Ο διάσημος ιστορικός Νίαλ Φέργκιουσον σχολιάζει το φαινόμενο Ντόναλντ Τραμπ, τη realpolitic με την πολιτική «ριάλιτι» του Αμερικανού προέδρου και το πραγματικό διακύβευμα για την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ.
Η εξωτερική πολιτική του Ντόναλντ Τραμπ δεν ακολουθεί τις παραδοσιακές γραμμές και αρχές της αμερικανικής διπλωματίας. Αντίθετα, συνδυάζει στοιχεία realpolitik με τη λογική του real estate και το ύφος ριάλιτι τηλεόρασης, όπως απέδειξε και με τις επεισοδιακές συναντήσεις με ξένους ηγέτες στον Λευκό Οίκο.
Αυτή η προσέγγιση, που ο ίδιος ο Τραμπ χαρακτήρισε «καλή τηλεόραση», με την έννοια ότι τράβηξε την προσοχή, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα τον καβγά on camera με τον Ζελένσκι, είναι το επιστέγασμα της διπλωματικής πολιτικής του Αμερικανού προέδρου.
Από την εποχή του Χένρι Κίσινγκερ μέχρι τον ρεαλισμό του Νίξον, η γεωπολιτική ήταν ζήτημα ισχύος και συμφερόντων. Ο Τραμπ φέρνει στο τραπέζι κάτι εντελώς διαφορετικό. Oι διαπραγματεύσεις διεξάγονται με επίκεντρο τη δημόσια εικόνα, γίνονται προσωπική – «face to face» υπόθεση του προέδρου και διαπνέονται από το πνεύμα επιχειρηματικών παζαριών, εμπνευσμένα από τον κόσμο του real estate.

Τραμπ: Διπλωματία αλά real estate
Ο Φέργκιουσον, διακεκριμένος ιστορικός και γνωστός για τις συντηρητικές του απόψεις, σε άρθρο γνώμης στη New York Post επισημαίνει ότι ο Τραμπ και ο επιχειρηματικός του εταίρος και συνεργάτης Στιβ Γουίτκοφ βλέπουν τη διπλωματία ως μια προέκταση της αγοράς ακινήτων. Η διαπραγμάτευση, λένε, είναι ίδια, είτε αφορά ουρανοξύστες είτε ειρηνευτικά σχέδια.
Το πρόβλημα όμως είναι, όπως διαπιστώνει ο Φέργκιουσον, πως ο Πούτιν δεν είναι, απλώς, ένας ακόμα αντισυμβαλλόμενος σε μια αγοραπωλησία. Είναι ο ψυχρός αρχιτέκτονας της ρωσικής στρατηγικής, καλός γνώστης της realpolitik.
Παρότι ο Τραμπ κατηγορείται συχνά ως απομονωτιστής ή και φιλοπόλεμος αυταρχικός, η αλήθεια είναι πιο σύνθετη, σύμφωνα με τον Φέργκιουσον, ο οποίος τον χαρακτηρίζει «ειλικρινά ειρηνιστή». Ο πρόεδρος δείχνει απροθυμία να χρησιμοποιήσει στρατιωτική ισχύ, ακόμα και σε περιπτώσεις όπως η Ταϊβάν ή η Ουκρανία. Αντί για στρατηγική αποτροπής, επιλέγει συχνά τον συμβιβασμό και την «ειρηνευτική διαπραγμάτευση», έστω κι αν αυτή μοιάζει περισσότερο με υποχώρηση.
Υπογραμμίζει ότι η υπόσχεση του Τραμπ να σταματήσει τον πόλεμο στην Ουκρανία μέσα σε 24 ώρες παραμένει ανεφάρμοστη. Οι όροι «ειρήνης» που προτείνει περιλαμβάνουν μεγάλες παραχωρήσεις από το Κίεβο -όπως η παραίτηση από την Κριμαία και η εγκατάλειψη της προοπτικής ένταξης στο ΝΑΤΟ-, ενώ η Ουάσιγκτον θα «ανταμείψει» την Ουκρανία με επενδύσεις, αντί για στρατιωτική στήριξη.
Όμως ο Πούτιν δεν δείχνει διάθεση να υποχωρήσει. Αντιθέτως, οι επιθέσεις εντείνονται και οι όροι γίνονται πιο απαιτητικοί. Η ειρήνη δεν επιτυγχάνεται με δημόσιες δηλώσεις και επιχειρηματικές συμφωνίες, αλλά με συνεκτική στρατηγική, συνέπεια και διεθνείς συμμαχίες.

