ΕΧΕΙ ΔΙΑΝΥΣΕΙ μια μεγάλη πορεία στον χώρο του βιβλίου, ως δημοσιογράφος, ως ομότιμος καθηγητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και ως συγγραφέας. Το 1997 ήταν ο πρώτος που καθιέρωσε ένα ένθετο για το βιβλίο στο Βήμα της Κυριακής, μια πρωτοβουλία που άνοιξε νέους δρόμους και δημιούργησε μια νέα αγορά. Είναι επίσης ο πρώτος που έκανε podcast για το βιβλίο στη LIFO, με τη σειρά «Βιβλία και συγγραφείς», δημιουργώντας μια εκτενή ηχητική βιβλιοθήκη. Είναι ένας άνθρωπος με πολλά και διαφορετικά ενδιαφέροντα. Εδώ και οχτώ μήνες είναι πρόεδρος του νέου κρατικού φορέα για το βιβλίο, του ΕΛΙΒΙΠ (Ελληνικό Ίδρυμα Βιβλίου και Πολιτισμού), που έχει στόχο την προαγωγή των ελληνικών γραμμάτων στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, την ανάδειξη του βιβλίου ως μορφωτικού, πολιτιστικού και ψυχαγωγικού μέσου, καθώς και την προβολή του ελληνικού πολιτισμού και της ελληνικής γλώσσας διεθνώς. Και σήμερα δίνει την πρώτη του συνέντευξη από τη θέση αυτή, μιλώντας για τους στόχους του, τις προτεραιότητες του ΕΛΙΒΙΠ και το όραμά του για το μέλλον του ελληνικού βιβλίου.
— Νίκο, θα ήθελα πριν μπούμε στα θέματα του ΕΛΙΒΙΠ, του οποίου είσαι πρόεδρος, να μου μιλήσεις για το πώς διαλέγεις να παρουσιάσεις ένα βιβλίο ή έναν συγγραφέα.
Στο ένθετο σκεφτόμουν πάντα σαν δημοσιογράφος, δεν έβαλα ποτέ μπροστά το αναγνωστικό μου γούστο, ούτε για τους ανθρώπους που έγραφαν, ούτε για τα βιβλία που παρουσιάζονταν. Ήθελα να είναι ένα ένθετο για βιβλία που να ακολουθεί την επικαιρότητα, ώστε αυτός που έπαιρνε το ένθετο να ξέρει ότι αυτή την εβδομάδα, εκείνο τον μήνα είχαν βγει αυτά τα βιβλία και παίζει αυτή η συζήτηση, σε μια εποχή πριν τα σόσιαλ. Ήθελα να είναι «ειδικοί» οι άνθρωποι που έγραφαν για αυτά, όπως για το παιδικό βιβλίο, που πίστευα ότι είναι μια περιοχή πολύ υπεύθυνη και δύσκολη. Γι’ αυτό και συνεργάστηκα με παιδαγωγούς για να υπάρχει ένα κύρος στα κείμενα που υπήρχαν στο ένθετο. Αυτό κράτησε είκοσι χρόνια.
Η βιομηχανία του βιβλίου είναι εντυποκεντρική. Εξακολουθεί να κυριαρχεί το έντυπο. Το e-book έχει εξαφανιστεί και το audio book έχει ένα ενδιαφέρον για ένα συγκεκριμένο κοινό. Το βιβλίο είναι το παλαιότερο μέσο και το μόνο που έχει παραμείνει όπως ήταν, αν σκεφτούμε και τις αλλαγές που έχουν γίνει στην μουσική ή στον κινηματογράφο.
Το podcast ήταν μια πρόταση του Στάθη Τσαγκαρουσιάνου που ξεκίνησε το 2020 και πραγματικά με εξέπληξε γιατί υπήρχαν επεισόδια που είχαν χιλιάδες downloads. Εκεί ήθελα το βιβλίο να παρουσιάζεται με έναν τρόπο που δεν θα ήταν βαρύγδουπος ή βαρετός -κάτι που βλέπουμε συχνά σήμερα στα μίντια- να βγαίνει η αλήθεια του βιβλίου ή η αλήθεια του συγγραφέα και να υπάρχει μια μεγάλη γκάμα. Επίσης πάντα με ενδιέφερε η απήχηση, αν υπάρχει ανταπόκριση σε αυτό που κάνεις. Και στο πανεπιστήμιο όταν δίδασκα πάντα με ενδιέφερε πώς αντιδρά το ακροατήριο, φρόντιζα να επινοήσω κάτι για το ξυπνήσω, να αφηγηθώ μια περίεργη ιστορία, να βγω από το πλαίσιο. Ειδικά εκεί, γιατί καθώς περνούσε ο καιρός και έβλεπα την κρίση των θεσμών και των μέσων, αντιλαμβανόμουν ότι το πανεπιστήμιο ήταν το μόνο μέρος που μπορούσες να αλλάξεις τη ζωή των ανθρώπων.
