Η Annē είναι ένα από τα πιο αξιοπρόσεκτα νέα ταλέντα στον χώρο της techno παγκοσμίως αλλά δεν είναι Γερμανίδα, Αμερικανίδα, Ισπανίδα, ή Βρετανή, όπως φαντάζομαι ότι θα περιμένατε να διαβάσετε. Η Annē είναι μια Ελληνίδα από τη Θεσσαλονίκη, η Άννα Τρίμη.
Παίζει σχεδόν μόνιμα στο Berghain, ενώ έχει φιλοξενηθεί στα booth των εξίσου σημαντικών Bassiani στη Γεωργία και Basement στη Νέα Υόρκη. Πρόσφατα βγήκε η προσωπική της εμφάνιση στο Boiler Room από τη Βαρσοβία και έχει παίξει αρκετές φορές στην πιο διάσημη live streaming «τουαλέτα» της underground σκηνής, το βερολινέζικο HÖR.
Μουσική της Annē κυκλοφορεί με τη σφραγίδα των BPitch, Soma Records, Hardgroove, EMERALD, Mutual Rytm. Μετράει ήδη ένα b2b με τον ζωντανό θρύλο Ben Sims, με τη Nastia στο event της NECHTO στο Λος Άντζελες, αλλά και με τη Sol Ortega στο Stone Festival. Έχει κάνει podcast για την εκπομπή της τεράστιας Mary Anne Hobbs στο BBC. Ταξιδεύει σε όλο τον κόσμο για να μοιράσει τα βαριά kick της στα πιο σημαντικά underground κλαμπ και φεστιβάλ, έχοντας την καθολική αποδοχή του χώρου, των συναδέλφων της και του πιο απαιτητικού κοινού.
«Πιστεύω ότι η μουσική πρέπει να είναι πάντα στο επίκεντρο, κάτι το οποίο νομίζω ότι αρχίζουμε να χάνουμε αυτήν τη στιγμή με το business κομμάτι της κατάστασης. Για μένα η techno, η all time classic techno σκηνή υπήρχε, υπάρχει και θα υπάρχει για πάντα, ασχέτως με το τι έρχεται στη μόδα».
Θυμάμαι, άκουσα πρώτη φορά για εκείνη πριν από καμιά δεκαριά χρόνια − η είδηση για άλλη μία γυναίκα που έμπαινε στον χώρο, ειδικά στην Ελλάδα, ήταν σημαντική για εμάς και προσωπικά με γέμισε χαρά και αισιοδοξία. Από τότε την παρακολουθούσα ανελλιπώς και χαιρόμουν να τη βλέπω να διαπρέπει.
ENSITE – ANNĒ | HÖR – March 5 / 2024
Αυτό που εκτιμώ στην Άννα είναι ότι σε ένα μουσικό τοπίο που αλλάζει συνεχώς, κλίνοντας προς τις εντυπώσεις και αποφεύγοντας σχεδόν επιδεικτικά την ουσία, εκείνη κατάφερε να κάνει καριέρα με τον παραδοσιακό τρόπο. Δούλεψε πολύ σκληρά, εκπαιδεύτηκε, εξελίχθηκε και κατάφερε να πάρει αυτό που της αξίζει με το σπαθί της. Δεν χρησιμοποίησε εντυπωσιασμούς, την αυτοπροβολή, ή νούμερα −κυριολεκτικά και μεταφορικά− στα κοινωνικά δίκτυα.
H Άννα ξέρει πως οι φιοριτούρες σε έναν κόσμο που κινείται με όρους σκληρού χρηματιστηρίου δεν αρκούν για μια σοβαρή καριέρα. Αυτό το κορίτσι διάλεξε έναν από τους πιο δύσκολους χώρους της βιομηχανίας, την πραγματική techno, και δεν συμβιβάστηκε με τον εύκολο δρόμο της νέας, εμπορικής «hard» σκηνής.
Δεν υπήρχε καν στο μυαλό της αυτή η επιλογή, γιατί πολύ απλά είχε το ταλέντο και το πείσμα να ενταχθεί εκεί που της άξιζε και να μην επαναπαυθεί στα ημίμετρα. Ταπεινά, σχεδόν σιωπηλά, χτίζει μια καριέρα που θα μείνει ως σημείο αναφοράς και έμπνευση για underdogs και μη.
