Αντί για πρόοδο, καταστροφή. Αυτό είναι το αποτύπωμα που άφησε πίσω της η σύντομη αλλά σφοδρή κακοκαιρία που έπληξε τον Βόλο το βράδυ της Πέμπτης, επιστρέφοντας τη Γεωπονική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας στον Φυτόκο κυριολεκτικά στην αφετηρία.
Οι εργασίες αποκατάστασης, που μόλις είχαν ξεκινήσει με σκοπό να επουλωθούν οι πληγές από τις καταστροφικές πλημμύρες του «Ντάνιελ» το 2023, υπέστησαν σοβαρό πισωγύρισμα. Η στέγη του κτιρίου – μια έκταση 7,5 στρεμμάτων – είχε απογυμνωθεί από την υδρομόνωση για τις ανάγκες της ανακαίνισης, χωρίς ωστόσο να προβλεφθούν μέτρα προστασίας σε περίπτωση κακοκαιρίας. Το αποτέλεσμα; Το νερό εισέβαλε ανεμπόδιστα στο κτίριο.
Σε λιγότερο από ένα δεκάλεπτο, η έντονη βροχόπτωση κατάφερε να προκαλέσει καταστροφές δεκάδων χιλιάδων ευρώ. Το μισό κτίριο πλημμύρισε, η ψευδοροφή υποχώρησε σε αρκετά σημεία, ηλεκτρικές συσκευές αχρηστεύτηκαν και ευαίσθητος εξοπλισμός των εργαστηρίων υπέστη βλάβες. Ιδιαίτερα επλήγησαν τα εργαστήρια Γενετικής, Ζιζανολογίας, Βιομετρίας, Τεχνολογίας Τροφίμων και Γεωργίας.
Το πρωί της Παρασκευής, διδάσκοντες και υποψήφιοι διδάκτορες έφτασαν στο σημείο για να διαπιστώσουν την κατάσταση. Ωστόσο, συνεργείο του εργολάβου – ήδη παρόν – δεν επέτρεπε την είσοδο στα εργαστήρια, ακολουθώντας εντολή των πρυτανικών αρχών για λόγους ασφαλείας.
Μέχρι το μεσημέρι, κάποια από τα νερά είχαν ήδη αντληθεί, όμως η εικόνα στο εσωτερικό του κτιρίου παρέμενε αποκαρδιωτική. Ο εξοπλισμός μουσκεμένος, οι ζημιές εκτεταμένες, το χρονοδιάγραμμα αποκατάστασης άγνωστο.
Το περιστατικό επαναφέρει στο προσκήνιο ερωτήματα για τον σχεδιασμό και την επιτήρηση δημοσίων έργων, ιδίως όταν πρόκειται για κρίσιμες εκπαιδευτικές και ερευνητικές υποδομές. Μετά τις πλημμύρες του 2023, οι ελπίδες είχαν στραφεί στην ανοικοδόμηση. Αντ’ αυτού, η Γεωπονική φαίνεται να επιστρέφει στο μηδέν – αυτή τη φορά από ανθρώπινη αμέλεια και όχι από φυσικό φαινόμενο.