— Πάμε στο θέμα της συνάντησής μας, έχουν περάσει οκτώ μήνες από τότε που ανέλαβες ως πρόεδρος στο ΕΛΙΒΙΠ, το αποφάσισες πώς;
Τον Ιούλιο του 2024 με πήρε τηλέφωνο η Υπουργός Πολιτισμού, η κ. Μενδώνη και μου πρότεινε να αναλάβω το νέο ίδρυμα για το βιβλίο. Το σκέφτηκα, για μένα ήταν μια μεγάλη πρόκληση, είχα μελετήσει πολλά κέντρα βιβλίου και το γαλλικό και το ιταλικό από προσωπικό ενδιαφέρον κυρίως.
— Είχες εικόνα και για το δικό μας ΕΚΕΒΙ φαντάζομαι.
Βέβαια και ήμουν πολύ κριτικός στην αρθρογραφία μου γιατί νομίζω είχε δημιουργηθεί με πήλινα θεμέλια. Δεν είχε, δηλαδή, έναν οργανισμό που να το δέσει αυτό, να δείχνει τη διοικητική του διάρθρωση, διευθύνσεις, τμήματα, οργανόγραμμα που είναι σημαντικό για οργανισμούς του δημοσίου. Γιατί κακά τα ψέματα δε μπορείς να λειτουργείς μόνο με ανθρώπους για πέντε έξι μήνες και ύστερα να φεύγουν ή να φεύγεις κι εσύ και πίσω σου να μη μένει τίποτα. Φυσικά το ΕΚΕΒΙ είχε κάνει και πολύ ενδιαφέροντα πράγματα, μέσα από αυτό έγιναν οι πρώτες κάπως οργανωμένες πολιτικές βιβλίου. Γι’ αυτό και σήμερα θέλουμε να ανασυστήσουμε αυτή τη μνήμη και στο site μας έχουμε αναρτήσει αρκετά πράγματα που είχε κάνει το ΕΚΕΒΙ, και έχουν μια αρχειακή αξία, όπως τα ψηφιοποιημένα περιοδικά.
— Μείναμε πολλά χρόνια χωρίς κέντρο βιβλίου, τι σήμαινε αυτό;
Γενικά δεν υπήρχε για δέκα και πλέον χρόνια ένας οργανισμός τόσο στο επίπεδο των δεδομένων και της καταγραφής των υλικών, όσο και σε δράσεις που αφορούσαν το βιβλίο.

— Οπότε απάντησες θετικά σε αυτή την πρόταση κι όπως καταλαβαίνω ξεκινήσατε από το μηδέν, κάτι που μάλλον διευκολύνει τα πράγματα.
Είναι ένα εντελώς νέο ίδρυμα στο οποίο αρχίζεις να σχεδιάζεις κάποια πράγματα αλλά πρέπει να φτιάξεις και μια υποδομή, ανθρώπινους πόρους και οικονομικούς για να μπορέσεις να δουλέψεις και να βάλεις κάποιες προτεραιότητες. Η απουσία του ΕΚΕΒΙ δημιούργησε μια μεγάλη προσδοκία και πολλοί άνθρωποι τα θέλουν όλα και τα θέλουν τώρα, πράγμα που δε γίνεται, γιατί αρχίσαμε να δουλεύουμε τον Σεπτέμβριο του 2024 πάνω στο οργανόγραμμα, που θεωρούσα πολύ σημαντικό. Επειδή το ΕΛΙΒΙΠ ήταν καθολικός διάδοχος του ΙΕΠ (Ιδρυμα Ελληνικού Πολιτισμού) έπρεπε να διαχειριστούμε και αυτή τη διαδοχή, κάτι που ήταν κάτι πολύ δύσκολο, έπρεπε να αντιμετωπίσουμε τα οικονομικά προβλήματα και πολλά διαχειριστικά, κάτι που καταφέραμε χάρη και στο Δ.Σ. που είναι πολύ υποστηρικτικό σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα.
