Με την κατάθεση της Δέσποινας Καλέα, μητέρας της Κυριακής Γρίβα που δολοφονήθηκε τον Απρίλιο του 2024 έξω από το Αστυνομικό Τμήμα των Αγίων Αναργύρων συνεχίστηκε σήμερα η δίκη ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου με κατηγορούμενο τον πρώην σύντροφό της κοπέλας.
Της Άννας Κανδύλη
«Είμαι η μαμά της Κυριακής που δολοφονήθηκε στο αστυνομικό τμήμα από τον πρώην σύντροφό της. Από την 1η Απριλίου έτσι συστήνομαι. Και όλοι μένουν με το στόμα ανοιχτό. Αυτός εδώ είναι το τέρας», είπε η μητέρα, δείχνοντας τον κατηγορούμενο στο εδώλιο.
Κατά τη διάρκεια της κατάθεσής της, προσκόμισε φωτογραφίες από οικογενειακές στιγμές αλλά και σημειώματα του κατηγορούμενου, στα οποία ζητούσε συγγνώμη έπειτα από περιστατικά βίας. Στη συνέχεια, κρατώντας μια φωτογραφία από τον τάφο της Κυριακής, απευθύνθηκε με πόνο και οργή προς τον κατηγορούμενο:
«Αυτή είναι μια φωτογραφία για το πού βρίσκεται σήμερα το παιδί μου. Θέλω να την δώσω στον δικηγόρο του ή στον ίδιο. Τις αναγνωρίζεις; Εκεί είναι τώρα. Εκεί κατάφερες να την πας. Ήταν η μόνη που σε αγάπησε πραγματικά. Κι εσύ την μαχαίρωσες πέντε φορές μέσα σε αστυνομικό τμήμα. Πώς κοιμάστε τα βράδια; Εσείς θα αγκαλιάσετε τα παιδιά σας. Εγώ όχι ποτέ ξανά».
Η κακοποίηση
Η μητέρα περιέγραψε ότι από την αρχή της σχέσης υπήρχαν ενδείξεις παθολογικής ζήλιας και ελέγχου:
«Το πρώτο εξάμηνο περπατούσαν στον δρόμο και της μίλησε ένας συμμαθητής της. Εκείνος την χτύπησε με δύο χαστούκια. Η Κυριακή μου το είπε σαν κάτι “κολακευτικό”. Ότι την ζηλεύει, άρα την αγαπάει. Της έλεγε: “Είσαι αποκλειστικά δική μου, κανείς άλλος”».
Η κακοποίηση, σύμφωνα με την μάρτυρα, κλιμακώθηκε με την πάροδο του χρόνου:
«Της έπαιρνε τα χρήματα, τις κάρτες, δεν εργαζόταν ποτέ. Ήταν απόλυτα εξαρτημένος από εκείνη οικονομικά. Έσβηνε επαφές από το τηλέφωνό της, δεν την άφηνε να έχει φίλους. Την απομόνωνε. Ο σκοπός του ήταν να ζει εις βάρος της, να επωφελείται από επιδόματα χωρίς να δουλεύει».
Το τηλεφώνημα που άλλαξε τα πάντα
«Ήταν 1η Απριλίου. Μόλις είχα γυρίσει από το σχολείο, είχα αφήσει τη μικρή μου κόρη και είχα ανοίξει την τηλεόραση. Άκουσα για ένα έγκλημα αλλά δεν είχαν πει ονόματα. Μετά με πήρε τηλέφωνο ο πρώην άνδρας μου και μου είπε “είδες τι έγινε;” Και εκεί κατέρρευσα. Το μόνο που θυμάμαι είναι ένα δυνατό “ντουπ” και μετά ήρθε και με μάζεψε ο σύζυγός μου».
Η κυρία Καλέα εξήγησε ότι η κόρη της είχε αποφασίσει να απομακρυνθεί από τον κατηγορούμενο και να ξεκινήσει μια νέα ζωή.
«Την προηγούμενη ημέρα πήγα στο καινούριο της σπίτι. Κάναμε σχέδια για τα έπιπλα. Ήταν αποφασισμένη να σταθεί στα πόδια της. Μου είπε: “Δεν αντέχω άλλο. Έχω φτάσει στα όριά μου. Δεν θέλω πια να είμαι η καλή, θέλω να ξεφύγω”».
Η Πρόεδρος του Δικαστηρίου παρατήρησε ότι στις φωτογραφίες από τα Χριστούγεννα, το ζευγάρι φαίνεται «συμπαθητικό» και «φυσιολογικό».
Η αντίδραση της μάρτυρος ήταν άμεση: «Αυτό βλέπετε ως συμπαθητικό; Αυτός είναι ο δολοφόνος του παιδιού μου».
Συνέχισε λέγοντας πως «οι φωτογραφίες δεν λένε τίποτα. Βγαίνουμε με χαμόγελο αλλά η ψυχή μας ήταν μαύρη…Θέλω να της κάνω ένα δώρο. Να δικαιωθεί η ψυχή της. Δεν ζούμε πια. Εγώ, ο πατέρας της, η μικρή της αδελφή… πεθάναμε εκείνη την ημέρα μαζί της».