίου των Σιιτών με την αντι-ιμπεριαλιστική επανάσταση, προσφέροντας μια κοσμοθεωρία που παρουσίαζε τον σάχη ως αιρετικό και μαριονέτα. Δεν χρειαζόταν να είναι χαρισματικός, καθώς η αυστηρότητά του και η άρνησή του για συμβιβασμούς αποτελούσαν τα βασικά του πλεονεκτήματα.

Ο Σαντάμ συνειδητοποίησε το μέγεθος της απειλής που αποτελούσε ο Χομεϊνί πριν από οποιονδήποτε άλλο. Το ίδιο και η SAVAK. Αλλά ο σάχης, είτε από υπερηφάνεια είτε από θέμα αρχών, δεν μπόρεσε να δράσει αποφασιστικά.

Όταν ο Σαντάμ εισέβαλε στο Ιράν το 1980 κηρύσσοντας τον πόλεμο Ιράν-Ιράκ, πίστευε ότι η νέα Ισλαμική Δημοκρατία ήταν αδύναμη και διαιρεμένη και θα έπεφτε μέσα σε λίγες εβδομάδες. Έκανε λάθος. 

Ο πόλεμος κράτησε οκτώ βάναυσα χρόνια, στοίχισε τη ζωή σε περισσότερους από ένα εκατομμύριο ανθρώπους, προκάλεσε τη στράτευση παιδιών-στρατιωτών και τη χρήση χημικών όπλων. Ο Σαντάμ τελικά προχώρησε στην εκτέλεση δεκάδων σιιτών κληρικών εντός του Ιράκ, προσπαθώντας να σβήσει την ιδεολογική φλόγα που είχε υποδαυλίσει ο Χομεϊνί.

Όσο για τον σάχη, πέθανε στην εξορία από καρκίνο το 1980, χωρίς να επιστρέψει ποτέ στη χώρα που κυβέρνησε επί σχεδόν τέσσερις δεκαετίες.

Αν είχε δεχτεί την πρόταση του Σαντάμ, θα μπορούσε να είχαν εξελιχθεί διαφορετικά τα πράγματα; Θα μπορούσε να έχει ακολουθήσει το Ιράν έναν διαφορετικό δρόμο; Ίσως προς τη δημοκρατία, μια συνταγματική μοναρχία ή τουλάχιστον ένα λιγότερο θεοκρατικό κράτος;

Δεν είναι δυνατόν να ξέρει κανείς. Όμως, αυτό που είναι βέβαιο είναι ένα: Μία απόφαση, που ελήφθη αθόρυβα, συνετά και με τις καλύτερες των προθέσεων, διαμόρφωσε τη μοίρα ενός έθνους και ολόκληρης της περιοχής.

Πηγή: skai.gr



Πηγή: www.skai.gr