Τα τέσσερα μέτρα που θα μπορούσαν να λυγίσουν τον Πούτιν
Όπως σημειώνει χαρακτηριστικά ο Βρετανός ιστορικός, η πραγματικότητα είναι ότι αν οι ΗΠΑ και η ΕΕ δεν ασκήσουν σοβαρή πίεση στη Ρωσία, ο Πούτιν δεν έχει κανένα κίνητρο να τερματίσει τον πόλεμο.
Μέχρι τώρα, οι πολυδιαφημισμένες κυρώσεις που επέβαλε η Δύση στη Ρωσία από τον Φεβρουάριο του 2022 ήταν μια μελέτη περίπτωσης για τα όρια του οικονομικού καταναγκασμού. Η Ρωσία έχει κερδίσει περισσότερα από την πώληση ενέργειας στην Ευρώπη τα τελευταία τρία χρόνια από ό,τι η Ουκρανία έχει λάβει σε βοήθεια από την ΕΕ. Ταυτόχρονα, οι ευρωπαϊκές χώρες συνεχίζουν να εξάγουν μεγάλες ποσότητες αγαθών στη Ρωσία μέσω τρίτων χωρών, οι περισσότερες από τις οποίες βρίσκονται στην Κεντρική Ασία.
Ο Φέργκιουσον προτείνει τέσσερα μέτρα που θα μπορούσαν να ληφθούν άμεσα για την αυστηροποίηση του καθεστώτος κυρώσεων, ώστε να δοθούν κίνητρα στον Πούτιν να τερματίσει τον πόλεμο.
Πρώτον, οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να ακολουθήσουν το παράδειγμα της Ευρώπης και να επεκτείνουν τις κυρώσεις κατά του στόλου των ρωσικών δεξαμενόπλοιων και των εταιρειών που παρέχουν υπηρεσίες σε αυτά τα δεξαμενόπλοια.
Δεύτερον, οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να επιβάλουν αυστηρότερους περιορισμούς στις ρωσικές εξαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG).
Τρίτον, οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να τοποθετήσουν επιπλέον μεγάλες ρωσικές επιχειρήσεις στη μαύρη λίστα.
Τέταρτον, η κυβέρνηση Τραμπ θα μπορούσε να κάνει πράξη τις απειλές της να επιβάλει «δευτερογενείς δασμούς» στο ρωσικό πετρέλαιο που εισάγεται από άλλες χώρες. Αυτό θα μπορούσε εύκολα να αποτελέσει μέρος των σημερινών εμπορικών συνομιλιών των ΗΠΑ με την Ινδία.

Oι πόλεμοι είναι δύσκολο να σταματήσουν
Ο έγκριτος ιστορικός τονίζει ότι η Ιστορία διδάσκει: Οι πόλεμοι είναι δύσκολο να σταματήσουν, εκτός αν η μία πλευρά κερδίσει μια αποφασιστική νίκη. Τέτοια παραδείγματα που στοιχειώνουν τις ΗΠΑ είναι ο πόλεμος του Βιετνάμ και το Αφγανιστάν.
Με συνεχή δυτική υποστήριξη, η Ουκρανία έχει την ευκαιρία να γίνει μια εκδοχή της Νότιας Κορέας, όπως αυτή διαμορφώθηκε από τον πόλεμο της Κορέας το 1950-1953.
Αν η Αμερική συμβιβαστεί με μια μη βιώσιμη ειρήνη, η Ουκρανία θα ακολουθήσει ανάλογη μοίρα με αυτήν του Νοτίου Βιετνάμ στον πόλεμο του Βιετνάμ το διάστημα 1955-1975. Κανένα από τα δύο αποτελέσματα δεν θα έρθει γρήγορα, προειδοποιεί ο Φέργκιουσον.
Καταλήγοντας, υποστηρίζει ότι η Δύση πρέπει να σκεφτεί σοβαρά μέτρα πίεσης και επισημαίνει, αναφερόμενος στην προσέγγιση του Τραμπ, πως η διπλωματία δεν είναι ριάλιτι και δεν συγχωρεί αποτυχίες. Η πτώση του Κιέβου δεν είναι διαπραγματεύσιμη. Χρειάζεται στρατηγική, όχι θεατρικότητα.