Ο Πούτιν έτοιμος να «παίξει» τον Τραμπ για δεύτερη φορά στην Αλάσκα


Του Marc Champion

Ουκρανοί και Ευρωπαίοι ηγέτες ανησυχούν ότι ο Ντόναλντ Τραμπ θα «παγιδευτεί» για δεύτερη φορά όταν συναντήσει τον Ρώσο ομόλογό του στην Αλάσκα την Παρασκευή και έχουν δίκιο να ανησυχούν. Στην πραγματικότητα, αν ο Τραμπ θέλει να βγει από τις συνομιλίες ως δεινός διαπραγματευτής και όχι ως εύκολος αντίπαλος, η πιο έξυπνη κίνηση θα ήταν ίσως να αναβάλει τη σύνοδο μέχρι να είναι καλύτερα προετοιμασμένος.

Δεν είναι λάθος του Τραμπ να επιχειρεί να καθίσει στο ίδιο τραπέζι με εχθρούς και αντιπάλους των ΗΠΑ, ακόμη κι εκεί όπου πιο παραδοσιακοί ηγέτες θα απέφευγαν το ρίσκο. Όμως οι βιαστικά οργανωμένες συναντήσεις σπάνια έχουν το επιθυμητό αποτέλεσμα, και όλα όσα περιβάλλουν την επίσκεψη του απεσταλμένου του Τραμπ, Στιβ Γουίτκοφ, στη Μόσχα, που οδήγησε στην πρόσκληση για την Αλάσκα την περασμένη εβδομάδα, προκαλούν σύγχυση.

Με τόση «ομίχλη» από την αμερικανική πλευρά, ο καλύτερος τρόπος να κατανοήσει κανείς σε τι αφορά η συνάντηση της Παρασκευής είναι να τη δει μέσα από το πρίσμα του Βλαντίμιρ Πούτιν. Για εκείνον, είναι μια ανέλπιστη ευκαιρία που μπορεί να χρησιμοποιήσει για την εκτόνωση των απειλών περί κυρώσεων από τον Τραμπ και για να ενισχύσει την πολεμική του προσπάθεια.

Κάτι παρόμοιο συνέβη και νωρίτερα φέτος, όταν ο πρώην αξιωματούχος της KGB εκμεταλλεύτηκε τη φανερή ανυπομονησία του Τραμπ να κλείσει μια ειρηνευτική συμφωνία για την Ουκρανία και να κάνει οικονομική επανεκκίνηση με τη Μόσχα. Όσο κι αν ο Τραμπ ήταν διατεθειμένος να παραχωρήσει -ακόμη και άρση κυρώσεων-, ο Πούτιν έβλεπε μόνο ένα πράγμα: μια στρατηγική ευκαιρία. Με τις ΗΠΑ να μη θέλουν πλέον να συνδράμουν στην άμυνα της Ουκρανίας, εκτός αν πληρωθούν, ο Πούτιν έκανε το μόνο λογικό: αύξησε την ένταση του πολέμου, σε ξηρά και αέρα, εκμεταλλευόμενος την εξασθένηση του Κιέβου. Τελικά, ακόμη και ο Τραμπ αναγκάστηκε να παραδεχθεί ότι τον έβαλε σε δύσκολη θέση.

Μπροστά στην προθεσμία της 8ης Αυγούστου, όταν οι ΗΠΑ θα επέβαλλαν οικονομικές συνέπειες στη Ρωσία λόγω της αδιαλλαξίας της, η αποστολή του Πούτιν, όταν ο Γουίτκοφ έφτασε στη Μόσχα, ήταν και πάλι να κάνει απλώς αρκετά για να καθυστερήσει κάθε αμερικανική ενέργεια, διασφαλίζοντας ότι όποιο απτό αποτέλεσμα θα ενίσχυε τη ρωσική θέση.

Μέχρι στιγμής, αυτό πάει περίφημα. Πήρε κάτι χωρίς να δώσει τίποτα.