«Στην ηλεκτρονική μουσική με έβαλε η disco»
«Μεγάλωσα σε ένα σπίτι όπου ακούγονταν πολλά είδη μουσικής, αλλά στην ηλεκτρονική μουσική με έβαλε σίγουρα η disco. Η προσωπική μου αναζήτηση με έφερε στους Daft Punk και αργότερα στον Moby. Στο γυμνάσιο άρχισα να βλέπω και να ανακαλύπτω DJs και μου άρεσαν πολύ. Θυμάμαι, έλεγα στις φίλες μου πως θέλω να γίνω DJ, να παίζω μουσική σε κοινό και με κορόιδευαν. Το 2011 άρχισε να μου μαθαίνει την τέχνη ένας φίλος μου με CD players κι έτσι ήρθε το DJing στη ζωή μου, ως χόμπι. Τότε έπαιζα gospel, house, Detroit house και σιγά-σιγά πήγαινα στα πιο σκληρά.
Η συνειδητή απόφαση να ασχοληθώ επαγγελματικά ήρθε ένα βράδυ, όταν πήγαμε με τον Δημήτρη (σ.σ. Σερασίδη aka Sera J) να ακούσουμε μία DJ που έπαιζε στη Θεσσαλονίκη. Στα 10 λεπτά με έπιασε κάτι σαν πανικός και ήθελα να φύγω. Βγήκαμε έξω και ξέσπασα σε λυγμούς, του έλεγα πως αυτό θέλω να κάνω στη ζωή μου και εκεί πάρθηκε η απόφαση να το δω σοβαρά. Ο Δημήτρης, αυτοδίδακτος στην παραγωγή, μου υποσχέθηκε ότι θα εντείναμε την εκμάθηση που είχα ήδη ξεκινήσει.
Ήμουν πολύ πιεσμένη, γιατί είχα και τις σπουδές και τη δουλειά μου − σπούδασα αρχιτεκτονική διακόσμηση, δούλευα χρόνια σε κατασκευαστικές εταιρείες και σίγουρα υπήρχε η κοινωνική πίεση του “να έχεις κάτι ασφαλές επαγγελματικά”. Οι γονείς μου είχαν ενδοιασμούς στην αρχή, αλλά μετά με εμπιστεύτηκαν απόλυτα, ειδικά όταν τους είπα πως θα παραιτηθώ και θα εστιάσω απόλυτα στη μουσική, κάτι που έγινε πριν από έναν χρόνο.
Ξεκίνησα να παίζω στην πόλη μου, να μαθαίνω παραγωγή και να αποκρυσταλλώνω αυτό που θέλω. Είμαι συναισθηματικός άνθρωπος, πέρασα πολλές απογοητεύσεις με συνεργασίες που δεν πήγαιναν καλά, αλλά είχα πείσμα, σαν να είχα εστιάσει σε μια κουκίδα στο μέλλον».
Πώς ξεκίνησε να στέλνει δουλειά έξω
«Ξεκίνησα να έχω κάποιες κυκλοφορίες που δεν ήταν καλές, δεν μου έφεραν κάποια εξωστρέφεια, μόνο τοπικά. Κάποια στιγμή ήρθε να παίξει εδώ η Insolate και τη φιλοξένησα στο σπίτι μου. Όπως καθόμασταν στον καναπέ, της έβαλα να ακούσει κάποια demo μου, της άρεσαν και τα κυκλοφόρησε στη δισκογραφική της, την Out Of Place. Έτσι άρχισε η ορατότητα στο εξωτερικό. Τότε αποφάσισα να ξεκινήσω να στέλνω δουλειά έξω, να χτίσω μόνη μου τις επαφές μου, κι έτσι έστειλα στη Soma και στον Ben Sims.
Ευτυχώς πήρα απάντηση αμέσως και από τα δύο labels, γιατί η μουσική ήταν καλή. Δεν το λέω επειδή ήταν δική μου, αλλά θεωρώ πως αν δεν ήταν, δεν υπήρχε περίπτωση να την κυκλοφορήσει ο Sims. Είδαν ένα potential και προχώρησαν χωρίς καθυστέρηση. Φυσικά, δεν είναι πάντα έτσι, δεν έχω πάντα άμεσες απαντήσεις από τα labels στα οποία στοχεύω. Ίσως είναι και θέμα τύχης, αλλά πάντα παίζει πρωταρχικό ρόλο το υλικό. Αμέσως μετά μου έστειλε μήνυμα ο SHDW και έτσι ήρθε και η Mutual Rytm».