— Συνήθως όλοι όταν αναλαμβάνουν λένε ή ψιθυρίζουν «βρήκαμε χάος»…
Εμένα μολονότι έχω σπουδάσει ιστορία δε με ενδιαφέρει καθόλου το παρελθόν στην ενεργό ζωή.
— Από που θα ήθελες να ξεκινήσουμε για να μας συστήσεις το ΕΛΙΒΙΠ;
Θα ξεκινήσουμε από το site, στο οποίο έχουν πρόσβαση όλοι και δείχνει και μια ταυτότητα. Είναι εύχρηστο και χαρούμενο και accessible και φιλικό σε όλους τους χρήστες, μπορούν να δουν όλους τους τομείς της δραστηριότητά μας και εκεί υπάρχει και το πρόγραμμα που επανεκκινήσαμε, το greeklit, δηλαδή τις μεταφράσεις της ελληνικής λογοτεχνίας στο εξωτερικό. Αυτό είναι πολύ σημαντικό γιατί σήμερα οι λογοτεχνίες ανήκουν σε αυτό που ονομάζουμε soft power μιας χώρας.
— Πόσο έχει αλλάξει σήμερα η κίνηση των γλωσσών και η δυναμική μεταξύ τους και πώς έρχεται να βοηθήσει το greeklit;
Γενικά η κίνηση από γλώσσα σε γλώσσα δεν είναι οριζόντια αλλά οι γλώσσες ήταν κατά κάποιο τρόπο ισότιμες και επηρέαζε η μια την άλλη. Τώρα η κίνηση είναι κάθετη, από τις κυρίαρχες στις κυριαρχούμενες γλώσσες και κυρίαρχη γλώσσα είναι μόνο τα αγγλικά. Οπότε, όλες οι άλλες γλώσσες που μπορεί να έχουν ένα συμβολικό κεφάλαιο όπως τα ελληνικά, δεν έχουν οικονομικό κεφάλαιο. Αυτό το συναντάμε ακόμα και σε γλώσσες όπως τα γαλλικά και τα γερμανικά που αν δεν υπάρχουν τα χρηματοδοτικά εργαλεία για να ενισχύονται οι μεταφράσεις, δεν μεταφράζονται τα βιβλία. Συνεπώς, το greeklit υπάρχει όχι μόνο για να βοηθήσει την ελληνική λογοτεχνία να βγει στο εξωτερικό, αλλά είναι ένα εργαλείο για να ενισχύσουμε και το συμβολικό και το οικονομικό κεφάλαιο και ταυτόχρονα να δημιουργήσουμε ένα δίκτυο μεταφραστών που λειτουργούν σαν πρεσβευτές για την κουλτούρα μας. Μάλιστα, τον Μάιο θα κυκλοφορήσει ένας τόμος που θα υπάρχει και στο site του ΕΛΕΒΙΠ με πολύ ενδιαφέροντα κείμενα των εκπροσώπων της κυρίαρχης γλώσσας για το πώς αντιμετωπίζουν τη δική μας και βιβλία που μεταφράστηκαν από 48 μεταφραστές από τα ελληνικά την τελευταία διετία -πάνω από 52 τίτλοι που δείχνουν πόσο ενδιαφέρον είναι να υπάρχει αυτό το δίκτυο
Η μεγαλύτερη ζήτηση αφορά το μυθιστόρημα και την ποίηση αλλά εμείς θέλουμε να μεταφράσουμε και θεατρικά έργα αλλά και αφηγηματικά δοκίμια που θα μπορούσαν να διαβαστούν στο εξωτερικό, να επεκταθούμε πέρα από τη μυθοπλασία.
