Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έκρινε σήμερα ότι το αμφιλεγόμενο πρόγραμμα χορήγησης ιθαγένειας της Μάλτας σε επενδυτές, γνωστό ως «χρυσό διαβατήριο», είναι παράνομο και αντίκειται στις θεμελιώδεις αρχές της ΕΕ.
Το πρόγραμμα επέτρεπε σε αλλοδαπούς να αγοράζουν την υπηκοότητα της Μάλτας –και συνεπώς την ευρωπαϊκή ιθαγένεια– με αντάλλαγμα επενδύσεις ύψους άνω των 690.000 ευρώ, χωρίς να απαιτείται ουσιαστική διασύνδεση με τη χώρα, όπως οικογενειακοί δεσμοί ή μόνιμη κατοικία.
Σύμφωνα με την απόφαση, το σύστημα «ισοδυναμεί με εμπορευματοποίηση της χορήγησης του καθεστώτος υπηκόου κράτους μέλους και, κατ’ επέκταση, της ευρωπαϊκής ιθαγένειας, κάτι που είναι ασύμβατο με τη φύση αυτού του θεμελιώδους καθεστώτος, όπως απορρέει από τις Συνθήκες της ΕΕ».
Το Δικαστήριο έκρινε ότι η Μάλτα παραβίασε τις υποχρεώσεις της βάσει των Συνθηκών, υπονομεύοντας το θεσμικό πλαίσιο της Ένωσης, και την υποχρέωσε να καταβάλει τα δικαστικά έξοδα.
Η απόφαση αυτή έρχεται σε αντίθεση με την προηγούμενη μη δεσμευτική εισήγηση του Γενικού Εισαγγελέα Anthony Collins, ο οποίος τον Οκτώβριο του 2024 είχε εκφράσει την άποψη ότι κάθε κράτος μέλος διατηρεί το αποκλειστικό δικαίωμα να αποφασίζει ποιος είναι υπήκοός του και, κατ’ επέκταση, ποιος αποκτά την ευρωπαϊκή ιθαγένεια.
Το τέλος των «χρυσών διαβατηρίων» στην Ευρώπη
Η Μάλτα διατηρούσε το τελευταίο ενεργό πρόγραμμα χρυσής υπηκοότητας στην ΕΕ, μετά την κατάργηση αντίστοιχων συστημάτων στην Κύπρο το 2020 και τη Βουλγαρία το 2022. Σε άλλα κράτη-μέλη, όπως η Πορτογαλία, η Ολλανδία και η Ισπανία, εφαρμόζονται πλέον μόνο συστήματα «χρυσής βίζας» – περιορισμένα προγράμματα που παρέχουν άδειες διαμονής έναντι επενδύσεων, και τα οποία επίσης βρίσκονται υπό αυστηρότερο έλεγχο.
Η κατάργηση των χρυσών διαβατηρίων είχε ήδη ζητηθεί από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο το 2022, με τους ευρωβουλευτές να χαρακτηρίζουν την πρακτική ως «ανήθικη, νομικά προβληματική και οικονομικά επιβλαβή».
Τα συστήματα χρυσών διαβατηρίων και χρυσών αδειών διαμονής έχουν προκαλέσει έντονες ανησυχίες για την ασφάλεια και την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία το 2022, εκφράστηκαν φόβοι ότι τα προγράμματα αυτά θα μπορούσαν να επιτρέψουν σε πλούσιους Ρώσους να παρακάμψουν τις διεθνείς κυρώσεις αποκτώντας ελεύθερη πρόσβαση στη ζώνη Σένγκεν.
Η κυβέρνηση της Μάλτας αναμένεται να τοποθετηθεί επίσημα τις επόμενες ώρες, ενώ το ρεπορτάζ βρίσκεται σε εξέλιξη.
Με πληροφορίες από Euronews