«Όταν κάνεις σωστά σετ, δεν θα είναι η τελευταία φορά που παίζεις κάπου»
«Το πρώτο gig στο εξωτερικό ήταν στην Κύπρο, το 2019, μέσω κάποιων promoters που με άκουσαν στο Reworks, μετά πήγα στις Βρυξέλλες ως εκπρόσωπος του Reworks και ακολούθησε η Βουλγαρία.
Οι περισσότερες εμφανίσεις στο εξωτερικό ήρθαν όταν βρήκα agency. Πέρασα μια δύσκολη περίοδο, γιατί είχα μεν κάποια releases, αλλά όταν στοχεύεις στο εξωτερικό χρειάζεσαι και τη βοήθεια ενός/μιας ατζέντη/-ισσας. Θυμάμαι, ήταν Αύγουστος, και έλεγα ότι αν δεν βρω πρακτορείο τώρα, θα χαθώ.
Τον Σεπτέμβριο είχα μέσα σε μία μέρα τρεις προτάσεις από τρία διαφορετικά πρακτορεία. Έκανα web calls με όλα και διάλεξα αυτό που μου απηύθυνε ερωτήσεις, τι θέλω να κάνω, πού θα ήθελα να παίξω. Οι άλλοι μιλούσαν για τον εαυτό τους, “εμείς κάνουμε αυτό και εκείνο και το άλλο”. Ο ατζέντης επιβάλλεται να έχει καλή επικοινωνία με την καλλιτέχνιδα, γι’ αυτό διάλεξα την Outlined. Έμεινα εκεί για ενάμιση χρόνο. Μετά ο ατζέντης μου αποφάσισε να πάει στην Paramount (σ.σ. ένα από τα πιο σημαντικά agencies στον χώρο) και με πήρε μαζί του.
Σίγουρα το πρακτορείο είναι σημαντικό, αλλά πάνω απ’ όλα είναι ο ατζέντης και η δουλειά που ρίχνεις. Θέλει πολλή υπομονή. Όσο βγάζεις καλή και ποιοτική μουσική σε προσέχουν περισσότεροι άνθρωποι στον χώρο. Έτσι με άκουσαν οι FJAAK, τους άρεσαν τα κομμάτια μου και με κάλεσαν να παίξω στο Berghain∙ στηρίζουν πολύ τα νέα ονόματα. Όμως δεν φτάνουν μόνο αυτά, πρέπει φυσικά να αρέσεις και στον κόσμο. Όταν δημιουργείς ένα όμορφο κλίμα και κάνεις σωστά σετ, προφανώς δεν θα είναι η τελευταία φορά που παίζεις κάπου».
Annē – Sunkissed
Ο μύθος του Berghain
«Πρώτη φορά πήγα στο Berghain ως clubber. Με έπιασε δέος όταν μπήκα και φυσικά εκεί κατάλαβα τι σημαίνει σωστός ήχος. Ακόμα μεγαλύτερο δέος με κυρίευσε όταν μπήκα στο booth. Σε κάποια φάση που έπαιζα, κοιτούσα το κοινό και δάκρυζα, δεν το πίστευα. Ήταν μια μοναδική στιγμή ευφορίας το να μου δίνουν κάποιοι την ευκαιρία να παίξω σε ένα ιστορικό μέρος για την underground σκηνή. Εντάξει, είναι καταπληκτικό αυτό το κλαμπ. Εγώ το βλέπω σαν μια θεατρική σκηνή με τα άτομα που είναι εκεί, από την πιο περίεργη περσόνα μέχρι την πιο φυσιολογική, μέχρι τους πίνακες που έχει.Είναι ένας χώρος τέχνης. Πλέον η techno θεωρείται τέχνη στη Γερμανία, έχουν εξισωθεί τα κλαμπ με τις όπερες, το Berghain έχει χαρακτηριστεί και ως μουσείο.