— Έχετε χρήματα για να ενισχύσετε τη μετάφραση ελληνικών έργων;
Ναι, έχουμε χρήματα, ένα κεφάλαιο 414 χιλιάδων ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης και αυτό που κάνουμε τώρα είναι να ενισχύουμε αυτό το πρόγραμμα. Νομίζω θα έχουμε και άλλους πόρους στο μέλλον ώστε αυτό το πρόγραμμα να αναπτυχθεί. Οι ξένοι εκδότες δείχνουν ενδιαφέρον για την ελληνική παραγωγή, θέλουν όμως να έχουν ένα χρηματοδοτικό εργαλείο που μειώνει το εκδοτικό ρίσκο και η μετάφραση είναι το μεγαλύτερο κόστος, αυτό πληρώνουμε που είναι πολύ σημαντικό για να βγει ένα βιβλίο έξω. Πηγαίνοντας σε εκθέσεις βιβλίων στο εξωτερικό παρατήρησα ότι πρέπει να ενισχύσουμε μεταφράσεις και σε γλώσσες όπως τα σερβικά ή τα ουγγρικά, πρέπει να δημιουργήσουμε τις γλωσσικά μικρότερες αγορές. Θεωρώ ότι οι μεταφραστές σήμερα είναι ένα δίκτυο πολύ σοβαρό, γι’ αυτό που ονομάζουμε πολιτιστική διείσδυση και διπλωματία. Και η γλώσσα χρειάζεται μεγαλύτερη ενίσχυση. Είναι πιο δύσκολο να γίνει αυτό από το να στείλουμε στο εξωτερικό για παράδειγμα μια παράσταση θεάτρου ή χορού.
— Η μεγαλύτερη ζήτηση από ξένους εκδότες αφορά τη λογοτεχνία;
Η μεγαλύτερη ζήτηση αφορά το μυθιστόρημα και την ποίηση αλλά εμείς θέλουμε να μεταφράσουμε και θεατρικά έργα αλλά και αφηγηματικά δοκίμια που θα μπορούσαν να διαβαστούν στο εξωτερικό, να επεκταθούμε πέρα από τη μυθοπλασία.
— Μίλησες για τις εκθέσεις, νομίζω υπάρχει μια γκρίνια σχετικά με αυτές, τι μας λείπει, τι ζητάμε;
Υπάρχει αυτή η γκρίνια, όπως υπάρχει και η εξής ιδιομορφία: ενώ σε όλο τον κόσμο τις εκθέσεις τις διοργανώνουν οι εκδότες, εδώ τις οργανώνει το κράτος. Το κράτος κάνει την εκπροσώπηση και εκεί όπως καταλαβαίνεις υπάρχουν διαμαρτυρίες ή αντιρρήσεις γιατί ο καθένας έχει μια δική του αντίληψη. Και είναι αλήθεια ότι μετά την κρίση σε λίγες εκθέσεις υπάρχουν περίπτερα Ελλήνων εκδοτών. Τώρα για να συζητήσουμε για το τοπίο, οι συμφωνίες δεν κλείνονται πια στις εκθέσεις, είναι τελετουργίες του βιβλίου, είναι ένα ραντεβού που κλείνεις και βλέπεις ένα πανόραμα της εκδοτικής βιομηχανίας και άλλα πράγματα σε κάθε έκθεση, άλλες είναι εμπορικές άλλες είναι φεστιβάλ και κάποιες είναι τεράστιες, πολύ εντυπωσιακές. Επίσης σήμερα, βλέπεις ότι όλο και περισσότερες πόλεις θέλουν να κάνουν έκθεση βιβλίου.
— Στην εποχή του ψηφιακού και του διαδικτύου τι κάνει η βιομηχανία του βιβλίου;
Η βιομηχανία του βιβλίου είναι εντυποκεντρική. Εξακολουθεί να κυριαρχεί το έντυπο. Το e-book έχει εξαφανιστεί και το audio book έχει ένα ενδιαφέρον για ένα συγκεκριμένο κοινό. Το βιβλίο είναι το παλαιότερο μέσο και το μόνο που έχει παραμείνει όπως ήταν, αν σκεφτούμε και τις αλλαγές που έχουν γίνει στην μουσική ή στον κινηματογράφο.