Η πρώτη προτεραιότητα ήταν να μείνει ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι εκτός αίθουσας, αντί για την τριμερή συνάντηση που -προς τιμήν του- πρότεινε ο Τραμπ. Η παρουσία του Ουκρανού ηγέτη θα απαιτούσε πραγματική διαπραγμάτευση, καθιστώντας δύσκολο για τη Μόσχα να κρύψει την αδιαφορία της. Επιμένοντας σε μια κατ’ ιδίαν συνάντηση με τον Τραμπ, ο Πούτιν μπορεί να προτείνει όρους που ίσως να δεχτεί η αμερικανική κυβέρνηση, αλλά ξέρει ότι η Ουκρανία δεν μπορεί. Έτσι, ο Ζελένσκι θα εμφανιστεί ξανά ως το εμπόδιο στην ειρήνη στα μάτια του Τραμπ, αφαιρώντας την πίεση από τον Πούτιν.

Ο δεύτερος στόχος ήταν να βρεθεί μια τοποθεσία για τη συνάντηση που θα έδειχνε, τόσο στους Ρώσους όσο και στους ηγέτες σε όλο τον κόσμο, ότι ο Βλαντίμιρ Πούτιν δεν είναι πλέον ένας «παρίας» που αποφεύγει τα ταξίδια φοβούμενος σύλληψη βάσει του εντάλματος για εγκλήματα πολέμου που έχει εκδώσει εναντίον του το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο το 2023.

Στην πραγματικότητα, αυτή θα ήταν η πρώτη επίσκεψη του Πούτιν στις ΗΠΑ (εκτός από τα ταξίδια στα Ηνωμένα Έθνη στη Νέα Υόρκη) από το 2007, πριν από την εισβολή του στη Γεωργία την επόμενη χρονιά.

Μια σύνοδος στην Αλάσκα, μια πολιτεία των ΗΠΑ που ανήκε κάποτε στη ρωσική αυτοκρατορία, θα έστελνε ισχυρό μήνυμα «αποκατάστασης» του Πούτιν, ενώ παράλληλα θα υπενθύμιζε τη μακρά ιστορική εμβέλεια του Κρεμλίνου ως μεγάλης δύναμης.

Η ίδια η πρόσκληση του Τραμπ είναι ήδη μια νίκη για το Κρεμλίνο. Αν η σύνοδος καταφέρει επίσης να καθυστερήσει τις αμερικανικές κυρώσεις ή να παράξει ένα σχέδιο «ειρήνης» που θα σπείρει διχόνοια μεταξύ Ουκρανίας και συμμάχων της, ακόμη καλύτερα. Ωστόσο, κάθε πραγματικός δρόμος για μόνιμη λήξη των εχθροπραξιών θα απαιτήσει πολύ μεγαλύτερη πίεση — τόσο οικονομική όσο και στρατιωτική, αλλά και προετοιμασία.

Αν το ρεπορτάζ του γερμανικού περιοδικού Bild είναι ακριβές, ο Πούτιν και οι αξιωματούχοι του «έπαιξαν στα δάχτυλα» τον Στιβ Γουίτκοφ κατά τη συνάντησή τους την περασμένη εβδομάδα, αφήνοντάς τον μπερδεμένο για το τι ακριβώς προσφέρει η Μόσχα. 

Όσο κι αν παρεξήγησε ο Γουίτκοφ, ήταν αρκετό για να πει ο Αμερικανός πρόεδρος ότι «ανταλλαγές εδαφών» βρίσκονται στο τραπέζι, ενώ δεν είναι έτσι. Αυτό που φαίνεται διατεθειμένο να εξετάσει το Κρεμλίνο είναι η παράδοση στην πράξη περιοχών του Ντονμπάς που η Ρωσία δεν έχει ακόμη καταφέρει να κατακτήσει, με αντάλλαγμα μια κατάπαυση του πυρός.