Υπάρχει μια άλλη κουλτούρα στην techno σκηνή έξω, που δεν υπάρχει στην Ελλάδα, δυστυχώς. Πριν από λίγο καιρό, όταν πήγαινα να παίξω εκεί, συνάντησα μια κοπέλα στο αεροδρόμιο και με ρώτησε αν είμαι η Annē. “Έρχομαι να σε ακούσω στο Βερολίνο”, μου είπε. Με συγκίνησε πολύ, γιατί δεν μπορούν να με ακούσουν εδώ εύκολα και έρχονται από την Ελλάδα στο Βερολίνο για να με ακούσουν εκεί. Φέτος έχω το residency στο SMUT, τα παιδιά εκεί με στήριξαν από την αρχή κι έτσι έχω τη δυνατότητα της επαφής με τους φίλους αλλά και τους clubbers στην Αθήνα».
Τι λείπει από τη σκηνή της Ελλάδας
«Αγαπάω πολύ τη σκηνή της Ελλάδας, θεωρώ πως έχουμε δυνατότητες, ταλέντο, ενέργεια, πάθος. Ωστόσο, θεωρώ ότι πολλές φορές λείπει η ενότητα και η αλληλοϋποστήριξη που βλέπω σε άλλες χώρες. Όταν έχεις χτίσει μια διεθνή καριέρα, περιμένεις από τη χώρα σου να αναγνωρίσει και να εκτιμήσει ουσιαστικά την προσπάθειά σου. Δυστυχώς, εγώ δεν το νιώθω αυτό, νιώθω ότι δεν υπάρχει η απαραίτητη προσοχή σε αυτό που προσπαθώ να φέρω στο τραπέζι.
Δεν έχω ξεχάσει από πού ξεκίνησα, τους ανθρώπους που ήταν εκεί στην αρχή. Ξέρω τρεις παραγωγούς από τη Θεσσαλονίκη που έφυγαν στο Βερολίνο. Πόσα παιδιά σηκώνονται και φεύγουν στο εξωτερικό επειδή η Ελλάδα δεν τους δίνει βήμα; Αυτός είναι ένας λόγος που παραμένω εδώ, πραγματικά θέλω να εμπνεύσω τη νέα γενιά, να περάσω το μήνυμα ότι εάν δουλεύεις, εάν πραγματικά το αγαπάς αυτό που κάνεις και εάν δεν δίνεις σημασία σε κανέναν, μπορείς να τα καταφέρεις από οπουδήποτε στον κόσμο.
Για μένα “σκηνή” είναι συνεργασία, κοινότητα, έμπνευση, μια συνολική προσπάθεια για να δημιουργήσουμε κάτι. Ας κοιτάξουμε τη σκηνή της Γεωργίας, μια από τις πιο δυνατές σε όλο τον κόσμο. Για ποιον λόγο είναι έτσι; Γιατί όλοι οι άνθρωποι κρατούνται χέρι-χέρι, όλοι έχουν τους locals σαν θεούς. Βρίσκω πραγματικά απογοητευτικό το πώς διαχειρίζονται οι άνθρωποι-κλειδιά στην Ελλάδα, ακόμα και στην πόλη μου, την όλη κατάσταση, από τα events μέχρι το promotion, τα πάντα».
Ο σεξισμός στον χώρο
«Δεν θεωρώ πως έχει επηρεαστεί η καριέρα μου αρνητικά από το γεγονός ότι είμαι γυναίκα∙ ίσως να μη θέλω να το δεχτώ. Σίγουρα δουλεύω όλο και πιο σκληρά. Πάντα κοιτούσα τη μουσική και ευτυχώς υπάρχει εξέλιξη στην εκπροσώπηση των γυναικών. Έχω νιώσει υποτίμηση από κάποιους καλλιτέχνες και από πολύ high established καλλιτέχνες, αλλά δεν θέλω να αναλωθώ σε αυτές τις σκέψεις. Η σκηνή είναι πολύ ανταγωνιστική και δεν έχει σημασία αν είσαι στο μέσον ή ψηλά στο οικοσύστημα. Έχω νιώσει ανταγωνισμό από άνδρες συναδέλφους κυρίως στο κομμάτι της παραγωγής. Για παράδειγμα, απευθύνθηκα σε ένα label το οποίο κυκλοφορεί μόνο δουλειά ανδρών και μου ζήτησαν μουσική. Έστειλα και είπαν “τελικά δεν μας κάνουν τα κομμάτια σου”. Όταν τους γνώρισα από κοντά αυτούς τους ανθρώπους, ένιωσα μια απαξίωση.