— Σε λίγες εβδομάδες οργανώνετε την έκθεση βιβλίου Θεσσαλονίκης, τι θα δούμε;
Στη Θεσσαλονίκη έχουμε μια διεθνή έκθεση στην οποία βλέπεις το πανόραμα και τον πλούτο της ελληνικής εκδοτικής παραγωγής, της οποίας το τοπίο δεν κυριαρχείται από μεγάλους εκδοτικούς οίκους όπως συμβαίνει στο εξωτερικό. Κατά τη γνώμη μου πρόκειται για κάτι αξιοθαύμαστο, βλέπεις την πολυφωνία που υπάρχει, έχουμε και πολύ ωραίες εκδόσεις, προσεγμένες, με αισθητική, με επίπεδο μεταφράσεων από μεταφραστές που αναγνωρίζουμε πλέον. Στην έκθεση συναντάμε και επαγγελματίες του βιβλίου από το εξωτερικό ενώ ταυτόχρονα έχουμε και ένα σημαντικό κομμάτι που αφορά και το παιδικό βιβλίο. Φέτος θα έχουμε μια πολύ δυναμική έκθεση, με πολλές εκδηλώσεις αφιερωματικές και παρουσιάσεις βιβλίων και τιμώμενη χώρα είναι η Ιταλία.
— Ο τίτλος της φετινής έκθεσης είναι Α[Ι]ΝΘΡΩΠΙΝΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ, ο τίτλος παίζει με την τεχνητή νοημοσύνη. Απειλεί το AI τον κόσμο των ιδεών και τα επαγγέλματα του βιβλίου;
Όχι, δεν το νομίζω, γιατί με την εμφάνιση κάθε νέας τεχνολογίας έχουμε αυτή τη συζήτηση, από την εποχή του Γουτεμβέργιου. Ακόμα και όταν εφευρέθηκε η γραφομηχανή υπήρχε μια μεγάλη συζήτηση. Η εμφάνιση της τεχνητής νοημοσύνης θα φέρει σίγουρα αλλαγές αλλά δε βλέπω να απειλεί τη δημιουργικότητα. Οι μηχανές πάντα θα σου δίνουν μια απάντηση που πρέπει να τεκμηριώσεις. Πιστεύω ότι το ανθρώπινο μυαλό είναι τόσο σύνθετο και ανεξερεύνητο που πάντα θα επινοεί πιο σύνθετες και περίπλοκες ιστορίες.
— Με ποιο τρόπο έχετε σκεφτεί να φτάσετε στο μεγάλο κοινό;
Θα ανακοινώσουμε έναν θεσμό που θα λέγεται «πρωτεύουσα του βιβλίου», θα γίνεται κάθε χρόνο για ένα δίμηνο σε μια πόλη της Ελλάδας και θα είναι μια εκδήλωση στην οποία θα θέλαμε να εμπλέκονται τόσο η κοινωνία όσο και οι φορείς μιας πόλης, κάτι που είναι και εύκολο και δύσκολο. Όλοι έχουμε παρατηρήσει ότι υπάρχει μια αξιοπρόσεκτη μικροκινητικότητα του βιβλίου σε μικρές πόλεις ή γειτονιές. Για παράδειγμα, είδαμε προς το τέλος της κρίσης να ανοίγουν πολλά βιβλιοπωλεία στις συνοικίες και υπάρχουν πολύ ενεργές λέσχες ανάγνωσης.
— Βγαίνουν γύρω στις 12.000 βιβλία το χρόνο, έχουμε μια μεγάλη παραγωγή. Έχουμε εικόνα πόσο πουλάνε;
Μιλάμε στο κενό, δεν ξέρουμε πόσα βιβλία πουλιούνται, ούτε έχουμε σαφή εικόνα και αυτό είναι κάτι παράδοξο. Η απάντηση στο γιατί είναι εύκολη: Δεν έχουμε ένα μηχανισμό μέτρησης. Αυτό το στοιχείο στο δίνουν οι εκδότες -οι οκτώ ενώσεις που έχουμε- και οι βιβλιοπώλες που πρέπει να συνεννοηθούν μεταξύ τους. Άλλες χώρες κάπως το έχουν καταφέρει και έτσι μπορείς να μιλάς εν τοις πράγμασι. Τίποτα άλλο δε σου δείχνει τι γίνεται με το βιβλίο και ποια είναι η εικόνα. Ακόμα και οι λίστες με τα ευπώλητα δεν είναι αξιόπιστες, αν δε γράφουν πόσα αντίτυπα πούλησε ένα βιβλίο.