Δεν πρόκειται λοιπόν για ανταλλαγή εδαφών, αλλά για μόνιμη παραχώρηση εδαφών με αντάλλαγμα μια μάλλον προσωρινή εκεχειρία. Σύμφωνα με το Bild, η ρωσική «προσφορά» μπορεί επίσης να προϋποθέτει την προηγούμενη απόσυρση των ουκρανικών στρατευμάτων από πολύ μεγαλύτερες περιοχές στις επαρχίες Χερσώνα και Ζαπορίζια, τις οποίες η Ρωσία ισχυρίζεται ότι έχει προσαρτήσει αλλά δεν έχει καταφέρει να καταλάβει.

Το Κρεμλίνο μπορεί επίσης να είναι διατεθειμένο να προσφέρει κατάπαυση του πυρός στον αεροπορικό πόλεμο για να αποτρέψει τις κυρώσεις, αλλά πρόκειται για μικρότερη παραχώρηση. Σε αντίθεση με πριν από δύο χρόνια, όταν οι ρωσικές δυνάμεις είχαν το πάνω χέρι στον αέρα, οι νέοι ουκρανικοί πύραυλοι και τα drones μεγάλου βεληνεκούς προκαλούν πλέον σοβαρές ζημιές σε ρωσικές ενεργειακές και στρατιωτικές εγκαταστάσεις. Τη Δευτέρα, χτύπησαν εργοστάσιο κατασκευής συστημάτων καθοδήγησης για ρωσικούς πυραύλους κοντά στο Νίζνι Νόβγκοροντ, περίπου 440 χιλιόμετρα ανατολικά της Μόσχας. Μια εκεχειρία, σε αυτό το στάδιο, ίσως να είναι ευπρόσδεκτη και από τις δύο πλευρές.

Οι Ουκρανοί γνωρίζουν ότι θα χρειαστεί να παραχωρήσουν τον έλεγχο εδαφών για να τερματιστεί η εισβολή του Πούτιν.

Αυτό που έχουν στο μυαλό τους θυμίζει τις παραχωρήσεις που έγιναν στον Ιωσήφ Στάλιν στη Γερμανία στο τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο Στάλιν εξασφάλισε τον έλεγχο του ανατολικού μισού της χώρας για τη Σοβιετική Ένωση, αλλά η Δυτική Γερμανία διατήρησε την κυριαρχική της αξίωση επί της ανατολικής πλευράς και τελικά την ανέκτησε.

Εξίσου σημαντικό είναι ότι, μετά από μια σύντομη προσπάθεια να καταλάβει ολόκληρο το Βερολίνο, το Κρεμλίνο άφησε τη Δυτική Γερμανία να ευημερήσει ειρηνικά.

Δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι ο Πούτιν θέλει μια τέτοια συμφωνία. Μια τέτοια εξέλιξη δεν θα εξυπηρετούσε τους πραγματικούς στόχους για τους οποίους ξεκίνησε τον πόλεμο: την εξασφάλιση ελέγχου πάνω σε μια αποστρατιωτικοποιημένη Ουκρανία και την αποδοχή από τις ΗΠΑ μιας ρωσικής σφαίρας επιρροής στην Ευρώπη, χωρίς αμφισβήτηση από το ΝΑΤΟ. Ο Πούτιν δεν το κρύβει αυτό.

Αυτό εννοεί όταν λέει ότι είναι πρόθυμος να συζητήσει για κατάπαυση του πυρός μόλις αντιμετωπιστούν οι «βασικές αιτίες» του πολέμου. Θα υπάρξει χρόνος και τόπος για μια σύνοδο κορυφής Τραμπ-Πούτιν. Αλλά είναι μάλλον απίθανο να είναι αυτή την εβδομάδα στην Αλάσκα.

 

Πηγή: The Washington Post



Πηγή: www.skai.gr