Είναι αντιφατική η πραγματικότητα, από τη μία δεν αρέσει σε κάποιους που ανεβαίνουν οι γυναίκες, από την άλλη βλέπω μια προσπάθεια ένταξης και μεγαλύτερης αγκαλιάς σε αυτές πλέον. Προσωπικά έχω νιώσει μεγάλη αλληλεγγύη από τις γυναίκες του χώρου με τις οποίες έχω έρθει σε επαφή. Έβλεπα την κουβέντα της Charlotte de Witte με την Amelie Lens στο ADE, που έλεγαν “σταματήστε να μας συγκρίνετε”. Στην πραγματικότητα δεν έχουμε να χωρίσουμε και κάτι το ιδιαίτερο, είμαστε όλες και όλοι σε έναν χώρο ο οποίος είναι ευχάριστος, δημιουργικός. Σαφώς υπάρχει και το business κομμάτι από πίσω, είτε μας αρέσει είτε όχι. Νομίζω ότι πρέπει να τη δούμε λίγο αλλιώς, γενικότερα”.
Η μουσική γίνεται εργαλείο της εικόνας
«Η techno έχει πολλά “παρακλάδια” και σίγουρα όσο περνάει ο καιρός γίνεται και όλο πιο δημοφιλής. Η hard techno σκηνή είναι χωρίς αμφιβολία αυτήν τη στιγμή ένα από τα μεγαλύτερα trends παγκοσμίως, είναι το mainstream, και βλέπω πάρα πολλούς καλλιτέχνες/-ιδες να εκτοξεύονται μέσα σε πάρα πολύ σύντομο διάστημα. Ωστόσο, για μένα απέχει πάρα πολύ από τη μουσική φιλοσοφία που ακολουθώ. Θεωρώ ότι η συγκεκριμένη σκηνή, όσο δυναμική και αν είναι, μοιάζει να βασίζεται πολύ περισσότερο στην εικόνα και στην παρουσία στα social media παρά στην ουσία, που είναι η μουσική. Πλέον η μουσική γίνεται εργαλείο στη δημιουργία μιας εικόνας, παρά το αντίστροφο.
Σαφώς θεωρώ ότι αυτήν τη στιγμή η ηλεκτρονική και η techno σκηνή είναι πιο ανοιχτές και πιο open-minded, πιο diverse από ποτέ, πράγμα που είναι καλό, γιατί δίνει βήμα σε πάρα πολλά άτομα και σε πολλά διαφορετικά είδη να ανθήσουν.
Φυσικά δεν υποστηρίζω ότι η hard techno δεν έχει αξία, ή ότι δεν μπορεί να προσφέρει κάτι καινούργιο, καινοτόμο. Πιστεύω, όμως, ότι η μουσική πρέπει να είναι πάντα στο επίκεντρο, κάτι το οποίο νομίζω ότι αρχίζουμε να χάνουμε αυτήν τη στιγμή με το business κομμάτι της κατάστασης. Για μένα η techno, η all time classic techno σκηνή υπήρχε, υπάρχει και θα υπάρχει για πάντα, ασχέτως με το τι έρχεται στη μόδα».
Η πίεση να ανεβάζεις συνεχώς περιεχόμενο
«Τα social media είναι ένα αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής μας, φυσικά και της σκηνής, ζούμε σε μια εποχή που η πληροφορία μάς κατακλύζει καθημερινά. Θεωρώ ότι, από τη μία πλευρά, προσφέρουν τεράστιες δυνατότητες και μπορούν ουσιαστικά να φέρουν καλλιτέχνες/-δες πιο κοντά στο κοινό τους, να δώσουν ένα ουσιαστικό βήμα σε νέα ταλέντα, να επιτρέψουν ουσιαστικά την άμεση διάδοση της μουσικής. Είναι εργαλεία, τα οποία, αν χρησιμοποιηθούν σωστά, μπορούν να δημιουργήσουν αληθινές συνδέσεις.