— Ας γυρίσουμε στο ίδρυμα και το πώς χαράζει την πολιτική του βιβλίου σε σχέση με το νέο κοινό.
Έχουμε καταθέσει στην Βίβλο Ψηφιακού Μετασχηματισμού μια πρόταση για μια πλατφόρμα που ονομάζεται phygital readers με στόχο να συνδυάσει το έντυπο με ό,τι ψηφιακό υπάρχει σήμερα και να απευθύνεται κυρίως σε παιδιά. Σήμερα η φιλαναγνωσία δε μπορεί να γίνει με τον τρόπο που γινόταν πριν είκοσι χρόνια, να παίρνεις έναν συγγραφέα και να τον γυρνάς στα σχολεία, δεν αρκεί. Όταν ένα παιδί περνά στην εφηβική ηλικία πέφτει αμέσως το ενδιαφέρον του για το έντυπο βιβλίο γι’ αυτό και είναι λίγα τα εφηβικά μυθιστορήματα. Το ενδιαφέρον για το βιβλίο έρχεται ξανά μετά τα είκοσι. Αυτή την ηλικία για να την κάνεις να ενδιαφερθεί πρέπει να χρησιμοποιήσεις τα εργαλεία που χρησιμοποιούν οι ίδιοι οι έφηβοι και πρέπει φυσικά να την καλλιεργήσουν και μέσα από τα σχολεία.
— Έχετε ένα μεγάλο Δ.Σ., με πολλούς εκπροσώπους και αναρωτιέμαι αν συνεννοείστε γρήγορα, όπως αναρωτιέμαι και για τη σχέση σου με τους εκδότες
Συνεννοούμαστε πολύ καλά, είναι ένα μεγάλο Δ.Σ. με εκπροσώπους από όλους τους φορείς, δεν είναι αποκομμένο από τον κόσμο του βιβλίου και όλοι είναι πολύ υποστηρικτικοί. Δουλεύουν σε επιτροπές, τους ενδιαφέρει, δεν έρχονται μόνο για να συνεδριάσουν. Υπάρχει μια καλή σχέση όπως και με τους εκδότες που με γνωρίζουν. Τους θέλουμε συμμάχους, ώστε να καταφέρουμε να συνυπάρξουμε. Και οι μικρές γκρίνιες είναι μέσα στο πρόγραμμα, συμβαίνουν πάντα. Κακά τα ψέματα, αν θέλεις να κάνεις κάτι από αυτή τη θέση δε μπορείς να αντιπαρατεθείς με τους εκδότες. Αυτοί έφτιαξαν το μεταπολιτευτικό εκδοτικό τοπίο, του οφείλουμε έναν χώρο αξιόλογο, δημοκρατικό και πολυφωνικό και μακάρι στο μελλον να βρούμε και τα εργαλεία, ακόμα και χρηματοδοτικά, ώστε να τους ενισχύσουμε.
— Έχετε ανακοινώσει και κάποιες άλλες δράσεις που θα γίνουν σχετικά σύντομα
Υπάρχει μια συνεργασία με το φεστιβάλ κινηματογράφου του Δήμου Αθηναίων, το Athens Open Air Festival. Θα παρουσιάσουμε ταινίες που έχουν σχέση με βιβλία, προγραμματίζουμε τις νύχτες ανάγνωσης συνδυασμένες με μνημεία ή τοπόσημα και ένα poetry slam αφιερωμένο στον Μιχάλη Γκανά που θα μπορεί κάποιος να παρακολουθήσει και από το site, από κάθε μέρος της Ελλάδας ή το εξωτερικό.
Αυτή τη θέση δεν την παντρεύεσαι, δεν είσαι θεός, όλα είναι παροδικά και κάποια μέρα θα φύγεις και θα επιστρέψεις στα ενδιαφέροντά σου και στο σπίτι σου. Εύχεσαι τότε να αφήσεις κάτι πίσω σου που άξιζε τον κόπο.
— Θα ήθελα να μιλήσουμε και για την Biblionet
Την Biblionet θέλουμε να την κάνουμε μια βιβλιολογική βάση, με κριτικές και βιβλία που είναι εκτός κυκλοφορίας. Θα επεξεργαστούμε αυτή τη βάση σε αυτή τη νέα της μορφή που είναι ήδη στον αέρα, ώστε να έχουμε τελικά μια διευρυμένη βάση πιο εύχρηστη με περισσότερα εργαλεία αναζήτησης και συσχετισμών. Είναι μια τεράστια βάση με μεγάλο όγκο δεδομένων που την ετοιμάζουμε και θα ολοκληρωθεί προς τα τέλη του 2025.
