Η επιβολή νέων αμερικανικών δασμών και οι αυξημένες απαιτήσεις αμυντικών δαπανών από τον Ντόναλντ Τραμπ προκαλούν τις πρώτες σοβαρές αντιδράσεις συμμάχων, με ορισμένες χώρες να στοχεύουν σε ένα από τα πιο εμβληματικά εξοπλιστικά προγράμματα των ΗΠΑ, το μαχητικό F-35.
Η Ισπανία ακύρωσε την αγορά πολλών δισεκατομμυρίων των αμερικανικών stealth αεροσκαφών, επικαλούμενη την ανάγκη ενίσχυσης της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας και αποφυγής εξάρτησης από μη αξιόπιστους εταίρους. Η κίνηση αυτή ήρθε μετά τη διαμάχη με την Ουάσιγκτον για τον νέο στόχο δαπανών του ΝΑΤΟ στο 5% του ΑΕΠ.
Στην Ελβετία, οι αυξημένοι δασμοί των ΗΠΑ αναζωπύρωσαν την πολιτική αντιπαράθεση για την αγορά 36 F-35, η οποία είχε εγκριθεί οριακά σε δημοψήφισμα το 2021. Η κυβέρνηση επιβεβαίωσε την πρόθεση να προχωρήσει, αλλά ζήτησε επανεξέταση του κόστους, που ενδέχεται να αυξηθεί κατά 1,6 δισ. δολάρια λόγω δασμών και πληθωρισμού. Απόφαση αναμένεται τον Νοέμβριο.
Η Ινδία, σύμφωνα με δημοσιεύματα, «παγώνει» ορισμένες αγορές αμερικανικών οπλικών συστημάτων — μεταξύ αυτών τεθωρακισμένων Stryker και αντιαρματικών πυραύλων Javelin — μετά τον διπλασιασμό των αμερικανικών δασμών σε 50% για ινδικά προϊόντα, ως αντίποινα στις αγορές ρωσικού πετρελαίου. Το Νέα Δελχί διέψευσε επίσημα τις πληροφορίες, ωστόσο η ένταση στις σχέσεις είναι εμφανής.
Το πρόγραμμα του F-35, που κατασκευάζεται από τη Lockheed Martin με εξαρτήματα από περισσότερους από 100 διεθνείς προμηθευτές, κινδυνεύει από πιθανές ακυρώσεις, καθώς οι μαζικές παραγγελίες του εξωτερικού συμβάλλουν στη διατήρηση χαμηλότερου κόστους ανά μονάδα. Ενδεχόμενη μείωση των αγορών μπορεί να αυξήσει τις τιμές για όλους.
Αναλυτές προειδοποιούν ότι η πολιτική Τραμπ ενισχύει τις τάσεις «αμυντικής αυτάρκειας» στην Ευρώπη, ωστόσο η πλήρης αντικατάσταση αμερικανικών συστημάτων με εγχώρια παραγωγή θα απαιτήσει χρόνια. Παράλληλα, οι ΗΠΑ κινδυνεύουν να υπονομεύσουν πολυετείς στρατηγικές σχέσεις, όπως αυτή με την Ινδία.
Όπως τονίζει ο Ρίτσαρντ Αμπουλάφια, σύμβουλος της αμυντικής βιομηχανίας: «Ακόμη κι αν μια μελλοντική κυβέρνηση προσπαθήσει να αποκαταστήσει τη ζημιά, θα χρειαστεί πολύς χρόνος για να ξαναχτιστεί η εμπιστοσύνη — και αυτή η βιομηχανία στηρίζεται στην εμπιστοσύνη».
Με πληροφορίες από Politico