Βέβαια, από την άλλη πλευρά, υπάρχει και ο κίνδυνος να απομακρυνθούμε από την ουσία, που είναι η μουσική. Βλέπουμε πλέον ότι η έμφαση σιγά-σιγά μετατοπίζεται σε μια εικονική πραγματικότητα, μια υπερβολική αναζήτηση αυταρέσκειας, να το πω έτσι, όπου επικρατούν τα likes ή τα trends και χάνεται το βάθος, χάνεται η αυθεντικότητά μας και κυρίως η ψυχική μας υγεία. Θεωρώ ότι ένα σοβαρό πρόβλημα που προκαλούν τα social media σε έναν καλλιτέχνη/-ιδα είναι το άγχος, μια μόνιμη διαδικασία σύγκρισης. Η πίεση να είσαι πάντα in, να ανεβάζεις συνεχώς περιεχόμενο, να παραμένεις ορατός/-ή μπορεί να γίνει εξουθενωτική, πολλές φορές σε φέρνει και στα όρια της κατάθλιψης.
Υπάρχουν περιπτώσεις που εξαιρετικοί καλλιτέχνες/-ιδες αισθάνονται ότι δεν ανταποκρίνονται στη σκηνή, επειδή δεν είναι ενεργοί στα social media ή δεν έχουν αρκετούς followers − είναι απαράδεκτο. Πρέπει να υπάρχει ισορροπία και τελικά υπάρχει ένα μπέρδεμα. Ξέρω καλλιτέχνες που αγοράζουν follows και likes για να τους κλείνουν οι promoters, και promoters που κοιτούν πρώτα τα follows. Μουσικός, μοντέλο, influencer, τελικά τι είναι ακριβώς; Προφανώς και δεν είναι κακό να πειραματιζόμαστε, να έχουμε διαφορετικές πλευρές, να παρουσιάζουμε κι άλλες πτυχές. Αλλά το να νιώθεις ότι πρέπει να υποδυθείς έναν ρόλο για να παραμείνεις σχετικός/-ή και στη μόδα είναι ψυχοφθόρο για μένα. Τα κοινωνικά δίκτυα πρέπει να λειτουργούν σε δευτερεύοντα ρόλο και όχι σε πρωτεύοντα. Γιατί, ναι, ok με την μπίζνα − η μουσική πού είναι χωμένη;».
ANNĒ – Serene [MR019]
Οι επόμενες δουλειές
«Είμαι πολύ χαρούμενη που κατάφερα να κάνω επάγγελμα αυτό που μου αρέσει, αν και δεν το βλέπω καν ως επάγγελμα, το βλέπω σαν ένα ταξίδι. Είμαι ευγνώμων που έχω έναν σύντροφο (σ.σ. τον Δημήτρη Σερασίδη aka Sera J, που έχει κι αυτός μια σημαντική καριέρα στον χώρο) που με καταλαβαίνει και είμαστε στο ίδιο μήκος κύματος. Που κατάφερα να αφήσω τη δουλειά μου και να εστιάσω σε αυτό, που κάνω καριέρα από την Ελλάδα, από τη Θεσσαλονίκη. Θεωρώ πως είμαι ακόμα στην αρχή – ναι, έχω κάνει κάποια πράγματα, αλλά δεν θέλω να σταματήσω να εξελίσσομαι.
Έχω στο μυαλό μου να κάνω ένα label, δικά μου events παγκοσμίως και live performances κάποια στιγμή, έχω ακόμα στόχους σχετικά με τις δισκογραφικές − όλα γύρω από τη μουσική. Τον Μάιο εμφανίζομαι στο Awakenings Upclose και θα κάνω ξανά tour στις ΗΠΑ και στη Λατινική Αμερική. Ακολουθούν τα DOOM Bogota, Brunch Electronik Barcelona, Glitch, Anthology Detroit, ξανά Berghain, Basement, SMUT, αλλά και Rex Club, Grelle Forelle. Θα κυκλοφορήσει δουλειά μου σε σημαντικά labels κι ένα EP με τρία δικά μου remixes στον Ben Sims. Όλα είναι business, ναι, δεν υπάρχει αμφιβολία. Το θέμα είναι να επιμένεις σε μια δική σου αισθητική, που σου ταιριάζει, και να μην παρεκκλίνεις από τις αξίες σου».
Info
Περισσότερες πληροφορίες για την Annē εδώ.
H Annē εμφανίζεται στο Awakenings Upclose Festival στην Ολλανδία στις 18 Μαΐου 2025.