Αναστάτωση και έντονος ενθουσιασμός επικρατεί τις τελευταίες ημέρες στις ΗΠΑ ενόψει της συνόδου κορυφής μεταξύ του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ και του Ρώσου ομολόγου του, Βλαντίμιρ Πούτιν, που θα πραγματοποιηθεί την Παρασκευή (15/8) στην Αλάσκα.
Η συνάντηση, η πρώτη μεταξύ των δύο ηγετών μετά από πάνω από τέσσερα χρόνια, αναμενόταν να διεξαχθεί σε μία χώρα-με ουδέτερο έδαφος, ωστόσο, οι σύνθετες γεωπολιτικές και οργανωτικές προκλήσεις ανάγκασαν τους υπεύθυνους να καταλήξουν στην Αλάσκα ως τόπο διεξαγωγής.
Η Αλάσκα… καταφύγιο για τη συνάντηση Τραμπ-Πούτιν
Σύμφωνα με το CCN, η αναζήτηση κατάλληλου τόπου για τη συνάντηση ξεκίνησε το Σαββατοκύριακο, με την Αλάσκα να αναδεικνύεται ως η μόνη πόλη με τις απαιτούμενες υποδομές και επίπεδο ασφαλείας για τη συνάντηση των δύο παγκόσμιων ηγετών. Ειδικότερα, η βάση Joint Base Elmendorf-Richardson στο Άνκορατζ πληρούσε τα υψηλά μέτρα ασφαλείας που απαιτούνται για τη σύνοδο, παρά τις αρχικές αντιρρήσεις της Ουάσιγκτον για τη χρήση αμερικανικής στρατιωτικής βάσης για την υποδοχή του Πούτιν.
Η επιλογή της Αλάσκας, αν και εντυπωσιακή, κρύβει και έναν συμβολισμό: η περιοχή αυτή υπήρξε κάποτε μέρος της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, κάτι που προσδίδει έναν επιπλέον πολιτικό συμβολισμό στην τρέχουσα κατάσταση.
Ο Τραμπ ως «παρατηρητής»
Σύμφωνα με πληροφορίες από τον Λευκό Οίκο που επικαλείται το CNN, ο Τραμπ φαίνεται να αντιμετωπίζει αυτήν τη συνάντηση ως μία «γνωριμία» με τον Πούτιν, χωρίς να αναμένονται συγκεκριμένα αποτελέσματα ή συμφωνίες. Η δήλωση του Αμερικανού προέδρου ότι θέλει να «δει» τον Πούτιν «κατά πρόσωπο» και να εκτιμήσει τις προθέσεις του με προσωπική επικοινωνία, αποκαλύπτει τη φύση της συνάντησης. Χαρακτηριστικά, ο Υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μαρκ Ρούμπιο, δήλωσε ότι ο Τραμπ πιστεύει πως οι τηλεφωνικές συνομιλίες δεν είναι αρκετές για να κατανοήσει τις προθέσεις του Ρώσου προέδρου.
Ενδεικτικό της βιασύνης και της πίεσης χρόνου που επικρατεί είναι το γεγονός ότι, παρά την αναζήτηση κατάλληλης τοποθεσίας και την ανάγκη για εντατικές διαβουλεύσεις, το πρόγραμμα της συνάντησης παραμένει σε μεγάλο βαθμό ανοιχτό και με περιορισμένη προετοιμασία.
Διπλωματική νίκη για τη Ρωσία η συνάντηση στη Αλάσκα
Η επιλογή της Αλάσκας δεν ήταν καθόλου αυτονόητη. Οι ΗΠΑ και η Ρωσία συζήτησαν διάφορους προορισμούς, όπως η Βιέννη ή η Γενεύη, ενώ ο Πούτιν πρότεινε και την Αραβική Χερσόνησο, αλλά το πλήθος γεωπολιτικών και διπλωματικών παραμέτρων, όπως το ένταλμα σύλληψης για εγκλήματα πολέμου κατά του Πούτιν από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο, δυσχέραναν τη διαδικασία επιλογής.
Αξιοσημείωτο είναι ότι ο Τραμπ χαρακτήρισε την απόφαση να φιλοξενηθεί ο Πούτιν σε αμερικανικό έδαφος ως «σεβαστή κίνηση», ενώ αρκετοί αναλυτές σημειώνουν ότι, αν και η συνάντηση γίνεται στην Αλάσκα, αυτή παραμένει μια διπλωματική νίκη για τη Ρωσία.
Μυστήριο γύρω από τις διαπραγματεύσεις -Ανησυχία στην Ευρώπη
Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο γύρω από την προετοιμασία της συνόδου είναι το αδιευκρίνιστο παρασκήνιο γύρω από τη συνάντηση που είχε ο σύμβουλος του Τραμπ, Στιβ Γουίτκοφ, με τον Πούτιν στη Μόσχα, η οποία φέρεται να ήταν καθοριστική για τη συμφωνία της συνόδου. Οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι εκφράζουν ανησυχίες σχετικά με την ασαφή φύση των συζητήσεων, ενώ υπάρχουν πληροφορίες ότι ο Πούτιν μπορεί να πρότεινε μία ειρηνική συμφωνία, χωρίς ωστόσο να είναι σαφές το περιεχόμενο αυτών των διαπραγματεύσεων.
Εν τω μεταξύ, ο Τραμπ προγραμματίζει επικοινωνίες με ηγέτες της Ευρώπης και με τον Πρόεδρο της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, αμέσως μετά τη συνάντηση με τον Πούτιν, αν και η Ουκρανία δεν αναμένεται να εκπροσωπηθεί φυσικά στην Αλάσκα.
Μια σύνοδος γεμάτη αβεβαιότητες και συγκρατημένη αισιοδοξία
Αν και αυτή η συνάντηση Τραμπ-Πούτιν αναμφίβολα θα τραβήξει την παγκόσμια προσοχή, οι αβεβαιότητες παραμένουν πολλές. Τα προηγούμενα ραντεβού του Τραμπ με τον Πούτιν, όπως στο Ελσίνκι της Φινλανδίας το 2018, έφεραν έντονες αντιδράσεις λόγω των αντιφατικών δηλώσεων και της έλλειψης διαφάνειας γύρω από τις συνομιλίες τους. Ωστόσο, ο Τραμπ παραμένει σταθερός στην άποψη ότι πρέπει να υπάρχει προσωπική επαφή για να εκτιμηθούν οι προθέσεις του Πούτιν.
Η εξέλιξη της συνόδου και οι πολιτικές της συνέπειες αναμένονται με μεγάλο ενδιαφέρον, καθώς ενδέχεται να σηματοδοτήσει μια νέα φάση στις σχέσεις μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας, αν και οι προσδοκίες παραμένουν συγκρατημένες.