— Νίκο, ακούς σχόλια, θετικά ή αρνητικά για αυτή την ανάληψη θέσης;
Θα ήθελα να πω ότι αυτό που με χαροποιεί είναι ότι φαίνεται να κατανοείται η ανάγκη να έχουμε πολιτικές για το βιβλίο και υπάρχει υποστήριξη και εμπιστοσύνη από το Υπουργείο Πολιτισμού και τον πολιτικό μου προϊστάμενο. Προς το παρόν δεν έχω λάβει αρνητικά σχόλια ίσως γιατί με ξέρουν, ποτέ δεν παίζω ατζέντα ούτε προσωπική ούτε πολιτική, πάντα μισούσα τις προσωπικές ατζέντες, δε με ενδιαφέρουν καθόλου. Θα μου πεις είσαι τόσο ανυστερόβουλος; Στην ηλικία που είμαι μπορώ να το πω, ναι, είμαι. Ας πούμε στα podcast της LIFO ελάχιστους ανθρώπους ήξερα, από αυτούς που καλούσα, ούτε τα τηλέφωνά τους δεν είχα.
Εμένα με ενδιαφέρει και έχω ένα προσωπικό όραμα για το τι θέλω να είναι ένα κέντρο βιβλίο που πραγματικά να κυριαρχεί χωρίς να ποδηγετεί, να συνδράμει, να βάλει το βιβλίο στην πρώτη σελίδα και να φέρει όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους κοντά. Είναι σπουδαίο να εμπλέκεσαι προσωπικά, να ζητάς βοήθεια και συνεργασίες και να έχεις προσωπική σχέση με όσους συνεργάζεσαι
— Ας πούμε θα μπορούσες να μου πεις μια φράση για τη θέση και τη θητεία σου, ένα μότο που σε εκφράζει;
Sic transit gloria mundi. Αυτή τη θέση δεν την παντρεύεσαι, δεν είσαι θεός, όλα είναι παροδικά και κάποια μέρα θα φύγεις και θα επιστρέψεις στα ενδιαφέροντά σου και στο σπίτι σου. Εύχεσαι τότε να αφήσεις κάτι πίσω σου που άξιζε τον κόπο.
— Μια τελευταία ερώτηση επειδή μου έχουν λείψει και τα κείμενα και τα podcast που έκανες, στο λέω κάθε φορά. Έχεις χρόνο για διάβασμα και τι διάβασες πρόσφατα;
Ενώ πίστευα ότι με το ΕΛΕΒΙΠ δε θα είχα χρόνο να διαβάσω, διαπίστωσα ότι διαβάζω καλύτερα, με μεγαλύτερη ελευθερία. Μέχρι τώρα είχα άγχος, ήθελα να είμαι συνεπής, καμιά φορά διάβαζα ένα βιβλίο σε ένα απόγευμα για να προλάβω το deadline γιατί πιστεύω ότι η δημοσιογραφία πρέπει να έχει συχνότητα. Είναι αυτό το επείγον που σου επιβάλλει η επικαιρότητα αλλιώς χάνεις το παιχνίδι, πολύ περισσότερο σήμερα με τα σόσιαλ και το διαδίκτυο. Διάβασα και μου άρεσαν πολύ διαφορετικά βιβλία: το «Εμπούσιον» της Όλγκα Τοκάρτσουκ και τον «Εραστή του ηφαιστείου» της Σούζαν Σόνταγκ, -δυο πολυσέλιδα μυθιστορήματα-, τη νουβέλα της Έρσης Σωτηροπούλου “Εορταστικό τριήμερο στα Γιάννενα”, το ιστορικό βιβλίο του Στράτου Δορδανά «Ο γερμανός “Λώρενς της Αραβίας” και το τζιχάντ “made in Germany”» και τη συλλογή διηγημάτων της αγαπημένης μου συγγραφέως Φλάνερι Ο’ Κονορ «Σπάνιο να σου τύχει καλός άνθρωπος».